Του Γεράσιμου Αυγερινού,
Τα τελευταία χρόνια, η ανθρωπότητα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια νέα πανδημία, εξαιτίας ενός ιδιαίτερα φονικού –κατά τα πρώτα τουλάχιστον στάδια– ιού, εναποθέτοντας τις ελπίδες όλου του πλανήτη στη συντομότερη εφικτή δημιουργία κατά το δυνατόν ασφαλών και αποτελεσματικών εμβολίων. Παράλληλα, πολλά κράτη είδαν τα συστήματα υγείας τους να αγγίζουν τα όριά τους, αντιμέτωπα με χρόνιες δυσλειτουργίες και περικοπές από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και της λιτότητας, με τον αριθμό των νεκρών να αυξάνεται κατακόρυφα και τους περιορισμούς μετακίνησης να εντατικοποιούνται.
Οι οικονομικές συνέπειες ήταν εξίσου δριμείες, πυροδοτώντας πληθωριστικές πιέσεις, αλλά και καθιστώντας αναγκαία την επιστροφή του κράτους στην οικονομία μετά τη νεοφιλελεύθερη–μονεταριστική αποδόμηση των προνοιακών δομών. Επιπλέον, είχε καταστεί a priori εμφανές ότι θα ανέκυπτε πρόβλημα με την παγκόσμια διανομή των εμβολίων (όλοι θυμόμαστε τους αριθμούς των νεκρών στην Ινδία και τη Λατινική Αμερική, όπου οι ασθενείς είχαν τοποθετηθεί μέχρι και στα προαύλια των νοσοκομείων), ενώ η διαδικασία άρσης της πατέντας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου δεν ευοδώθηκε, παρά την επιτακτική ανάγκη (η ιστορία ας κρίνει αυτή την αδυναμία, όπως πρέπει).
Όσον αφορά την Ε.Ε., ήταν εξίσου σαφές ότι τα κράτη–μέλη σε μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων δεν είχαν τις ίδιες δυνατότητες πρόσβασης στα εμβόλια και την ίδια διαπραγματευτική δύναμη έναντι των παγκόσμιων κολοσσών, που παρήγαγαν τα εμβόλια, παρά την κατάσταση στην οποία είχαν βρεθεί ορισμένα συστήματα υγείας, όπως της Ιταλίας, τον Μάρτιο του 2020. Στο πλαίσιο αυτό, παρά το γεγονός ότι στον τομέα των πολιτικών υγείας η Ε.Ε. έχει μόνο συντονιστικό ρόλο, με τις κύριες αρμοδιότητες να επιφυλάσσονται υπέρ των κρατών μελών, δυνάμει της αρχής της επικουρικότητας η Commission ανέλαβε να διαπραγματευτεί με τους παρόχους των εμβολίων εν ονόματι όλων των κρατών–μελών, ώστε να διασφαλιστεί ότι κανένα κράτος δε θα στερούνταν την πρόσβαση στα νέα εμβόλια. Πράγματι, μια υπερεθνική αρχή εκπροσωπεί συλλογικά 27 κράτη με πληθυσμό 447 εκατομμυρίων ανθρώπων, μια τεράστια κοινή αγορά και ένα «σκληρό» κοινό νόμισμα δύναται να επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα και να ασκήσει πολύ μεγαλύτερες πιέσεις, με αποτέλεσμα η Ε.Ε. να αποκτήσει γρήγορα πρόσβαση στα εμβόλια, γεγονός που πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν, όταν ασκείται κριτική στις υφιστάμενες αδυναμίες της Ένωσης κατά τη διαχείριση της πανδημίας.
Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα φαίνεται να αναδεικνύονται κάποια μελανά σημεία, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίον η Commission διαχειρίζεται πλέον το ζήτημα της πρόσβασης στα εμβόλια. Αναλυτικότερα, ανησυχίες συγκεντρώνονται γύρω από την τρίτη σύμβαση που συνάφθηκε ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη Pfizer, η οποία αφορά την παροχή εμβολίων για το διάστημα 2022–2023. Η σύμβαση αυτή είναι η μεγαλύτερη που έχει υπογραφεί σε πλανητική κλίμακα και δημιουργεί για την Ένωση υποχρέωση να αγοράσει συνολικά 1,8 δις δόσεις του εμβολίου. Παρόλα αυτά, ενώ υπάρχουν κάποιες περιλήψεις της σύμβασης που αφορούν το κόστος, το αυθεντικό κείμενο (το οποίο έχει εγκριθεί από το συμβούλιο των Υπουργών) δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας, ενώ Ευρωβουλευτές διαμαρτύρονται ότι δεν τους έχουν κοινοποιηθεί σημαντικά θέματα, όπως τα εργαστήρια και οι χώρες παραγωγής των εμβολίων, αλλά και τα ακριβή χρονοδιαγράμματα των παραδόσεων. Επιπρόσθετα, ιδιαίτερη βαρύτητα αποδίδεται στο γεγονός, ότι τη συμφωνία διαπραγματεύτηκε απευθείας η ίδια η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer, Albert Burla, μέσω S.M.S.
