14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΒιβλιοΔιαβάσαμε και προτείνουμε: «Τα τζόκεϊ καπέλα: Η "εξαφάνιση" του Άλεξ» του Μάριου...

Διαβάσαμε και προτείνουμε: «Τα τζόκεϊ καπέλα: Η “εξαφάνιση” του Άλεξ» του Μάριου Μαρκοβίτη


Της Αριάδνης – Παναγιώτας Φατσή, 

Το 2006, η εξαφάνιση του Άλεξ στη Βέροια συγκλόνισε το πανελλήνιο. Το παιδί που σύντομα αποδείχθηκε ότι είχε δολοφονηθεί από τους συμμαθητές του και, στη συνέχεια, δε βρέθηκε ποτέ δημιούργησε τεράστια αίσθηση στο ευρύ κοινό. Η υπόθεση αυτή έκανε τους πάντες να συναισθανθούν τη μητέρα του άτυχου παιδιού, που δεν ξέρει μέχρι σήμερα πού θα μπορούσε να θρηνήσει το χαμένο παιδί της, αλλά και να προβληματιστούν για την εφηβική παραβατικότητα, που σε αυτήν την περίπτωση οδήγησε μια ομάδα παιδιών να χαρακτηριστούν ως δολοφόνοι.

Πηγή Εικόνας: bookia.gr

Ο Μάριος Μαρκοβίτης, συγγραφέας του συγκεκριμένου βιβλίου, γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βέροια, ζώντας εκεί τη γεμάτη δυσκολίες δεκαετία του ’40. Ως ψυχίατρος παιδιών και εφήβων, η τύχη του επεφύλασσε να οριστεί πραγματογνώμονας στη συγκεκριμένη δίκη. Πρόκειται για το δεύτερο βιβλίο του Μαρκοβίτη, ο οποίος έκανε ιδιαίτερη αίσθηση με το Όχι, δεν είμαι εχθρός του λαού, το οποίο κυκλοφορεί επίσης από τις Εκδόσεις Επίκεντρο. Το νέο βιβλίο τιτλοφορείται Τα τζόκεϊ καπέλα: Η «εξαφάνιση» του Άλεξ και κυκλοφόρησε το 2022. Μέσα από τον καθορισμό του ως πραγματογνώμονα για τη συγκεκριμένη υπόθεση, ο Μαρκοβίτης στο βιβλίο του επιχειρεί μια κριτική ανάλυση αυτών των παιδιών, που βρέθηκαν τόσο νέα σε έναν δρόμο ακραίας παραβατικότητας. Αναπόφευκτα, το γεγονός ότι για να λάβει μέρος στις διαδικασίες έπρεπε να ταξιδεύει συχνά στη Βέροια, συνέδεσε τις καταστάσεις αυτές με τις μνήμες του από τη δική του ζωή και τα παιδικά του χρόνια σε αυτήν την πόλη.

Η αφήγηση του βιβλίου από ένα σημείο και μετά γίνεται διπλή. Στο πρώτο πλάνο, ο αναγνώστης διαβάζει τις ενέργειες του πραγματογνώμονα Μαρκοβίτη για τις διαδικασίες της δίκης και πληροφορίες για τους δράστες, ενώ σε δεύτερο πλάνο διαφαίνονται τα βιώματα του συγγραφέα από τη δική του παιδική ηλικία στη Βέροια. Στη δεκαετία του ’40, τα βιώματα από την Κατοχή και μετέπειτα τον Εμφύλιο συνδυάστηκαν στις εμπειρίες του συγγραφέα με τη φιγούρα της γιαγιάς που κρατούσε το νοικοκυριό και της μητέρας που ήταν πολύ περισσότερο παρούσα στη ζωή των παιδιών από τον πατέρα. Το έργο δείχνει να βασίζεται σε μια αναλογία – ο συγγραφέας ουσιαστικά θυμάται τη δική του παιδική ηλικία, σαν να προσπαθεί να αναζητήσει τις αιτίες που οι δολοφόνοι του Άλεξ ακολούθησαν αυτόν τον δρόμο.

