Της Καρολίνας Σόμπτσυκ,
Σε όλο το εύρος της ελληνικής μυθολογίας, υπάρχουν περιπτώσεις προσώπων, τα οποία οι πληροφορίες που σώζονται μέχρι σήμερα τα τοποθετούν σε χώρο και χρόνο διαφορετικό, ανάλογα με τον αναφερόμενο μύθο. Ένα τέτοιο πρόσωπο αποτελεί ο Σαρπηδών.
Ο Σαρπηδών αναφέρεται καταρχάς ως τέκνο του Δία και της Ευρώπης, αδερφός των Μίνωα και του Ραδάμανθυ και θετός γιος του βασιλιά της Κρήτης, Αστερίωνα. Περαιτέρω πηγές, όμως, τον θέλουν γιο του Δία από τη Λαοδάμεια, την κόρη του Κορίνθιου ήρωα Βελλερεφόντη, ο οποίος μετέβη στη Λυκία, στα νοτιοδυτικά της Μ. Ασίας, εξόντωσε με τη βοήθεια του Πήγασου την τερατώδη χίμαιρα και παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά Ιοβάτη. Βέβαια, όπως συνηθίζεται στην ιστορική και μυθική παράδοση ανά τον κόσμο, οι άνθρωποι μέσα στο χρόνο προσπάθησαν να αιτιολογήσουν την κινητικότητα των λαών. Συνεπώς, οι παρούσες ιστορίες εισάγουν αφενός τις αποικιακές επιχειρήσεις των Κρητών στη Μ. Ασία, αφετέρου την «ελληνοποίηση» του Βελλερεφόντη από ήρωα της ανατολικής Μεσογείου. Επιπλέον, επειδή οι περιπέτειες του Σαρπηδόνα καλύπτουν χρονικά ένα αρκετά μεγάλο διάστημα, γίνεται μυθολογικά δεκτό ότι ο πατέρας του, ο Δίας, του είχε παραχωρήσει το δικαίωμα να ζήσει για τρεις συνεχόμενες γενιές ανθρώπων.
Εστιάζοντας στον πρώτο κύριο μύθο -εκείνον σε κρητικό έδαφος- και με βάση συγγραφείς μεταγενέστερων του Ομήρου, βλέπουμε το Σαρπηδόνα να έρχεται σε ρήξη με τον αδερφό του Μίνωα, διεκδικώντας τον θρόνο του νησιού, μετά το θάνατο του Αστερίωνα. Αναφέρεται παράλληλα και η άποψη ότι η αφορμή της ρήξης δόθηκε, όταν τα δυο αδέλφια ερωτεύτηκαν τον ίδιο νέο, τον Μίλητο, ο οποίος προτίμησε τον Σαρπηδόνα. Για να γλιτώσουν, λοιπόν, και στις δυο εκδοχές από την οργή του Μίνωα, κατέφυγαν μαζί στη νότια Μ. Ασία. Εκεί ο Σαρπηδών συμμάχησε με τον Κίλικα, βασιλιά της ομώνυμης περιοχής, τον βοήθησε να επιβληθεί των Λυκίων και έλαβε ως ανταμοιβή τη βασιλεία της χώρας. Κατά άλλη εκδοχή, τη βασιλεία ανέλαβε ο Σαρπηδών, μετά από απόφαση των αδερφών της μητέρας του, Ιππόλοχου και Ίσανδρου, οι οποίοι δε μπορούσαν να συμφωνήσουν, ποιος θα αναλάμβανε το θρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα των τριών, Βελλερεφόντη.
