Του Σωκράτη Κατσαρού,
Για έναν περίπου αιώνα, από τα μέσα του 19ου έως τα μέσα του 20ού αιώνα, η Άπω Ανατολή βρέθηκε σε μια κατάσταση αστάθειας και πολεμικών συρράξεων. Η παρακμή της Αυτοκρατορικής Κίνας και η αδυναμία της μετέπειτα, ως νεοσύστατη Δημοκρατία, να ομαλοποιήσει την κατάσταση στο εσωτερικό της, έδωσαν την ευκαιρία σε δύο ισχυρές δυνάμεις δύο διαφορετικών πολιτισμών να διεκδικήσουν την πρωτοκαθεδρία στην Ανατολική Ασία: η Ιαπωνία και η Ρωσία.
Αρχικά, η Ρωσική Αυτοκρατορία προσάρτησε στα μέσα της δεκαετίας του 1850, μετά από κινεζικές παραχωρήσεις, τη νήσο Sakhalin και παράκτια τμήματα της Μαντζουρίας. Οι Ιάπωνες, από την πλευρά τους, νίκησαν τους Κινέζους στον Α΄ Σινο-ιαπωνικό Πόλεμο το 1894-1895, πατώντας πόδι στην κορεατική χερσόνησο. Το 1900, στην περίφημη εξέγερση των Δίκαιων Γροθιών, γνωστών και ως Boxers, οι Ιάπωνες και οι Ρώσοι συμμετείχαν στην καταστολή της εξέγερσης, με τους δεύτερους να ελέγχουν τη Μαντζουρία αρχίζοντας να δημιουργείται ένα σημείο τριβής με τους Ιάπωνες.
Το 1905, οι δύο διεκδικητές συγκρούστηκαν στη χερσόνησο της Κορέας και στη βορειοανατολική Κίνα, με απόρροια τη νίκη των Ιαπώνων και τη ρωσική αποχώρηση από την Κίνα. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Ρωσικός Εμφύλιος Πόλεμος, σε συνδυασμό με την εμφύλια σύρραξη στην Κίνα των πολέμαρχων, προσέφεραν τη δυνατότητα στους Ιάπωνες να κερδίσουν ακόμη περισσότερα εδάφη. Πράγματι, η Ιαπωνία κέρδισε τη μισή νήσο Sakhalin και αύξησε την επιρροή της στην ηπειρωτική Κίνα.
Το 1922-1923, η Ρωσική Αυτοκρατορία διαλύεται και στη θέση της ιδρύεται η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, που υπό την ηγεσία του Στάλιν προέβη σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων με στόχο τη δημιουργία βαριάς βιομηχανίας, ικανής να παράγει πολεμικό εξοπλισμό. Ο Στάλιν έβλεπε την αυξημένη ιαπωνική ισχύ και τις φιλοδοξίες της στην Κίνα, αλλά και στη σύμμαχο της Ε.Σ.Σ.Δ κομμουνιστική Μογγολία, και ανασυγκρότησε τον Κόκκινο Στρατό. Η κατάσταση έγινε ακόμη πιο περίπλοκη, όταν το 1931 οι Ιάπωνες κατέλαβαν τη Μαντζουρία, έχοντας πλέον χερσαία σύνορα με τους Σοβιετικούς 4.300 χιλιομέτρων. Ο Στάλιν απάντησε διπλωματικά και εγκαθίδρυσε διπλωματικές σχέσεις με τις Η.Π.Α, που δεν καλοέβλεπαν ούτε εκείνες τον ιαπωνικό επεκτατισμό, και ενέταξε τη χώρα του στην Κοινωνία των Εθνών το 1934, έναν χρόνο αφότου η Ιαπωνία αποσύρθηκε από τον οργανισμό.
