Του Δημήτρη Τσελίκα,
Ο Ήφαιστος, ο θεός της φωτιάς και της μεταλλουργίας, δεν βρέθηκε αμέσως μετά τη γέννησή του στον Όλυμπο, ανάμεσα στους άλλους θεούς. Χρειάστηκε ένα αστείο όσο και πανούργο περιστατικό για να βρει τη θέση του ανάμεσα στο πάνθεον, και αυτό το περιστατικό θα γνωρίσουμε σήμερα.
Υπάρχουν δύο εκδοχές για τη γέννηση του Ηφαίστου. Η μία υποστηρίζει πως ήταν γιος του Δία και της Ήρας. Η άλλη πως η θεά τον γέννησε μόνη της με παρθενογένεση (ως απάντηση στην αντίστοιχη παρθενογένεση της Αθηνάς από το κεφάλι του Δία, αν και εκεί υπήρχε μητέρα, η Μήτις, απλώς ο Δίας την είχε καταπιεί). Όποια εκδοχή του μύθου και να ακολουθήσουμε, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: μόλις η Ήρα είδε τον νεογέννητο Ήφαιστο, τρόμαξε και αηδίασε. Βλέπετε, ο Ήφαιστος ακόμα και μωρό ήταν άσχημος, καμία σχέση με την εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας όταν μιλάμε για θεότητες. Σαφώς εκνευρισμένη, η Ήρα πήρε το παιδί στα χέρια, πλησίασε στην άκρη του παλατιού στον Όλυμπο, το έφερε δύο σβούρες και το πέταξε εκνευρισμένη στη γη. Ο μικρός Ήφαιστος έπεφτε, και έπεφτε, και έπεφτε, ώσπου κατέληξε στη θάλασσα, κοντά στη Λήμνο. Ως θεός, όμως, δεν πέθανε από την πτώση, απλώς κουτσάθηκε. Υπάρχει και η εκδοχή που υποστηρίζει ότι ήταν χωλός από γεννησιμιού του, ή και ότι τον έριξε ο Δίας από τον Όλυμπο για άλλη αιτία, αλλά και πάλι, όποια εκδοχή και να ακολουθήσουμε, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.
Το παιδί το βρήκαν στη θάλασσα δύο θεότητες, η Ωκεανίδα Ευρυνόμη και η Νηρηίδα Θέτις, το μάζεψαν και το φρόντισαν. Πλάι στις δύο θεές μεγάλωνε ο Ήφαιστος και άρχιζε να ασχολείται με τη μεταλλουργία, στήνοντας το πρώτο του εργαστήριο στον βυθό της θάλασσας, και στη συνέχεια στο νησί της Λήμνου. Για να ευχαριστήσει τις θεές που τον έσωσαν και τον μεγάλωσαν, έφτιαχνε πολύ όμορφα κοσμήματα και στολίδια, τα οποία αυτές φορούσαν και καμάρωναν.
Ο Ήφαιστος, όμως, δεν είχε ξεχάσει τη μητέρα του και τη συμπεριφορά της απέναντί του. Γι’ αυτό, αποφάσισε να φτιάξει και σε αυτήν ένα δώρο, που θα της έμενε αξέχαστο. Άρχισε, λοιπόν, να σφυρηλατεί έναν υπέροχο θρόνο. Ήταν χρυσός, γεμάτος αστραφτερά πετράδια, που όμοιός του δεν είχε κατασκευαστεί. Όμως, ο θεός δεν έμεινε μόνο εκεί. Συνέχισε να μαστορεύει κάτι στο αμόνι του, το οποίο δεν φαινόταν δια γυμνού οφθαλμού. Μόλις τελείωσε τη δουλειά του, έστειλε τον θρόνο στον Όλυμπο, με εντολή να καθίσει η μητέρα του. Η Ήρα εντυπωσιάστηκε μόλις είδε τον θρόνο και έτρεξε να καθίσει. «Θρόνος αντάξιος της βασίλισσας του κόσμου», σκέφτηκε. Μα πάνω που αναλογιζόταν αν θα έπρεπε να ζητήσει συγγνώμη στον Ήφαιστο για αυτό που του είχε κάνει, διαπίστωσε πως δεν μπορούσε να κουνηθεί από τη θέση της. Πάσχιζε, τραβιόταν, τεντωνόταν, μα του κάκου! Τι είχε συμβεί; Ο Ήφαιστος είχε βάλει αόρατες, άσπαστες αλυσίδες, οι οποίες την έδεσαν με το που κάθισε και την κρατούσαν σφιχτά στον θρόνο. Οι φωνές της ξεσήκωσαν όλους τους θεούς. Πρώτα προσπάθησε ο Δίας να τη λύσει, αλλά δεν τα κατάφερε. Μετά πήραν σειρά οι υπόλοιποι, μέχρι και ο Άρης με τα όπλα του, αλλά με το που πλησίασε τη θεά, εκείνη απομακρυνόταν.
