Του Γιώργου Γιαννούλη,
Το νέο έτος ξεκίνησε και απέχουμε μόλις λίγες εβδομάδες από τις Βουλευτικές Εκλογές. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, να θυμηθούμε κάποια πράγματα, καθώς ο εχθρός της Δημοκρατίας παραμονεύει και περιμένει την κατάλληλη ευκαιρία για να μολύνει την πολιτική ζωή και τους πολίτες. Ο λόγος για τον λαϊκισμό, που εισβάλλει κάθε φορά που ένας λαός είναι διχασμένος, μπερδεμένος, προβληματισμένος…
Αρχικά, αφού το κεντρικό θέμα του άρθρου είναι ο κίνδυνος του λαϊκισμού που βλάπτει τη Δημοκρατία, θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε τη σχετική έννοια. Σύμφωνα με το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη, «λαϊκισμός» είναι «ιδεολογία ή στάση που εκφράζεται κυρίως στην πολιτική και στην τέχνη και που χαρακτηρίζεται από υπερβολική και μη αυθεντική λαϊκότητα». Λαϊκιστής, λοιπόν, χαρακτηρίζεται ο άνθρωπος που προσπαθεί να δείξει ότι είναι πιο κοντά στον λαό, ενώ στην πραγματικότητα απέχει και στοχεύει σε ίδιον όφελος. Υπάρχουν περιπτώσεις που μονοπωλεί το ενδιαφέρον για τον πολίτη με διχαστικά συνθήματα που προσβάλλουν τον πολιτικό αντίπαλο χωρίς, όμως, να καταθέτει ρεαλιστικές προτάσεις και σοβαρά επιχειρήματα. Σκοπός του είναι να πάρει με το μέρος του μεγάλη μερίδα της κοινωνίας και δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο, προκειμένου να φανεί αρεστός και να κερδίσει προβολή, ψήφο, θέση εξουσίας.
Πιο συγκεκριμένα, βλέποντας ιστορικά τα γεγονότα, ειδικά την τελευταία δωδεκαετία, αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την έναρξη της μνημονιακής εποχής (2010) που ταλάνισε επισήμως επί οκτώ συναπτά έτη τη χώρα και τους πολίτες της, αναδείχθηκαν δυνάμεις από ολόκληρο το φάσμα της πολιτικής, τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά. Από το περιθώριο της κοινωνίας και το σκοτεινό χρονοντούλαπο της Ιστορίας αναδείχθηκαν και οι ακροδεξιοί, που εν μία νυκτί έφτασαν να έχουν σχεδόν διψήφια ποσοστά στις εκλογικές αναμετρήσεις της προηγούμενης μελανής δεκαετίας. Λέγεται ότι οι περιθωριακοί προήλθαν από τους «Αγανακτισμένους». Ναι, υπήρχαν ακραίες συμπεριφορές και εκφράσεις πεζοδρομίου αλλά παρέμεναν στο περιθώριο. Δεν έχει αποδειχθεί, δηλαδή, ως κανόνας από τα ρεπορτάζ της εποχής. Σίγουρα, όμως, είναι ξεκάθαρα αντιληπτό το γεγονός ότι όποτε υπήρχαν δυσκολίες, οι λαϊκιστές κάθε λογής και ιδεολογικού ρεύματος έβγαιναν στην επιφάνεια.
Είδαμε το δυστυχές και εχθρικό προς τη Δημοκρατία καθεστώς της –καταδικασμένης πλέον ως εγκληματικής οργάνωσης– Χρυσής Αυγής να δείχνει τις ακραίες και αντιδημοκρατικές του απόψεις χωρίς περιστροφές. Επίσης, το κίνημα των «Αγανακτισμένων», έχοντας μια δόση ρομαντισμού, «κατέλαβε» την πάνω και κάτω πλατεία του Συντάγματος. Να σημειωθεί ότι η δράση των δύο ρευμάτων που αναδείχθηκαν δεν εξισώνεται, αφού τα μέλη της ακροδεξιάς έκαναν εγκληματικές πράξεις κατά το Ποινικό Δίκαιο. Σε αυτό το σημείο έχουμε το ποινικό κομμάτι, το οποίο δεν πρέπει να εμπλέκεται με το πολιτικό, καθώς είναι αρμοδιότητα της Δικαιοσύνης.
Φτάνοντας στην προσέγγιση του «σήμερα» με την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση να «ματώνει» και να ταλαιπωρεί την κοινωνία μας, βγαίνουν στην επιφάνεια άτομα που λαϊκίζουν με απώτερο σκοπό την προβολή και την εκλογή στη Βουλή. Παρατηρούμε να καταγράφονται δημοσκοπικά πρόσωπα προερχόμενα από ομάδες επικίνδυνες για τη Δημοκρατία, πρόσωπα καταδικασμένα, αλλά και άτομα χωρίς ηθικό φραγμό και όρια. Το 1,5–2% –ή και ορισμένες φορές παραπάνω– που εμφανίζει δημοσκοπικά πολιτική δύναμη με επικεφαλής καταδικασμένο πρόσωπο εγκληματικής οργάνωσης, θα πρέπει να προβληματίσει.
