Της Χιόνας Οικονομάκη,
Γεννημένος στις 10 Σεπτεμβρίου του 1927, ο Γεράσιμος Σκλάβος υπήρξε γόνος μιας αγροτικής, πολυμελούς οικογένειας, αφού ήταν το τέταρτο από τα οκτώ παιδιά του Σταύρου Σκλάβου. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Ντομάτα Κεφαλληνίας, με τον πατέρα του να φιλοδοξεί πως ο γιος του θα γίνει ναυτικός. Εκείνος, όμως, είχε άλλα σχέδια, επιθυμώντας να γίνει πιλότος, ένα όνειρο που δεν πραγματοποιήθηκε εξαιτίας κάποιου οφθαλμολογικού του προβλήματος. Ο Γεράσιμος, τότε, θα πάρει μία αυθόρμητη απόφαση, που θα του καθορίσει τη ζωή περισσότερο απ’ ότι μπορεί να φανταζόταν: Αποφάσισε να σπουδάσει γλυπτική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας.
Η απόφαση αυτή δεν ήταν, βέβαια, ασυνείδητη, αφού ο ίδιος ως παιδί αγαπούσε να πλάθει μορφές και σχήματα από την άμμο ή και το χιόνι, σε μία διαδικασία από την οποία μαγευόταν. Το ταξίδι του στον κόσμο της τέχνης, γενικότερα, και της γλυπτικής, ειδικότερα, θα είναι μαγικό. Αναλυτικότερα, μαθητεύει πλάι στον κορυφαίο γλύπτη Μιχάλη Τόμπρο και καταφέρνει να εξασφαλίσει υποτροφία στο Παρίσι, όπου και συνέχισε τις σπουδές του πλάι σε καταξιωμένους καλλιτέχνες. Ο Κριστιάν Ζερβός, ιστορικός τέχνης και κριτικός, θα είναι ένας από τους ανθρώπους, με τους οποίους ο Σκλάβος θα αναπτύξει φιλικές σχέσεις, και από τους οποίους θα επηρεαστεί. Στο Παρίσι, ο γλύπτης θα αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην τέχνη του και θα διαπρέψει.
Μπορεί να ξεκίνησε να σμιλεύει τα υλικά του με μία πιο ανθρωποκεντρική προσέγγιση, αλλά στη συνέχεια απομακρύνθηκε από αυτή την τάση. Αντλώντας έμπνευση από τη φύση και τα στοιχεία της, επεδίωξε να δημιουργήσει έργα πιο αφηρημένα, που κινούνταν ανάμεσα στη γεωμετρία και την οργανική αφαίρεση. Αυτή του, ακριβώς, η προτίμηση στα σκληρά υλικά αποτέλεσε το κίνητρο πίσω από μία σπουδαία δημιουργία του.
Πιο συγκεκριμένα, ο γλύπτης εφηύρε ένα μηχάνημα, το οποίο με τη βοήθεια της φωτιάς του επέτρεπε να επεξεργάζεται με άνεση ακόμη και τα πιο δύσκολα υλικά, δίνοντάς του ακόμη και τη δυνατότητα να χαράζει τις σκληρότερες πέτρες. Το εν λόγω μηχάνημα εκτίνασσε οξυγόνο και ακετυλένιο, κάτι που επέτρεπε στον γλύπτη να δουλεύει με όποιο υλικό επιθυμούσε, ανεξάρτητα από το αν ήταν εύκολο στην επεξεργασία του ή όχι. Ο καλλιτέχνης, μάλιστα, ονόμασε τη συγκεκριμένη τεχνική, που ο ίδιος παγίωσε, «τηλεγλυπτική». Αξίζει, επιπλέον, να σημειώσουμε πως το Υπουργείο Βιομηχανίας της Γαλλίας του απένειμε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την προαναφερθείσα δημιουργία του.
Η πρώτη του έκθεση γλυπτικής εκπονήθηκε το 1961 και η επιτυχία που σημειώθηκε ήταν ικανοποιητική σε διεθνές επίπεδο. Το συγκεκριμένο έτος θα είναι καθοριστικό για τον Σκλάβο, αφού θα αποσπάσει το Α’ Βραβείο Γλυπτικής και το Βραβείο Καλλιτεχνών στη Β’ Μπιενάλε Νέων του Παρισιού. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1965, θα παρουσιάσει ορισμένα από τα έργα του στα «Παναθήναια της Γλυπτικής», στην Αθήνα, ενώ το γλυπτό του “La Passante”, κατασκευασμένο από πεντελικό μάρμαρο, θα στεγαστεί στην Εθνική Πινακοθήκη. Την επόμενη χρονιά, θα πραγματοποιήσει μία ακόμη ατομική έκθεση στο Χίλτον της Αθήνας. Κανείς, όμως, δεν φανταζόταν πως θα ήταν η τελευταία του.
Ήταν βράδυ της 28ης Ιανουαρίου του 1967, όταν ο Γεράσιμος Σκλάβος έφτασε στο ατελιέ του για να δουλέψει. Εξαιτίας μίας καμένης ασφάλειας, όμως, ο χώρος του είχε βυθιστεί στο σκοτάδι. Ο ίδιος, επιχειρώντας να ανέβει στο επάνω πάτωμα του ατελιέ του, σκόνταψε σε ένα από τα ογκώδη γλυπτά του. Το γλυπτό έπεσε και καταπλάκωσε το δημιουργό του, ο οποίος κατέληξε. Ο τίτλος του μοιραίου γλυπτού ήταν: «Η φίλη που δεν έμενε». Νωρίτερα εκείνη τη μέρα, ο σπουδαίος γλύπτης είχε ολοκληρώσει το έργο του με τίτλο «Η τελευταία ενόραση», για το οποίο –σχεδόν προφητικά– είχε γράψει: «Κι αν μείνει μες στο σκοτάδι, γράψε με τα μάτια της ψυχής».
Ο Γεράσιμος Σκλάβος, λοιπόν, ήταν ένας γλύπτης παθιασμένος με το αντικείμενό του, ενώ ξεχώριζε για τη δημιουργικότητα και την εφευρετικότητά του. Ένας άνθρωπος που έχασε τη ζωή του στα 39, μόλις, χρόνια του, αλλά άφησε πίσω του σπουδαία καλλιτεχνική παραγωγή και το προσωπικό του αποτύπωμα στο πεδίο της γλυπτικής. Ο θάνατός του ήταν τραγικός, αφού σκοτώθηκε από το ίδιο του το δημιούργημα, όμως θα μείνει για πάντα στην ιστορία ως «Ο γλύπτης των μεγάλων όγκων». Ακόμα, έγραψε: «Εάν το φως και η φωτιά είναι αρχή της δημιουργίας, τότε με το φως και τη φωτιά θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε, να προσθέσουμε, αλλά και να αφαιρέσουμε ή να αλλάξουμε τη μορφή του σύμπαντος».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ο Έλληνας γλύπτης που σκοτώθηκε από το ίδιο του το έργο, βάρους 500 κιλών. Η περιπέτεια του μοιραίου γλυπτού που εκτίθεται στους Δελφούς, mixanitouxronou.gr, διαθέσιμο εδώ
- Γεράσιμος Σκλάβος, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