Το ότι ο Μαρκοβίτης είναι ψυχίατρος παιδιών και εφήβων είναι εμφανές από το πόσο κοντά μας φέρνει στις σκηνές που περιγράφει. Η επιστημονική του ματιά είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, καθώς παρατηρούμε το δειλό παιδί της παρέας, που αποφάσισε πως αξίζει περισσότερο να ανήκει στην ομάδα των συνομηλίκων του παρά να σεβαστεί τον συνάνθρωπό του, να αρχίζει τον κύκλο εξομολογήσεων στην Αστυνομία, επηρεασμένο από το γενικότερο κλίμα μιας πόλης που περίμενε ακόμη την επιστροφή του Άλεξ, χωρίς να διανοείται τη φρικτή αλήθεια. Η επιστημονική αρτιότητα του Μαρκοβίτη διαφαίνεται σε πολλά σημεία, καθώς ακόμη και όταν περιγράφει τις πιο πρόσφατες δηλώσεις ενός από την παρέα αυτή, κατά τον οποίο το περιστατικό με τον Άλεξ «είναι πια σαν να μην έγινε ποτέ», αναφέρει μεν ότι η στάση αυτή είναι σκληρή και αμετανόητη, αλλά δε φτάνει σε χαρακτηρισμούς, ούτε επιλέγει να περιγράψει τα παιδιά αυτά όπως αντιμετωπίστηκαν από μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ και άλλους επιστήμονες, που τον καιρό εκείνο έφταναν να τα συγκρίνουν με διαβόητους κακοποιούς.

Η γραφή του Μαρκοβίτη, όμως, δεν έχει ως στόχο την πόλωση, ούτε να κατηγορήσει απλώς τα άτομα αυτά. Μέσα από τη γνώση του για τα ζητήματα της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, εξηγεί ότι στις εύθραυστες μεταβατικές ηλικίες δεν είναι ασυνήθιστο ένα παιδί να κάνει ακόμη και πράγματα που δε θα επέλεγε κανονικά, προκειμένου να ενταχθεί σε μια παρέα. Οι παρέες των εφήβων έχουν δικούς τους κώδικες επικοινωνίας, τους οποίους  το κάθε νέο μέλος καλείται να υιοθετήσει, για να ανήκει στο σύνολο. Ο συγγραφέας είναι άξιος επαίνου για την επιστημονικότητα με την οποία προσεγγίζει το ζήτημα, καθώς σε κανένα σημείο δεν επικρίνει τα παιδιά αυτά, αλλά σε όλο το έργο προσπαθεί να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά τους, χωρίς, φυσικά, αυτό να σημαίνει ότι τη δικαιολογεί.

Πηγή Εικόνας: Twitter / Εκδόσεις Επίκεντρο

Ο τίτλος του βιβλίου αποτελεί μια ανάμνηση του συγγραφέα από τρεις από τους πέντε ανηλίκους, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της εξέτασης, αλλά και γενικά στην κοινωνική τους ζωή, είχαν υιοθετήσει μετά το περιστατικό τη συνήθεια να φορούν τζόκεϊ καπέλα και, μάλιστα, να οργίζονται σε περίπτωση που κανείς προσπαθούσε να τους τα βγάλει, ακόμη και για αστείο. Παράλληλα με την αναφορά στην αυξανόμενη σχολική τους αποτυχία, ο συγγραφέας κατανοεί την επιλογή των καπέλων ως κάτι που διαφοροποιούσε την παρέα αυτή από τους συμμαθητές τους, αλλά και συνάμα από την υπόλοιπη κοινωνία, που τους θεωρούσε εγκληματίες. Ο συγγραφέας κλείνει το βιβλίο με την ελπίδα να μπορέσουν να προχωρήσουν αυτά τα άτομα στη ζωή τους, επιλέγοντας έναν συγκρατημένα αισιόδοξο τόνο. Αν και η αγανάκτηση για τα άτομα που προκάλεσαν αυτόν τον χαμό, και ακόμη περισσότερο για τους ενηλίκους που συγκάλυψαν το έγκλημα, δεν μπορεί παρά να είναι δικαιολογημένη, το βιβλίο αυτό υιοθετεί μια διαφορετική οπτική και αποτελεί ένα ανάγνωσμα που θα προτείναμε σε όλους και όλες, αλλά ιδιαίτερα σε άτομα που ασχολούνται με την παιδική ψυχολογία.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αριάδνη-Παναγιώτα Φατσή
Αριάδνη-Παναγιώτα Φατσή
Γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής στο ΕΚΠΑ. Αναπτύσσει ιδιαίτερη δράση σε φοιτητικούς οργανισμούς και εκδηλώσεις, βρίσκεται στο διοικητικό συμβούλιο της Unique Minds και έχει συμμετάσχει σε πολλά συνέδρια και ημερίδες. Την ενδιαφέρει η συγγραφή νομικών και λογοτεχνικών άρθρων, τάσεις τις οποίες ικανοποιεί η συμμετοχή της στο OffLine Post. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.