Της Μαριάννας Καλτσά,
Η διάρθρωση μιας ανώνυμης εταιρείας έγκειται στον ηγετικό ρόλο της γενικής συνελεύσεως, που είναι το ανώτατο όργανο του εταιρικού μορφώματος, και στο διοικητικό συμβούλιο ως το εξέχον αντιπροσωπευτικό όργανο της ΑΕ. Το τελευταίο είναι επιφορτισμένο με τη διοίκηση –εν γένει– της εταιρείας και, ειδικότερα, την εκπροσώπησή της, τόσο δικαστική όσο και εξώδικη.
Αναμφίβολα, εντός των ανατιθέμενων στο ΔΣ της εταιρείας καθηκόντων είναι η σύναψη συμβάσεων για την προαγωγή του εταιρικού σκοπού. Ζήτημα γεννάται, βέβαια, σε ποιες περιπτώσεις και υπό ποιες προϋποθέσεις αναφύεται ζήτημα ακυρότητας των εν λόγω συμβάσεων. Με την ενσωμάτωση των Οδηγιών 2007/36/ΕΚ και 2017/828/ΕΕ, το άρθρο του 99 του αναμορφωμένου –πλέον– εταιρικού κώδικα ορίζει ότι απαγορεύεται τόσο η σύναψη οποιωνδήποτε συμβάσεων της εταιρείας με μέλη του ΔΣ, πρόσωπα που ελέγχουν την εταιρεία, καθώς και με στενά μέλη της οικογενείας των προσώπων αυτών όσο κι η παροχή ασφαλειών και εγγυήσεων προς τρίτους υπέρ των προσώπων αυτών.
Πρακτική συνέπεια της νομοθετικής αυτής επιταγής είναι η ακυρότητα της τυχόν συναφθείσας σύμβασης. Αν και στο α. 99 γίνεται σαφής αναφορά στα πρόσωπα που χαρακτηρίζονται από τον νομοθέτη ως συνδεδεμένα, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί η έννοια των «στενών οικογενειακών μελών». Ως τέτοια αντιμετωπίζονται τα πρόσωπα, τα οποία είναι σε θέση να επηρεάζουν τα πρόσωπα που σχετίζονται με την εταιρεία κατά την ενασχόλησή τους μ΄ αυτήν. Έτσι, στην έννοια αυτή εντάσσονται ο/η σύζυγος–σύντροφος, τα εξαρτώμενα μέλη, συμπεριλαμβανομένων των ανιόντων και κατιόντων συγγενών του εταίρου.
Ωστόσο, η διάταξη του νόμου δεν είναι παντελώς απαγορευτική, αφήνοντας ένα περιθώριο εγκυροποίησης τέτοιου είδους συμβάσεων. Αρχικά, στην περίπτωση που το ΔΣ χορηγήσει σχετική άδεια διάρκειας 6 μηνών για την κατάρτιση των επικείμενων συμβάσεων, αυτές απαλλάσσονται από το στίγμα της ακυρότητας. Αν, όμως, πρόκειται για σειρά επαναλαμβανόμενων συμβάσεων με το ίδιο πρόσωπο είναι δυνατό να δοθεί ενιαία άδεια σύναψης, που ορίζει τα χαρακτηριστικά των συμβάσεων, όπου σ΄ αυτή την περίπτωση θα έχει διάρκεια ενός έτους. Η σχετική ανακοίνωση για τη χορήγηση της άδειας δημοσιεύεται στον διαδικτυακό τόπο του ΓΕΜΗ και αν κάποια μερίδα μετόχων επιθυμεί να εναντιωθεί στην τυχόν σύναψη μιας τέτοιας σύμβασης μπορεί, εφόσον εκπροσωπεί το 1/20 του κεφαλαίου, να ζητήσει τη σύγκληση γενικής συνέλευσης, για να αποφασίσει αυτή για το ζήτημα της παροχής της άδειας εντός 10 ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης για χορήγηση άδειας από το ΔΣ.
Να τονιστεί, επίσης, ότι πράξεις που εμπίπτουν στην έννοια των τρεχουσών συναλλαγών της εταιρείας με τα συγκεκριμένα πρόσωπα, δηλαδή εκείνες που είναι συνήθεις σε σχέση με τις εργασίες και το αντικείμενο της εταιρείας, είναι ανάλογες ως προς το είδος και το μέγεθός τους, συνάπτονται με τους συνήθεις όρους της αγοράς και είναι καθόλα επιτρεπτές. Το προαναφερθέν άρθρο παραθέτει μια σειρά ενεργειών της εταιρείας με συνδεδεμένα μέρη, οι οποίες είναι έγκυρες, μεταξύ των οποίων παρατίθενται ενδεικτικά: συμβάσεις της εταιρείας με τους μετόχους της, εφόσον αυτή η δυνατότητα παρέχεται σε όλους τους μετόχους με τους ίδιους όρους και διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των μετόχων, συμβάσεις με εκατό τοις εκατό (100%) θυγατρική, στην οποία δε μετέχει κανένα πρόσωπο συνδεδεμένο, ή συμβάσεις παροχής ασφαλειών ή εγγυήσεων υπέρ αυτών.
Βέβαια, η απαγόρευση σύναψης συμβάσεων μεταξύ της ανώνυμης εταιρείας και των συνδεδεμένων μερών επεκτείνεται ειδικότερα και σε αγοροπωλησίες που λαμβάνουν χώρα μεταξύ αυτών των μερών. Συγκεκριμένα, εντός των δύο πρώτων ετών από τη σύσταση της εταιρείας απαγορεύεται η απόκτηση οποιουδήποτε στοιχείου του ενεργητικού με τίμημα ανώτερο του ενός δεκάτου (1/10) του κεφαλαίου που έχει καταβληθεί, εφόσον πωλητές είναι ιδρυτές, μέτοχοι εκπροσωπούντες ποσοστό μεγαλύτερο του ενός εικοστού (1/20) του καταβεβλημένου κεφαλαίου, μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, τα στενά μέλη οικογένειας των παραπάνω προσώπων και εταιρείες που ελέγχονται από τα παραπάνω πρόσωπα. Το ίδιο ισχύει και αν ο πωλητής απέκτησε το στοιχείο που μεταβιβάζεται από κάποιο από αυτά τα πρόσωπα μέσα στους προηγούμενους δώδεκα (12) μήνες από την υπογραφή του καταστατικού. Εν τούτοις, αν παρασχεθεί σχετική έγκριση από τη γενική συνέλευση και γίνει αποτίμηση των στοιχείων που μεταβιβάζονται κατά τα άρθρα 17 και 18 του ν.4548/2018, η διενεργηθείσα πράξη είναι έγκυρη και ισχύει κανονικά.
Το άρθρο 97 του Νόμου 4548/2018 αναφέρει ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και κάθε τρίτο πρόσωπο, στο οποίο έχουν ανατεθεί αρμοδιότητες διαχείρισης και εκπροσώπησης –υποκατάστατο όργανο– έχουν υποχρέωση πίστεως απέναντι στην εταιρεία. Αυτή η βασική υποχρέωση των μελών διακυβεύεται με τη σύναψη των παραπάνω συμβάσεων, γεγονός που φανερώνει τη φιλοσοφία του άρθρου 99, που ενσωμάτωσε τις ευρωπαϊκές οδηγίες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Σπύρος Δ. Ψυχομάνης, Πτωχευτικό Δίκαιο, με βάση τον νόμο 4738/2020, Εκδόσεις Σάκκουλα, θ΄ έκδοση 2021