Εκτός από αυτό, όμως, προέρχεται από ένα κόμμα που δεν σεβάστηκε τη Δημοκρατία όσο διάστημα συμμετείχε στις εκλογές. Κάποιοι, λοιπόν, που δηλώνουν στήριξη σε κάτι τέτοιο, ίσως δεν γνωρίζουν την Ιστορία, κάτι το οποίο είναι θλιβερό. Τις σφαγές στο Δίστομο, τα Καλάβρυτα, αλλά και άλλες θηριωδίες που έπραξαν οι Ναζί θα έπρεπε να τις ξέρουμε όλοι και όλες! Εν συνεχεία, βλέπουμε ότι όλοι αυτοί επικαλούνται το λαϊκό αίσθημα για να διεκδικήσουν το μονοπώλιο της ευαισθησίας και της λαϊκότητας. Κάνουν ό,τι μπορούν, ό,τι πιο ζοφερό, ύπουλο και επικίνδυνο για να ανέβει η δημοτικότητά τους, αδιαφορώντας για το κοινωνικό σύνολο. Αυτό που έκαναν και στη μνημονιακή εποχή, το επαναλαμβάνουν και τώρα με την ενεργειακή και επισιτιστική κρίση.
Δυστυχώς, ο λαϊκισμός –με τον νέο «αυριανισμό» που εμφανίζεται σε ορισμένα μέσα– χρησιμοποιείται από πολιτικές ομάδες που θέλουν να παρουσιαστούν σαν κάτι το καινούριο και ελπιδοφόρο και υιοθετείται από πρόθυμα για πολιτικές καριέρες πρόσωπα. Και ποιο είναι το συμπέρασμα; Δεν χρειάζεται οικονομική πολιτική με στήριξη στους οικονομικά αδύναμους; Φυσικά και χρειάζεται! Όμως, και πάλι βλέπουμε να ζητείται συνεχώς κατάργηση φόρων χωρίς ισοδύναμα μέτρα. Ναι, ακούγεται πολύ ωραίο και ρομαντικό, αλλά στην Οικονομία και την Πολιτική δεν αρκεί αυτό. Δεν είναι αρνητικός ο ρομαντισμός, αλλά δεν μπορούμε να μιλήσουμε σοβαρά, αν δεν υπάρχει και η κατάλληλη ρεαλιστική στήριξη.
Πρέπει να τηρούνται τα χρονοδιαγράμματα και να υπάρχει δημοσιονομική πειθαρχία για να μην «εκτροχιαστεί» ο προϋπολογισμός. Ο δρόμος των συνεχών ελαφρύνσεων χωρίς φειδώ οδηγεί ξεκάθαρα σε μνημόνιο. Η χώρα δεν πρέπει να περάσει ξανά την περιπέτεια της οικονομικής και πολιτικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας! Η οριζόντια κατάργηση πολλών φόρων που ζητούν κάποιοι θα έχει ως συνέπεια τη μείωση των κρατικών εσόδων. Για να καλυφθεί αυτό το κενό που θα προκύψει, θα πρέπει είτε να μπουν άλλοι φόροι είτε να προσφύγουμε σε άλλες χώρες για δανεισμό (μνημόνιο). Το σωστό, λοιπόν, είναι να προχωράς, μόνο όταν το επιτρέπουν οι οικονομικές συνθήκες, σε μείωση ή και ενδεχόμενη κατάργηση φόρων, πάντα με σύνεση και ρεαλισμό. Το πιο ορθό είναι –ακόμα και σε δύσκολη οικονομική κατάσταση– να εισπράττονται οι φόροι από όλους τους πολίτες και να επιστρέφονται στους οικονομικά ασθενέστερους.
Εν κατακλείδι, υπάρχει ατομική και συλλογική ευθύνη των πολιτών για την εκλογή των αντιπροσώπων τους στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Ο λαός έχει πολύ σημαντική ευκαιρία να κρίνει, δια της ψήφου του, όλα τα κόμματα, όταν γίνονται εκλογές. Δεν πρέπει να πέσουμε θύματα των καιροσκόπων και των λαϊκιστών! Το 2023, ειδικά, είναι μια χρονιά προκλήσεων και δεν υπάρχει περιθώριο για λάθη. Οι λαϊκιστές δεν διστάζουν να πουν οτιδήποτε ακούγεται ωραία για μια θέση στη Βουλή. «Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού», σύμφωνα με τον Μπίσμαρκ, όχι των λαϊκιστών! Η ψήφος είναι το υπέρτατο δικαίωμα διασφάλισης της Δημοκρατίας. Ας προσέξουμε, λοιπόν. Αξίζει να θυσιάσουμε τη σταθερότητα της χώρας ακούγοντας τις κάθε είδους «Σειρήνες»;
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Λαϊκισμός, Πύλη για την ελληνική γλώσσα, διαθέσιμο εδώ