Τον δεύτερο μεγάλο μύθο που αναφέρεται στον ήρωα εξιστορεί ο Όμηρος στην Ιλιάδα, αρκετούς αιώνες νωρίτερα. Ο ομηρικός Σαρπηδών συμμετέχει ως αρχηγός των γενναίων Λυκίων στον Τρωικό Πόλεμο, στο πλευρό των Μικρασιατών. Σύντροφός του αναφέρεται ο Γλαύκος, επίσης εγγονός του Βελλερεφόντη. Ο ήρωας περιγράφεται ως ένας εξαίρετος πολεμιστής, βεληνεκούς του ίδιου του Έκτορα, τον οποίον μάλιστα επέπληξε σε κάποια στιγμή ανάμεσα στις μάχες για κάποιο στρατηγικό ζήτημα. Επίσης, ήταν αυτός και ο Αινείας, γιος του βασιλικής καταγωγής Τρώα Αγχίση και της θεάς Αφροδίτης, οι μοναδικοί γιοι θεών που πολέμησαν στην τρωική παράταξη. Στο πεδίο, λοιπόν, της μάχης ανταλλάσσει προσβολές με τον Έλληνα Τληπόλεμο, γιο του Ηρακλή, τον σκοτώνει, και ο ίδιος γλιτώνει με έναν τραυματισμό στο μηρό.
Αργότερα, στην αντιπαράθεση που έμελλε να είναι η τελευταία του, διαπιστώνοντας την επικείμενη ήττα της παράταξής του, προσφέρεται να μονομαχήσει προσωπικά με τον Πάτροκλο, που τότε ηγούνταν των Ελλήνων. Ο Δίας λυπήθηκε για το βέβαιο θάνατο του γιου του Ωστόσο, η Ήρα τον προέτρεψε να μην επέμβει στη μοίρα του ήρωα, διότι θα προκαλούσε τις αντιδράσεις των υπολοίπων θεών, που είχαν και αυτοί παιδιά τα οποία πολεμούσαν. Στην άγρια και ισάξια μονομαχία που ακολούθησε, ο Πάτροκλος με τα όπλα και την πανοπλία του αποστασιοποιημένου από τη μάχη της ημέρας Αχιλλέα, σκοτώνει το Σαρπηδόνα. Πάνω από το σώμα του ξέσπασε διαμάχη για την τύχη της πανοπλίας, των όπλων, αλλά και της σωρού του, την οποία σκόπευαν να «σκυλέψουν», δηλαδή να την κακοποιήσουν, κίνηση που δε συνηθιζόταν, καθώς αποτελούσε ύψιστη προσβολή στη μνήμη του νεκρού. Ο Δίας τότε «έριξε αιμάτινη βροχή» και «σκέπασε με νύχτα βαθιά» το πτώμα, έστειλε δε τον Απόλλωνα να τον πλύνει με νέκταρ και αμβροσία, να τον ντύσει και να τον παραδώσει στα δίδυμα αδέρφια Ύπνο και Θάνατο, που τον μετέφεραν πίσω στη Λυκία.
Στην Ξάνθο, λοιπόν, της Λυκίας τάφηκε με τιμές και λατρευόταν για κάποιους αιώνες. Αργότερα, μετά την οικοδόμηση συγκροτήματος ναών στην περιοχή, συνεχίστηκαν οι θυσίες και καθιερώθηκε η διοργάνωση αγώνων προς τιμήν του. Αρκετά είναι τα στοιχεία που μαρτυρούν ότι ο Σαρπηδών δεν ήταν απλώς θεϊκής καταγωγής, αλλά ήταν θεός ο ίδιος, μάλιστα λατρευόταν ως ηλιακός θεός από την αρχική εμφάνιση του ονόματός του. Ενδεικτικά αναφέρονται ο θάνατος του Τληπόλεμου, που ήταν βασιλιάς της Ρόδου -τόπος ηλιολατρείας- από αρχαιοτάτων χρόνων, η φροντίδα του σώματός του από τον ίδιο τον Απόλλωνα, θεό του φωτός, η επιστροφή του στη Λυκία από τον Ύπνο και το Θάνατο, οι οποίοι κατά τη Θεογονία του Ησιόδου «ξεκινούσαν το έργο τους από εκεί που ο Ήλιος σταματούσε το δικό του». Τέλος, στην αρχαία αιγυπτιακή λατρεία συναντάμε τον Σέραπι ή Σάραπι, που ταυτίζεται με τον Έλληνα Σαρπηδόνα. Πρόκειται για αιγυπτιακό θεό ελληνικής προέλευσης, που εισήχθη από τον Μακεδόνα Πτολεμαίο Α΄ Σωτήρα τον 4ο αι. π.Χ., όταν ανέλαβε από το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου και έπειτα, τη διοίκηση της Αιγύπτου.