Του Μενέλαου Γιώτη,
Εκλογικό σύστημα στην Ελλάδα: Ιστορία από 1974 μέχρι σήμερα
Από την έναρξη της περιόδου της 3ης Ελληνικής Δημοκρατίας, το εκλογικό σύστημα για την κατανομή των εδρών στη Βουλή πέρασε από μερικά στάδια. Όλα, όμως, είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Όλα τα συστήματα ήταν διάφορες παραλλαγές της ενισχυμένης αναλογικής. Η ενισχυμένη αναλογική είναι ένα σύστημα που στην ουσία «πριμοδοτεί» το πρώτο σε ψήφους κόμμα/συνδυασμό με έναν επιπλέον αριθμό εδρών ως μπόνους, με σκοπό τη διευκόλυνση του σχηματισμού σταθερής Κυβέρνησης. Δηλαδή, συμφωνήσαμε σαν σύστημα να θυσιάσουμε ένα μέρος αναλογικής εκπροσώπησης, για να κερδίσουμε περισσότερη πολιτική σταθερότητα. Η λογική πίσω από αυτή την επιλογή ήταν η λογική της «ισχυρής Κυβέρνησης», ή ακόμα πιο συγκεκριμένα η λογική των αυτοδύναμων Κυβερνήσεων. Έως το 2012, τα κυβερνητικά κόμματα της εποχής (Νέα Δημοκρατία – ΠΑ.ΣΟ.Κ.) πετύχαιναν τέτοια ποσοστά, έτσι ώστε να μπορούν, λαμβάνοντας το μπόνους των 40 ή 50 εδρών, να σχηματίζουν αυτοδύναμες και ισχυρές Κυβερνήσεις.
Η λογική της «ισχυρής Κυβέρνησης» μέσω του μπόνους των εδρών, μπορεί να προσέφερε μια σχετική λύση για το θέμα της κυβερνησιμότητας, το οποίο μεταξύ άλλων, ήταν ένα από τα μεγάλα προβλήματα που οδήγησαν στη δικτατορία του 1967 – 1974. Η ενισχυμένη αναλογική έδειχνε να λύνει για πολλές δεκαετίες το πρόβλημα αυτό. Ωστόσο, πολλές φορές γινόταν εξαιρετικά αντιληπτό το ζήτημα Δημοκρατίας, που υπέβοσκε πίσω από τον όρο «σταθερότητα». Με το πέρασμα των δεκαετιών, η λογική της «ισχυρής Κυβέρνησης» οδήγησε πολλές φορές στη λογική του «αποφασίζουμε και διατάζουμε» και αυτό να έχει σαν αποτέλεσμα έναν τόσο έντονο διπολισμό των δυο κομμάτων εξουσίας, έτσι ώστε να δημιουργείται ένα αρκετά τοξικό κλίμα στην κοινωνία και στα κόμματα, με τον κίνδυνο να οδηγηθούμε σε διχασμό. Αυτό οδηγούσε σε έναν έντονο δικομματισμό, που τα δυο «μεγάλα» κόμματα συγκέντρωναν αθροιστικά πάνω από 80% – 85%. Αυτό πρακτικά μετέτρεπε τα μικρότερα κόμματα σε «διακοσμητικά» στοιχεία του Κοινοβουλίου, καθώς σε καθεστώς των αυτοδύναμων μονοκομματικών Κυβερνήσεων, δεν είχαν καμία δύναμη, ούτε ως αντιπολίτευση, αλλά ούτε και ως κυβερνητικός εταίρος.
