Του Κυριάκου Κουρτίδη,
Αν ανατρέξουμε στα ελληνικά δελτία ειδήσεων των τελευταίων δεκαετιών, θα παρατηρήσουμε –σαφώς, δίχως έκπληξη– ένα επαναλαμβανόμενο θέμα, αυτό των τουρκικών παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου. Το θέμα των τουρκικών υπερπτήσεων αναπαράγεται από την ελληνική ειδησεογραφία διαχρονικά και δεν γνωρίζει διακοπές ή αργίες, ενώ τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται με μια αμείωτη, κλιμακούμενη συχνότητα. Θα αναρωτηθεί όμως κάποιος, ποια είναι η σημασία αυτών των τουρκικών «προκλήσεων», όπως συχνά αποκαλούνται και τι έχει να κερδίσει η γειτονική χώρα με τα «μπαράζ» των υπερπτήσεων και παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου;
Για να γίνει κατανοητό το χρονικό της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης στον αέρα, πρέπει πρωτίστως να εξοικειωθούμε με την έννοια του Εθνικού Εναέριου Χώρου (Ε.Ε.Χ.). Η ελληνική κυριαρχία στον αέρα ασκείται εντός των 10 ναυτικών μιλίων από τις ακτές της και είναι ανάλογη της κυριαρχίας που ασκεί επί του εδάφους της. Συνεπώς, οποιοδήποτε ξένο αεροσκάφος εισέρχεται στον Ε.Ε.Χ. άνευ αδείας, θεωρείται πως παραβιάζει την εδαφική μας κυριαρχία. Η παραβίαση του Ε.Ε.Χ. άνωθεν χερσαίας περιοχής –κατά κύριο λόγο νησιών και βραχονησίδων– έχει επικρατήσει να αποκαλείται «υπερπτήση».
Οι επιδιώξεις της Τουρκίας μέσω των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου δεν είναι στατικές, αλλά ανά περιόδους εμπλουτίζονται και εντάσσονται στο πλαίσιο μιας γενικότερης, αναθεωρητικής, καθαρά εχθρικής πολιτικής. Οι συστηματικές τουρκικές παραβιάσεις του Ε.Ε.Χ. έχουν ως εναρκτήριο έτος το 1964, δηλαδή την κρίση του κυπριακού ζητήματος. Οι υπερπτήσεις πάνω από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αποτελούσαν ενέργειες ψυχολογικών επιχειρήσεων, παρά μια μεθοδευμένη πρακτική αμφισβήτησης του εδαφικού καθεστώτος της περιοχής. Η πίεση επιχειρήθηκε να ασκηθεί έναντι των ελληνικών Κυβερνήσεων για το κυπριακό ζήτημα και όπως προκύπτει από τα στοιχεία, ο αριθμός και η συχνότητα των παραβιάσεων βρίσκονταν σε ευθεία αναλογική συνάρτηση με την εξέλιξη της έντασης μεταξύ των δύο χωρών. Η σχετική «ηρεμία» στο Αιγαίο κατά τη δεκαετία του 1970 αποδίδεται στην προσοχή της Άγκυρας, όσον αφορά τις εξελίξεις στην Κύπρο, καθώς και στη μερική υστέρηση της τουρκικής αεροπορικής ισχύος έναντι της ελληνικής. Σημειωτέον, πως στις 22 Ιουλίου του 1974, η εμπλοκή δύο οπλισμένων τουρκικών μαχητικών με τα ελληνικά, εντός του Ε.Ε.Χ. κατέληξε στην κατάρριψη τους και επέφερε τη διακοπή των παραβιάσεων για τα επόμενα χρόνια.