Στην περίοδο 1932-1939, η συνύπαρξη ιαπωνικών και σοβιετικών συνοριοφυλάκων δεν ήταν αρμονική, καθώς υπήρχαν αψιμαχίες και αλλαγές χτυπημάτων, καθώς και μικρές εδαφικές αλλαγές στα σύνορα. Δύο γεγονότα άλλαξαν την κατάσταση προς το χειρότερο. Το πρώτο ήταν το ατύχημα στην γέφυρα του Marco Polo, στις 7 Ιουλίου του 1937, που οδήγησε σε ανοιχτή σύρραξη της Ιαπωνίας με την Κίνα, με τη Σοβιετική Ένωση να στηρίζει με πολεμοφόδια και εθελοντές την εθνικιστική κινεζική κυβέρνηση και το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα. Το δεύτερο ήταν η μάχη μεταξύ Ιαπώνων και Σοβιετικών στη λίμνη Knasan το θέρος του 1938, με τις δύο πλευρές να αριθμούν εκατοντάδες νεκρούς και χιλιάδες τραυματίες και με τους Σοβιετικούς να ανακαταλαμβάνουν το ύψωμα Chang–kufeng στο σημερινό Krai Primorsky.Έναν χρόνο αργότερα, οι Ιάπωνες και τα κράτη-δορυφόροι τους στην Κίνα (Manchukuo στην Μαντζουρία, Meng–Jiang στην Εσωτερική Μογγολία) ισχυρίζονταν ότι το σύνορο του Manchukuo με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μογγολίας ήταν το Khalkhin Gol (Gol=ποταμός στα μογγολικά), ενώ η Ε.Σ.Σ.Δ. υποστήριζε ότι τα σύνορα είναι 15 χιλιόμετρα ανατολικά του ποταμού.
Οι Ιάπωνες και οι Σοβιετικοί, συγκέντρωναν περισσότερες δυνάμεις στην γύρω περιοχή. Οι Σοβιετικοί υπερείχαν στο πεζικό λόγω της πληθώρας αρμάτων και τεθωρακισμένων οχημάτων υποστήριξης και μεταφοράς πεζικού, καθώς και του πυροβολικού. οι Ιάπωνες είχαν πλεονέκτημα στην πολεμική αεροπορία, ενώ το πεζικό τους ήταν ελαφρώς υποδεέστερο, λόγω της απασχόλησης βασικών τους δυνάμεων στον πόλεμο επί της Κίνας, ενώ οι Μογγόλοι είχαν κυρίως το ευκίνητο αλλά ξεπερασμένο για την εποχή ιππικό. Συγκεκριμένα, ο Κόκκινος Στρατός έστειλε κοντά στην περιοχή του 57ου Σώματος Στρατού υπό τη διοίκηση του Georgy Zhukov, που είχε αντικαταστήσει τον προηγούμενο διοικητή, με δύναμη 57.000-74.000 αξιωματικών και στρατιωτών με μερικές χιλιάδες Μογγόλους ιππείς. Οι Ιάπωνες είχαν από το 1931 συγκροτήσει στη Μαντζουρία μια ξεχωριστή στρατιωτική τους δύναμη, γνωστή ως Kwantung, που αποτελούνταν από τις εκλεκτές δυνάμεις των Ιαπώνων με επικεφαλής τον Στρατηγό Michitarō Komatsubara.
Όμως, η σύγκρουση στην Κίνα συνέβαλλε στην αποδέσμευση εμπειροπόλεμων στρατιωτικών δυνάμεων από ορισμένες περιοχές της Μαντζουρίας και για να καλυφθεί το κενό, οι Ιάπωνες συγκρότησαν την 23η Μεραρχία υπαγόμενη στην 6η Στρατιά της Μαντζουρίας. Η νεοσύστατη, όμως, μεραρχία ήταν ελλιπώς εξοπλισμένη επανδρωμένη κυρίως από Μαντζουριανούς, Μογγόλους και Κινέζους υποτελείς. Παρόλα αυτά, ανέλαβε να οχυρώσει τα δυτικά σύνορα της ευαίσθητης αυτής περιοχής.
Η αρχή έγινε τις 11 Μαΐου του 1939, όταν Μογγόλοι ιππείς πέρασαν τη διαφιλονικουμένη περιοχή, για να βοσκήσουν τα άλογά τους, για να τραπούν σε φυγή από Μαντζουριανούς ιππείς. Δύο ημέρες μετά όμως, οι Μογγόλοι επέστρεψαν με περισσότερες δυνάμεις. Την επόμενη ημέρα ο αντισυνταγματάρχης Yaozo Azuma ηγήθηκε του Συντάγματος αναγνώρισης εχθρού με τη στήριξη του 64ο Συντάγματος Πεζικού υπό τον συνταγματάρχη Takemitsu Yamagata, από την 23η Μεραρχία, για να απωθήσει τους Μογγόλους. Οι Μογγόλοι τότε αποσύρθηκαν, για να επιστρέψουν ξανά με τη στήριξη των Σοβιετικών, και συγκρούστηκαν με το Σύνταγμα του Azuma, στις 24 Μαΐου, προκαλώντας του απώλειες.