Τι ακριβώς είναι η απλή αναλογική και τι σημαίνει στην πράξη;
Το 2016, η Κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προσπάθησε να χαράξει ένα νέο δρόμο όσον αφορά το εκλογικό σύστημα. Η νομοθέτηση της απλής αναλογικής ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση για το πως θέλουμε να λειτουργεί ένα συγκεκριμένο κομμάτι του δημοκρατικού μας συστήματος. Η απλή αναλογική δεν απορρίπτει το ενδεχόμενο της μονοκομματικής αυτοδύναμης Κυβέρνησης, αλλά σίγουρα ενθαρρύνει τη συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων, την προγραμματική σύγκλιση και εν τέλη την αναβάθμιση του Κοινοβουλίου. Δηλαδή, από τη λογική της «ισχυρής Κυβέρνησης» περνάμε στην λογική του «ισχυρού Κοινοβουλίου». Η απλή αναλογική στην πράξη είναι η 100% αναλογική εκπροσώπηση των πολιτικών δυνάμεων στο εθνικό Κοινοβούλιο. Αυτό σημαίνει πως ξεχνάμε τα μπόνους των επιπλέον εδρών στο κόμμα που παίρνει τις περισσότερες ψήφους. Αυτό αναγκαστικά θα οδηγήσει τις πολιτικές δυνάμεις σε συνεργασίες, προκειμένου να σχηματιστεί Κυβέρνηση.
Οι πολέμιοι της απλής αναλογικής δεν είναι άλλοι από τις πολιτικές δυνάμεις που βολεύονται από την ενισχυμένη αναλογική. Είτε διότι τα κόμματα εξουσίας έχουν γαλουχηθεί με τις αυτοδύναμες Κυβερνήσεις και τόσα χρόνια έχουν αποκτήσει μια αλαζονική συμπεριφορά, είτε διότι ορισμένα κόμματα βολεύονταν με το καθεστώς αυτό και ποτέ δεν ήταν αναγκασμένα να παίρνουν θέσεις πάνω σε σοβαρά ζητήματα. Αντιθέτως, τους εξυπηρετούσε να κρατούν ίσες αποστάσεις, προκειμένου να συνεχίζουν να έχουν λόγο ύπαρξης. Άρα, η απλή αναλογική, αναβαθμίζει σε μεγάλο βαθμό τον θεσμό του Κοινοβουλίου, αλλά και τις πολιτικές δυνάμεις που το εκπροσωπούν. Αυτό ισχύει διότι δεν είναι μόνο ότι πλέον ένα κόμμα δεν θα ορίζει από μόνο του την πολιτική της χώρας, αλλά ένας κυβερνητικός συνασπισμός, που λαμβάνει στα σοβαρά την έννοια της δημόσιας και κοινοβουλευτικής διαβούλευσης.
Εκλογές 2023: Δύο προτάσεις για τη διακυβέρνηση της χώρας
Φτάνοντας στο 2023 και στις επερχόμενες εκλογές, έχουμε πάνω στο τραπέζι δύο προτάσεις για τη διακυβέρνηση της χώρας. Η μια πρόταση είναι του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και αφορά τη λογική της «ισχυρής Κυβέρνησης» όπως προείπαμε. Στον αντίποδα, η δεύτερη είναι η πρόταση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος στηρίζει τη λογική του «ισχυρού Κοινοβουλίου» μέσω της απλής αναλογικής.
Ο νέος εκλογικός νόμος, που ψηφίστηκε από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη, δίνει ένα κλιμακωτό μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα. Αν και με αυτό το μπόνους είναι δύσκολο να αποκτήσει ένα κόμμα 151 έδρες, ο σχηματισμός Κυβέρνησης θα είναι πιο εύκολος π.χ. έχοντας κερδίσει 145 έδρες, παρά έχοντας π.χ. 110 έδρες, καθώς οι πιέσεις στα υπόλοιπα μικρότερα κόμματα θα είναι μεγαλύτερες και το πρώτο κόμμα θα έχει μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ στις διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια των διερευνητικών εντολών. Ο ισχύον νόμος, της απλής αναλογικής, θα αποτυπώσει σε πρώτη φάση τον ακριβή αριθμό εδρών που δικαιούται το κάθε κόμμα στη Βουλή. Σε δεύτερη φάση, θα ακολουθήσουν οι διερευνητικές εντολές, όπως ορίζει το Σύνταγμα, με σκοπό τον σχηματισμό Κυβέρνησης, που θα απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Σε αυτό το σημείο είναι και το μεγαλύτερο στοίχημα για το πολιτικό μας σύστημα, αλλά και για τον λαό, όσον αφορά με το τι κριτήρια θα ψηφίσει.