Η αύξηση των παραβιάσεων που παρατηρήθηκε τις δεκαετίες του 1980 και 1990 παρουσιάζει άμεση συνάφεια με τη σταδιακή ενίσχυση των ικανοτήτων της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας. Ειδικότερα, από το 1983 και έπειτα, έχουμε τη συστηματική παραβίαση του Ε.Ε.Χ. των 10 ναυτικών μιλίων από τουρκικά μαχητικά, τα οποία ίπτανται των ακατοίκητων νησιών –κυρίως του Νότιου Αιγαίου– και σποραδικά εκτελούν υπερπτήσεις άνωθεν των μικρών κατοικημένων νήσων (Οινούσσες, Φαρμακονήσι και Αγαθονήσι). Τη δεκαετία του 1980 οι παραβιάσεις γίνονται πολιτικό εργαλείο πίεσης έναντι της Αθήνας, σε συνδυασμό με μια ολοένα και κλιμακούμενη αμφισβήτηση σειράς ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων (Ε.Ε.Χ.) και διαδικαστικών αρμοδιοτήτων (FIR, Περιοχή Έρευνας και Διάσωσης). Η βαθμιαία μετακίνηση της αεροπορικής ισχύος υπέρ της Τουρκίας, στη δεκαετία του 1990, συμβαδίζει με την αύξηση των τουρκικών διεκδικήσεων, οι οποίες κορυφώθηκαν μετά τα γεγονότα των Ιμίων (1996). Κατά τη δεκαετία του 1990, οι υπερπτήσεις εστιάζονται σε συγκεκριμένες «αμφισβητούμενες» –κατά την Τουρκία– βραχονησίδες και μικρονήσους του Αιγαίου Πελάγους, στις αποκαλούμενες «γκρίζες ζώνες» και εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική νομικής, ψυχολογικής και πρακτικής αμφισβήτησης του εδαφικού καθεστώτος αυτών των εδαφών. Παράλληλα, προς τα τέλη της δεκαετίας, αναφαίνεται μια προσπάθεια «εξάντλησης» της ελληνικής Π.Α. αναφορικά με τη χρήση μέσων, πόρων και ανθρώπων.
Κατά τη δεκαετία του 2000, οι συνολικές τουρκικές παραβιάσεις παρουσιάζουν αυξομειώσεις. Σε γενικές γραμμές, όμως, η κατάσταση παραμένει απαράλλαχτη και τα μηνύματα που εκφέρονται τα ίδια. Το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του Erdogan, τον Ιουλίου του 2016, αποτέλεσε χρονικό ορόσημο για την ενίσχυση τη έντασης σε όλα τα μέτωπα αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο χωρών. Από την επαύριον του πραξικοπήματος, η κατάσταση στο Αρχιπέλαγος κυμαίνεται στο «κόκκινο», με καθημερινές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από μη επανδρωμένα (U.A.V’s) και μαχητικά F-16. Οι υπερπτήσεις δεν περιορίζονται άνωθεν των νησιών του Νοτιοανατολικού Αιγαίου –μεταξύ αυτών και ορισμένων μεγάλου μεγέθους και πληθυσμού–, αλλά παρουσιάζουν αξιοσημείωτη αύξηση και πάνω από τη μεθόριο του Έβρου. Ανησυχητικές είναι και οι παρενοχλήσεις σε ελληνικά κυβερνητικά πτητικά μέσα που μεταφέρουν την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας κατά τις επισκέψεις τους σε ακριτικά νησιά του Αιγαίου Πελάγους ή την Κύπρο.
Η μεθοδικότητα και η συστηματικότητα με την οποία εκτελούνται οι παραβιάσεις οδηγούν εύλογα στο συμπέρασμα πως πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο της τουρκικής ηγεσίας, παρά για μια κατά το μάλλον ή ήττον ακανόνιστη συμπεριφορά ή «προβοκάτσια». Ποιες είναι, λοιπόν, οι τουρκικές επιδιώξεις με τη χρήση των υπερπτήσεων σήμερα; Ως προς τους λόγους πρακτικής σκοπιμότητας, θα μπορούσαμε να εντάξουμε τη συστηματική καταγραφή των αντιδράσεων της Π.Α. σε όλες αυτές τις προκλήσεις με σκοπό να αναλυθούν οι ελληνικές επιχειρησιακές ικανότητες, αντιδράσεις και τακτικές.
Μια ακόμα ανάλυση ερμηνεύει τις τουρκικές παραβιάσεις υπό το πρίσμα της κατασκοπείας των αεροφωτογραφιών και της γενικότερης χαρτογράφησης των ελληνικών στρατιωτικών υποδομών. Ειδικότερα, οι υπερπτήσεις άνωθεν των νησιών του Νοτιοανατολικού Αιγαίου, εικάζεται ότι αποσκοπούν στον εντοπισμό των αντιπυραυλικών συστημάτων Patriot, καθώς και της τοποθεσίας των S-300 στην Κρήτη. Η πρόκληση φθοράς στην ελληνική Π.Α. δεν φαίνεται να εξηγεί σήμερα τις διαρκείς τουρκικές παραβιάσεις, λαμβανομένων, μάλιστα, υπόψη πως η Τουρκία είναι αυτή που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια μεγάλο πρόβλημα με την προμήθεια ανταλλακτικών για τα αεροσκάφη της, ενώ, παράλληλα, μαστίζεται από μια δριμεία οικονομική κρίση. Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα με γείτονα την Τουρκία ποτέ δεν περιόρισε τις αμυντικές της δαπάνες. Η ελληνική αεροπορία ενεργοποιείται διαρκώς σήμερα, όπως και στο παρελθόν, με αποτέλεσμα τη φθορά και τα έξοδα, ενώ είναι ενδεικτικό πως ακόμη και κατά την οικονομική κρίση η χώρα μας ήταν δεύτερη στις αμυντικές δαπάνες εντός του ΝΑΤΟ, πίσω μόνο από τις Η.Π.Α.