Τον Ιούνιο, Ιάπωνες και Σοβιετικοί συγκέντρωσαν όλο και περισσότερες δυνάμεις στην περιοχή, και στις 27 του μήνα, ιαπωνικά πολεμικά αεροσκάφη επιτέθηκαν στη σοβιετική αεροπορική βάση της Tamsak–Bulak στη Μογγολία. Η επίθεση όμως αυτή ήταν πρωτοβουλία του Kwantung χωρίς την έγκριση της κεντρικής Ιαπωνικής στρατιωτικής διοίκησης, κάτι που έδειξε ότι η ιαπωνική στρατιωτική ηγεσία δεν είχε πλήρη έλεγχο στις ενέργειες των δυνάμεών της σε κατακτημένα εδάφη και διέταξε να μην επιτεθούν ξανά. Στο τέλος, όμως, του μήνα και ύστερα από νέες προωθήσεις του Κόκκινου Στρατού και των Μογγόλων, ο Michitarō Komatsubara πήρε εντολές να τους εκδιώξει.
Το σχέδιο των Ιαπώνων ήταν να επιτεθούν σε δύο φάσεις. Στην πρώτη θα γινόταν προέλαση του ποταμού Khalkin από το 71ο και 72ο σύνταγμα πεζικού της 23ης Μεραρχίας, καθώς και από ένα τάγμα από το 64ο Σύνταγμα Πεζικού και από το 26 Σύνταγμα Πεζικού της 7ης Μεραρχίας Πεζικού. Μόλις περάσουν τη δυτική όχθη του ποταμού θα διαλύσουν τις σοβιετικές δυνάμεις και θα αναδιαταχθούν νότια της γέφυρας Kawatama. Στη δεύτερη φάση, θα επιτεθούν στην ανατολική όχθη του Khalkin και βόρεια του ποταμού Khalastin, το 3ο και το 4ο Σύνταγμα τεθωρακισμένων του Σώματος Στρατού Τεθωρακισμένων, συνεπικουρούμενο από τάγματα και συντάγματα πεζικού, μηχανικού και πυροβολικού της 7ης Μεραρχίας.
Επικεφαλής της πρώτης επίθεσης ήταν ο Συνταγματάρχης Shinichiro Sumi και της δεύτερης ο Αντιστράτηγος Yasuoka Masaomi. Παρότι, οι Ιάπωνες κατάφεραν αρχικά να πιέσουν τους αντιπάλους βάσει του σχέδιού τους, ο Zhukov έστειλε 450-500 άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα υποστήριξης πεζικού για να αποκρούσει την ιαπωνική επίθεση και να αντεπιτεθεί καθώς και 2500-3000 φορτηγά με πολεμοφόδια ώστε να είναι διαρκής ο ανεφοδιασμός. Οι Ιάπωνες δεν υπολόγισαν καλά τις δυνατότητες των σοβιετικών σε προσωπικό και εξοπλισμό και μετά από σκληρές μάχες αναγκάστηκαν να αποσυρθούν από πολλές θέσεις τους και η σύγκρουση τελματώθηκε.
Στις 20 Αυγούστου, ο Κόκκινος Στρατός αντεπιτέθηκε με όλη τη δύναμη του 57ου Σώματος Στρατού, συμπεριλαμβανομένων εκατοντάδων τεθωρακισμένων, χιλιάδων φορτηγών και εκατοντάδων αεροσκαφών στις ιαπωνικές θέσεις στην ανατολική όχθη του Khalkin Gol από τις πτέρυγες. Η 23η ιαπωνική μεραρχία προσπάθησε ανεπιτυχώς να σπάσει τον κλοιό και στις 31 Αυγούστου η πλειοψηφία των ιαπωνικών δυνάμεων εξοντώθηκε. Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές υπέγραψαν ανακωχή στις 15 Σεπτεμβρίου, με τους Ιάπωνες να έχουν συνολικές απώλειες γύρω στις 20.000, ενώ οι Σοβιετικοί 28.000.
Σε αυτή τη μάχη αναδείχθηκε ο Zhukov, που διακρίθηκε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ οι διαφορές της ΕΣΣΔ και της Ιαπωνίας, ξεκαθαρίστηκαν το 1945, όταν η ΕΣΣΔ κατέλαβε τη Μαντζουρία, βάζοντας τέλος στην ιαπωνική κυριαρχία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Edward J. Drea (1981), Nomonhan: Japanese-Soviet Tactical Combat-1939, Combat Studies Institute.
- Oleg Barabanov, Sergei Luzyanin, Dmitry Streltsov (2019), The Khalkhin Gol Anniversary and the Historical Memory Policy in Relations Between Russia, Mongolia, and Japan, Valdai Discussion Club Report.
- History Point, Χαλχίν Γκολ: Ένα ιαπωνικό τεθωρακισμένο Συγκρότημα κατά των Σοβιετικών, Διαθέσιμο εδώ