Την περσινή άνοιξη, λοιπόν, μια δημοσιογράφος έθεσε το ζήτημα της διαφάνειας, στον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή διαπραγματεύτηκε την τιτάνια αυτή συμφωνία και ζήτησε πρόσβαση στα S.M.S. που ανταλλάχθηκαν. Η Επιτροπή αρνήθηκε να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία και την παρέπεμψε στις λεπτομέρειες που έχουν ήδη δημοσιευτεί. Εντούτοις, η Ευρωπαία Διαμεσολαβητής Emily O’Reilly, σε πόρισμα που εξέδωσε κατόπιν προσφυγής της δημοσιογράφου, κάνει λόγο για προβληματική απάντηση της Επιτροπής και αναδεικνύει το ζήτημα της πλήρους αδιαφάνειας, γύρω από τον τρόπο που η Commission διαπραγματεύτηκε τη σύμβαση ως πρακτική κακοδιοίκησης. Ακολούθως, o Επίτροπος Δικαιοσύνης απηύθυνε επιστολή, στην οποία ανέφερε ότι η Πρόεδρος δεν έχει πλέον στην κατοχή της τα μηνύματα που ανταλλάχθηκαν, τα οποία δεν όφειλε να διατηρήσει λόγω του «εφήμερου χαρακτήρα τους».
Ακόμα, τόσο η Ursula von der Leyen όσο και Burla αρνήθηκαν να παραστούν στην αρμόδια Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να καταθέσουν λεπτομέρειες για τις διαπραγματεύσεις στο παρελθόν, με αποτέλεσμα το Ε.Κ. να επεξεργάζεται την επιβολή κυρώσεων στη Pfizer, με πιθανότερο σενάριο τον αποκλεισμό των εκπροσώπων της εταιρείας από οποιαδήποτε πρόσβαση στο Κοινοβούλιο. Την ίδια στιγμή, το Γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ανακοίνωσε ότι διεξάγει έρευνα για τον τρόπο απόκτησης των εμβολίων. Ωστόσο, δε θα δώσει καμία λεπτομέρεια στον παρόντα χρόνο, ενώ ένας συνασπισμός κρατών–μελών με ηγέτιδα την Πολωνία πιέζουν στα διακυβερνητικά όργανα της Ένωσης, ώστε να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων και να μειωθεί ο αριθμός των δόσεων, δεδομένου του τεράστιου αριθμού που συμφωνήθηκε και των ήδη υπαρχόντων αποθεμάτων εμβολίων.
Υπενθυμίζεται ότι, όταν η συμφωνία βρισκόταν υπό διαπραγμάτευση, η Astra Zeneca διέθετε ακόμη εμβόλια, ενώ ευρωβουλευτές της ομάδας Renew Europe ανησυχούν για τις συνέπειες της συμφωνίας στις συνθήκες ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς, αφού δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τις ενέργειες της Ένωσης, σε περίπτωση που εισέλθουν νέοι «παίχτες» στο χώρο της παραγωγής εμβολίων.
