Του Βασίλη Μυρλίδη,
Ο όρος «αλυσίδα αξίας» στις επιχειρήσεις περιγράφει όλες τις διαδικασίες με τις οποίες οι αρχικές πρώτες ύλες (εισροές) μετασχηματίζονται σε τελικά αγαθά. Για παράδειγμα, ο αγρότης παράγει σιτάρι, το οποίο πουλάει στον χονδρέμπορα, αυτός με τη σειρά του μέσω τον δικτύων διανομής το μεταπωλεί σε μύλους, όπου εκεί αλέθεται. Αυτή η διεργασία περιγράφει την αλυσίδα αξίας, αλλά και την παραγωγή αξίας. Στο παράδειγμά μας, το αλεύρι μπορεί να συσκευαστεί και να πωληθεί στα ράφια των καταστημάτων λιανικής ή να μεταποιηθεί σε άρτο και να λάβει ακόμα μεγαλύτερη αξία.
Στην Ελλάδα, οι παραγωγοί στον πρωτογενή τομέα συνήθως ασχολούνται με την παραγωγή καθαυτή και δεν συμμετέχουν περαιτέρω στην αλυσίδα αξίας. Τα άλλα στάδια της αλυσίδας (μεταποίηση, αποθήκευση, μεταφορά-διανομή, εμπορία, λιανική πώληση) με τη σειρά τους, σταδιακά, προσθέτουν αξία στο τελικό προϊόν. Αξία που σε μεγάλο βαθμό καρπώνονται αυτοί, όχι οι παραγωγοί.
Για τους Έλληνες παραγωγούς, υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αυξηθεί το μερίδιο που απολαμβάνουν. Αυτό δύναται να συμβεί, μόνο μέσω της αυξημένης συμμετοχής τους στην αλυσίδα αξίας. Για παράδειγμα, ένα ενδιάμεσο στάδιο ενός παραγωγού που πουλάει το προϊόν σε έναν έμπορο και αυτός το προωθεί σε μία μεγάλη αλυσίδα super market μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί με τον παραγωγό να διαπραγματεύεται απευθείας με την αλυσίδα. Το αποτέλεσμα θα είναι αυξημένα κέρδη για τον παραγωγό, καθώς, πλέον, θα έχει και τον ρόλο του εμπόρου. Το ίδιο μπορεί να εφαρμοσθεί για κάθε στάδιο της αλυσίδας.
Για να έχουν μερίδιο, όμως, οι παραγωγοί σε πιο πολλά στάδια της αλυσίδας, πρέπει να τη μελετήσουν πολύ καλά και να εξερευνήσουν τρόπους, για να συμμετάσχουν πιο ενεργά σε αυτήν. Κρίσιμο στοιχείο σε αυτή την προσπάθεια αποτελεί η εκπαίδευση των παραγωγών σε θέματα που αφορούν τη λειτουργία της οικονομίας και την προώθηση. Αυτό το πρόβλημα –ανεπάρκεια γνώσης-πληροφοριών– μπορεί να λυθεί μέσω της παροχής κινήτρων για συνταξιοδότηση στους παλαιότερους γεωργούς, με ταυτόχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση και ενημέρωση των νέων που εισέρχονται στο χώρο. Αυτό το μοντέλο λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία στη Δανία, όπου κανείς δε μπορεί να γίνει γεωργός, αν δεν έχει λάβει πρώτα την απαραίτητη εκπαίδευση.