Την περίοδο που διανύουμε, οι αναλύσεις που κυριαρχούν στον τύπο επικεντρώνονται στις πολιτικές σκοπιμότητες που υποβόσκουν πίσω από την τακτική των υπερπτήσεων. Μια προσέγγιση ερμηνεύει τις τουρκικές προκλήσεις, μεταξύ των οποίων και τις υπερπτήσεις, ως την επίδειξη της αποφασιστικότητας της Τουρκίας, σχετικά με την τήρηση του “casus belli”, στην περίπτωση που η Ελλάδα προβεί στην επέκταση των χωρικών υδάτων της, στα 12 ναυτικά μίλια. Μια ακόμα ανάλυση, τοποθετεί τις τουρκικές προκλήσεις και παραβιάσεις στον άξονα της εξωτερικής πολιτικής, ως μια προσπάθεια εδραίωσης σε αριθμό χωρών και οργανισμών, την πεποίθηση ότι οι ενέργειες αυτές δεν συνιστούν παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου, αλλά διαφορές που θα πρέπει να επιλυθούν μέσω διμερών διαπραγματεύσεων «εφ’ όλης της ύλης». Η πιο δημοφιλής ίσως ανάλυση, όσον αφορά την κλιμάκωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, σχετίζεται με τον αποπροσανατολισμό της τουρκικής κοινής γνώμης από τη δυσοίωνη εσωτερική κατάσταση της χώρας. Υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι η αυξανόμενη προκλητικότητα των τουρκικών αεροσκαφών αποσκοπεί στην «κατασκευή» ενός αεροπορικού επεισοδίου, κατόπιν ελληνικής αντίδρασης (σκόπιμης ή τυχαίας).
Ο Καθηγητής Κοσμάς Μαρινάκης προσφέρει μια εναλλακτική προσέγγιση στο θέμα ερμηνεύοντας τις επαναλαμβανόμενος αποστολές παραβίασης του Ε.Ε.Χ. ως μια μέθοδο που στοχεύει να διαφθείρει στρατηγικά την πληροφορία. Εν ολίγοις, αν η Τουρκία ποτέ δεν είχε επιχειρήσει παραβίαση, μια ενδεχόμενη απειλητική τουρκική κίνηση θα συνεπαγόταν αμέσως κόκκινο συναγερμό. Η Ελληνική πλευρά δεν μπορεί να γνωρίζει αν μια εξόρμηση τούρκικων μαχητικών είναι η συνηθισμένη ρουτίνα παραβίασης ή πρόκειται για μια πραγματική επίθεση. Έτσι, η Τουρκία καταφέρνει με τις διαρκείς παραβιάσεις να πάρει πίσω την πληροφορία που μας δίνουν τα ραντάρ, στερώντας μας πολύτιμο χρόνο αντίδρασης σε περίπτωση πραγματικής εισβολής.
Δεν χωρά αμφιβολία πως οποιεσδήποτε εκ των άνω επιδιώξεων και αν ισχύουν μαρτυρούν μια διαχρονικά εχθρική διάθεση της γείτονος χώρας απέναντι στην πατρίδα μας. Η ελληνική ηγεσία και ο ελληνικός λαός οφείλουν να μην εθελοτυφλούν ως προς τη στάση της Τουρκίας ούτε να υποχωρούν, αλλά να επιδείξουν την απαραίτητη ανά περίπτωση αποφασιστικότητα και πυγμή. Άλλωστε, όπως το είχε θέσει ορθά ο Θουκυδίδης, «τὸ ἀντίπαλον καὶ ἐλεύθερον καθίσταται»!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ο Πραγματικός Λόγος των Τουρκικών Παραβιάσεων, greekonomics, διαθέσιμο εδώ
- Βλάχου Μ., Δασκαλάκης Ι., Ηλιόπουλος Δ., Κατσαρός Π., Τουρκικές Υπηρετήσεις, ΕΛΙΣΜΕ, 2020, διαθέσιμο εδώ