Ο Δίας γέλασε με το πάθημα της Ήρας και θαύμασε την πονηριά του Ηφαίστου και έστειλε τον Ερμή να του ζητήσει να τη λύσει. Ο Ερμής πέταξε στη Λήμνο και μετέφερε το θέλημα του Δία, όμως ο Ήφαιστος αδιαφορούσε πλήρως και δεν γύριζε καν να τον κοιτάξει. Άπραγος ο Ερμής γύρισε στον Όλυμπο και μετέφερε την απάντηση του Ηφαίστου στον Δία. Πετάχτηκε τότε ο Άρης και φώναξε «Τι τον παρακαλάτε; Ο Ήφαιστος μόνο με το ζόρι θα έρθει! Και θα τον φέρω εγώ δεμένο!» και ζώστηκε την πανοπλία του για να κατέβει στη Λήμνο. Πράγματι, τον βρήκε να δουλεύει στο αμόνι. Αφού τον απείλησε να πάει να λύσει τη μάνα τους και ο Ήφαιστος αδιαφορούσε, έκανε να τον πλησιάσει με το δόρυ στο χέρι. Τι ήταν να το κάνει αυτό; Ο Ήφαιστος γύρισε και με μια αστραπιαία κίνηση του δίνει ένα δυνατό χτύπημα στο κεφάλι με ένα πυρωμένο σίδερο. Φωνές ο Άρης, τον κατέκαψε το χτύπημα. Γύρισε και αυτός άπραγος στον Όλυμπο.
«Γιατί αγριεύετε τον Ήφαιστο; Εγώ ξέρω πώς θα τον φέρω εδώ», είπε τότε ο Διόνυσος. Γέμισε πολλές στάμνες με κρασί, πήρε μαζί τη συνοδεία του με τις νύμφες και τον γερο-Σειληνό και κατέβηκε στη Λήμνο. Κάθισαν ακριβώς έξω από το εργαστήρι του Ηφαίστου και το έριξαν στον χορό και στο τραγούδι. Πλησίασε ο θεός να δει τι συμβαίνει και του φώναξαν να τους κάνει παρέα. Δεν έφερε αντίρρηση αυτός και, αφού βγήκε έξω, ήπιε κρασί από ένα κύπελλο που ξεχείλιζε. Το ένα έγινε δύο, τα δύο τρία, και πριν το καταλάβει, ο Ήφαιστος είχε μεθύσει. Το τέχνασμα του Διονύσου πέτυχε. Φόρτωσαν τον Ήφαιστο πάνω σε έναν γάιδαρο και τον ανέβασαν στον Όλυμπο. Εκεί, τον πήγαν μπροστά στον χρυσό θρόνο και αυτός, χωρίς να θυμάται τι του είχε κάνει η μητέρα του, την έλυσε αμέσως και συμφιλιώθηκαν. Μάλιστα, ο Δίας του έδωσε για γυναίκα του την Αφροδίτη.
Έτσι, από τότε, ο Ήφαιστος έμεινε στον Όλυμπο, πλάι στους άλλους θεούς και έγινε ο θεός της φωτιάς και της μεταλλουργίας. Από τότε έφτιαξε πολλά εντυπωσιακά έργα, όπως την Πανδώρα, την ασπίδα του Ηρακλή, τα όπλα του Αχιλλέα, τα αυτόματα τραπεζάκια-ρομπότ με ρόδες που σέρβιραν μόνα τους και το εργαστήρι του το ίδιο (αυτόματες μηχανές και αυτόματα ρομπότ), όπως υποστηρίζει ο Όμηρος στην Ιλιάδα (Σ 372-377, 410-420, 468-473).
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Παυσανίας, Παυσανίας: Ελλάδος Περιήγησις, Αττικά – Κορινθιακά – Λακωνικά, τμ. 1., Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα
- Σταγειρίτης Αθανάσιος, Ωγυγία ή Αρχαιολογία, τμ. A΄, Εκδόσεις Διανόηση, Αθήνα, 2015
- Στεφανίδης, Μεν., Ο χρυσός θρόνος, Εκδόσεις Σίγμα, Αθήνα, 2001
- Τσοτάκου – Καρβέλη Αικ., Λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας, Έκδοση εφημερίδας Τα Νέα, 2012