Tώρα, οι Ευρωβουλευτές που ηγούνται της επιτροπής COVID-19 του Ε.Κ. αποφάσισαν να ζητήσουν εκ νέου από τη Von der Leyen να εμφανιστεί δημόσια ενώπιον του πάνελ, σύμφωνα με δήλωση που έστειλε αποκλειστικά σε γνωστή ειδησεογραφική σελίδα η Πρόεδρος της επιτροπής Kathleen Van Brempt. Οι νομοθέτες θέλουν να ρωτήσουν τη Von der Leyen για τον ρόλο της στη διαπραγμάτευση της σύμβασης. Σύμφωνα με τον κανονισμό της Βουλής, η πρόσκληση θα σταλεί στην Πρόεδρο του Κοινοβουλίου Roberta Metsola, η οποία θα αποφασίσει στη συνέχεια, εάν θα ζητήσει από την Von der Leyen να παραστεί στην ακρόαση. Ωστόσο, η πρόσκληση (αν φτάσει) δεν έχει νομική ισχύ. Όπως ο Burla, έτσι και η von der Leyen μπορεί να αρνηθεί να εμφανιστεί για άλλη μια φορά. Αλλά με τις εκκλήσεις για μεγαλύτερη διαφάνεια να γίνονται όλο και πιο δυνατές, καθώς το σκάνδαλο διαφθοράς του Qatargate κατακλύζει τις Βρυξέλλες, μπορεί να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να πει όχι.
Παρόμοιες πρακτικές αδιαφάνειας είχαν υιοθετηθεί και την προηγούμενη δεκαετία, κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την T.T.I.P. ανάμεσα στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α. στο συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών, με το Ε.Κ. να μένει σε πλήρες σκοτάδι και το Δικαστήριο της Ε.Ε. να μπλοκάρει ορισμένους από τους όρους της συμφωνίας (συγκεκριμένα, σημείο τριβής αποτέλεσαν οι διαιτητικοί μηχανισμοί I.S.D.S.). Ωστόσο, το Ε.Κ. αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κοινοτιστικούς πυλώνες νομιμοποίησης του ενωσιακού εγχειρήματος, ενώ η Επιτροπή δεν γίνεται ούτε να υπονομεύει τη διαφάνεια και τη νομιμοφροσύνη των πολιτών της Ένωσης στην κατεξοχήν υπερεθνική αρχή, ούτε να φοβάται τις αντιδράσεις μιας εταιρείας.
Άλλωστε, οι αμερικανικές πρακτικές των εκτελεστικών προνομίων δεν είναι συμβατές με το ευρωπαϊκό σύστημα διασταύρωσης των λειτουργιών, ενώ και οι νέοι μηχανισμοί διαλόγου ανάμεσα στο Κοινοβούλιο και την Επιτροπή επικρίνονται για αδιαφάνεια και «δημοκρατικό έλλειμμα». Ωστόσο, η Ε.Ε. –παρά τις σοβαρές δυσλειτουργίες της– αποτελεί το μεγαλύτερο πείραμα εκδημοκρατισμού και πολυεπίπεδης διακυβέρνησης παγκοσμίως. Καθίσταται, λοιπόν, επιτακτική ανάγκη μια δεκαετία μετά την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας να υπάρξει μια συστηματική καταγραφή των μεταδημοκρατικών πρακτικών εντός του ενωσιακού συστήματος και μια σοβαρή διαβούλευση για τον περαιτέρω εκδημοκρατισμό των μηχανισμών λήψης αποφάσεων.
Εξάλλου, μετά από μια δύσκολη δεκαετία –και εν μέσω φαραωνικών προκλήσεων– είναι σαφής η σημασία των υπερεθνικών θεσμών της Ένωσης, και ο ρόλος που δύνανται να διαδραματίσουν στην ενίσχυση του κράτους δικαίου και της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, δηλαδή των συνταγματικών αξιών, που κατοχυρώνονται στη Συνθήκη της Λισαβώνας. Οι μεγάλες προκλήσεις απαιτούν γενναίες αποφάσεις. Και μετά από μια δεκαετία τέτοιων προκλήσεων έχει επέλθει, άραγε, η ωριμότητα για μια πιο στενή και πιο πολιτική Ένωση, που θα αντιμετωπίσει τα (εθνο)λαϊκιστικά αφηγήματα, που δηλητηριάζουν το κράτος δικαίου και τη Δημοκρατία;
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Vaccins Covid-19 : le PDG de Pfizer refuse toujours de rencontrer les eurodéputés, Euractiv, διαθέσιμο εδώ
- Covid-19 : la Commission européenne reste silencieuse sur les contrats des vaccins Pfizer, Euractiv, διαθέσιμο εδώ
- EU’s von der Leyen can’t find texts with Pfizer chief on vaccine deal –letter, Reuters, διαθέσιμο εδώ
- ‘Wake-up call’: EU Ombudsman finds Commission guilty of maladministration over Pfizer texts, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- EU ombudsman calls Commission response over text messages ‘problematic’, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- MEPs want to grill von der Leyen over Pfizer vaccine contract, Politico, διαθέσιμο εδώ