Συνηθίζουμε στην Ελλάδα να ταυτίζουμε οπωσδήποτε το πρώτο σε ψήφους κόμμα με την Κυβέρνηση. Αυτό μπορεί να αλλάξει με την απλή αναλογική, καθώς σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον κανονισμό της Βουλής, είναι άλλο πράγμα η νίκη στις εκλογές και άλλο το να σχηματιστεί Κυβέρνηση. Για να το θέσουμε αλλιώς, μπορεί ένα κόμμα να λάβει ως νικητής των εκλογών 120 έδρες, αλλά κάλλιστα ένας συνασπισμός κομμάτων που θα έρθουν σε μια προγραμματική σύγκλιση πριν ή μετά τις εκλογές να καταφέρει να συγκεντρώσει τον αριθμό 151 εδρών, έτσι ώστε να σχηματιστεί Κυβέρνηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Σουηδία. Μπορεί το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα να κέρδισε τις εκλογές ως πρώτη πολιτική δύναμη, αλλά ο αντίπαλος συνασπισμός των κομμάτων κατάφερε να κερδίσει την πλειοψηφία στις έδρες, με αποτέλεσμα να σχηματίσει Κυβέρνηση. Με αυτό τον τρόπο στο πολιτικό σύστημα κυριαρχεί ένα ισχυρό Κοινοβούλιο, που ορίζει, ελέγχει, στηρίζει και ρίχνει τις Κυβερνήσεις, με όλες τις πολιτικές δυνάμεις του Κοινοβουλίου να έχουν αυξημένο και ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση των νομοσχεδίων και των πολιτικών αποφάσεων.
Στο τέλος της ημέρας θα δείξει κατά πόσο είμαστε έτοιμοι για μια τέτοια ριζοσπαστική αλλαγή στο πολιτικό μας σύστημα. Θα επιλέξουμε μια νοθευμένη κατανομή εδρών με μοναδικό κριτήριο να έχουμε ισχυρή Κυβέρνηση, χωρίς να μας ενδιαφέρει πως αυτή η δύναμη προέρχεται από την αδικία προς τα υπόλοιπα κόμματα, ή θα πάρουμε την απόφαση να σκεφτούμε διαφορετικά, πιο ώριμα, πιο δημοκρατικά; Διότι η απλή αναλογική απαιτεί αν μη τι άλλο ωριμότητα και νηφαλιότητα στις επιλογές μας την ώρα που θα ρίχνουμε την ψήφο μας στην κάλπη. Η ιστορία πράγματι δεν είναι με το μέρος μας. Όμως, η ιστορία στην πολιτική ζωή μπορεί να έχει την τάση να επαναλαμβάνεται. Πολλές φορές, όμως, κρύβει ένα σωρό εκπλήξεις και ανατροπές. Σε μια τέτοια έχω την εντύπωση και την προσδοκία πως πρέπει να ελπίζουμε. Σε μια ερώτηση καλούμαστε να απαντήσουμε όλοι και όλες. Ισχυροποιημένη Κυβέρνηση με περιορισμένη επιρροή του εθνικού Κοινοβουλίου ή ένα ισχυρό Κοινοβούλιο, που θα παίζει καθοριστικό και ενεργό ρόλο στις αποφάσεις των Κυβερνήσεων και θα υπάρχει μια καλύτερη και πιο δίκαιη ποιότητα Δημοκρατίας;
Σε λίγους μήνες θα παρθεί η απόφαση από όλες και όλους μας. Μέχρι τότε, το καλύτερο πράγμα που χρειάζεται να σκεφτούμε σοβαρά είναι τι είδους διακυβέρνηση μας αξίζει και έχουμε ανάγκη για την επόμενη μέρα.