Ένας παραγωγός από μόνος του, ακόμα και αν έχει τις απαραίτητες γνώσεις, έχει περιορισμένες δυνατότητες –ελλιπή κεφάλαια, ρίσκο, μη επαρκής πληροφόρηση κ.ά.– και δε μπορεί να καταφέρει και πολλά. Έτσι, η σύγχρονη πρακτική επιτάσσει την οργάνωση των παραγωγών σε ανώνυμες εταιρείες. Μέσα σε αυτές στήνεται ένα ολόκληρο δίκτυο συνεργασίας, κάτι που διευκολύνει την πρόσβαση σε όλα τα στάδια της αλυσίδας και που οι παραγωγοί φτάνουν σε win-win καταστάσεις. Από την πιο φθηνή αγορά πρώτων υλών, εξοπλισμού και υπηρεσιών, μέχρι την επένδυση στον τομέα της μεταποίησης, της αποθήκευσης και της διανομής, αλλά και την καλύτερη και σωστότερη πληροφόρηση – διαπραγμάτευση με άλλα μέλη της αλυσίδας (π.χ. διανομείς, Super Market, καταστήματα λιανικής κ.ά.). Η συνεργασία προσφέρει ευκαιρίες που μέχρι πριν δεν ήταν δυνατό να παρουσιαστούν στους μεμονωμένους παραγωγούς.
Συγκεκριμένα για την Ελλάδα, δύναται να παραχθεί ακόμα μεγαλύτερη αξία στο τελικό προϊόν. Ενδεικτικό είναι το γεγονός, πως για κάθε €100 που προστίθονται στο Α.Ε.Π. από τον πρωτογενή τομέα, η μεταποίηση τροφίμων και ποτών προσθέτει επιπλέον μόνο €78 –με τον αντίστοιχο μέσο όρο στη Ε.Ε. να βρίσκεται στα €110– (οικονομικός ταχυδρόμος). Συνεπώς υπάρχουν περιθώρια εξέλιξης για τις μεταποιητικές επιχειρήσεις στη χώρα μας. Έτσι, η αλυσίδα αξίας μπορεί και αυτή να προσφέρει μεγαλύτερα κέρδη στα εμπλεκόμενα μέρη. Κάτι που για να συμβεί, θέλει την κατάλληλη συλλογή δεδομένων και την εξακρίβωση σε ποιους ακριβώς τομείς υπολείπονται τα προϊόντα.
Γίνεται σαφές, λοιπόν, πως σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον, οι παραγωγοί στην Ελλάδα πρέπει να εκσυγχρονιστούν, κάτι που στις γείτονες χώρες έχει συμβεί εδώ και δεκαετίες. Τα προβλήματα; Πολλά! Όμως οι παραγωγοί μπορούν να επιδιώξουν να οργανωθούν καλύτερα. Άποψη μου είναι πως αυτοί πρέπει να κοιτάξουν τις αλλαγές που έρχονται με τη νέα κοινή αγροτική πολιτική και να μην τις λάβουν αψήφιστα. Υπάρχουν, εξάλλου, σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία που μπορούν να εξερευνήσουν. Ακόμα, κάθε παραγωγός πρέπει να επιδιώξει να ενταχθεί σε ομάδες και συνεργασίες που ήδη υπάρχουν, καθώς διαφορετικά, η κατάσταση δύσκολα να αλλάξει. Σίγουρα, η πιο ενεργή ενασχόληση είναι αυτή που θα αλλάξει το παιχνίδι, μην ξεχνάμε όμως και τον ρόλο του κράτους, ο οποίος πρέπει να είναι καταλυτικός και βοηθητικός, χωρίς να είναι αδιάφορος. Αξίζει να τονιστεί πως η ανάπτυξη και η αλλαγή είναι μια διαδικασία που έρχεται σταδιακά. Ένας ρεαλιστικός στόχος π.χ. θα ήταν κάθε χρόνο να υπάρχει μια σταδιακή μικρή ανάπτυξη 2%. Τα αποτελέσματα θα γίνουν πραγματικά αισθητά μετά από 20 χρόνια. Στο μεταξύ, τα προϊόντα μας θα γίνουν καλύτερα, οι τιμές θα είναι πιο ελεγχόμενες –όχι έρμαια εξωτερικών παραγόντων– και η ανθεκτικότητα της χώρας μεγαλύτερη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ο αγροδιατροφικός τομέας στην Ελλάδα και οι ευκαιρίες για ανάπτυξη, ot.gr, διαθέσιμο εδώ
- Value Chain: Definition, Model, Analysis, and Example, investopedia.com, διαθέσιμο εδώ