8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΠώς η αρνητική διάσταση του ποδοσφαίρου απομακρύνει το κοινό

Πώς η αρνητική διάσταση του ποδοσφαίρου απομακρύνει το κοινό


Της Χρυσάνθης Παπαναστασίου,

Με τη διοργάνωση του Μουντιάλ να έχει πλέον φτάσει στο τέλος της, θεωρώ σκόπιμο να γίνει ένας απολογισμός σχετικά όχι τόσο με τα highlights των καλύτερων πέναλτι, των πιο εντυπωσιακών ανατροπών ή των πιο αναπάντεχων αποτελεσμάτων, αλλά των γενικότερων αντιλήψεων που στοιχειοθετούν τη «φύση» του οπαδού ή του «φιλάθλου», παρά το γεγονός πως η κοινωνική πραγματικότητα αποδεικνύει τον οξύμωρο χαρακτήρα του όρου. Προκειμένου να μην παρεξηγηθούν οι μετέπειτα σκέψεις, σπεύδω να διευκρινίσω πως κανένα μένος δεν με διακατέχει σχετικά με το δημοφιλές αυτό άθλημα, ούτε κρίνω τους θαυμαστές του, δεδομένου πως ο καθένας έχει τις δικές του προτιμήσεις και σε καμία περίπτωση δε θα ήθελα να κατευθύνω την προβληματική προς ακυρωτικές ή απαξιωτικές απόψεις, οι οποίες μόνο αντίθετα αποτελέσματα θα έφερναν στην παρούσα συζήτηση. Με αυτήν τη διευκρίνιση να έχει γίνει, όμως, δεν γίνεται κανείς να παραβλέψει την ιδιάζουσα κουλτούρα του ποδοσφαιρόφιλου, η οποία ως προς ορισμένα θέματα είναι προβληματική.

Όντας άτομο που η ενασχόλησή του με τα αθλητικά περιορίζεται μόνο σε δεκάλεπτες «τυχαίες» παρακολουθήσεις, συχνά βρίσκομαι σε συζητήσεις στις οποίες αντιλαμβάνομαι ότι έχω πολλές άγνωστες λέξεις. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν είναι παράλογο, δεδομένου πως κανείς δεν μπορεί να απαιτεί να είναι παντογνώστης ή όλοι να συζητούν για θέματα πάνω στα οποία είναι επαρκώς πληροφορημένος. Ωστόσο, ο τρόπος επικοινωνίας μεταξύ ατόμων –φίλων των αθλητικών και άλλων μη σχετικών– είναι αρκετά διαφορετικός από –παραδείγματος χάριν– συζητήσεις μεταξύ ενός λάτρη του σκακιού και ενός παντελώς αδιάφορου προς αυτό. Στην πρώτη συζήτηση, οι λάτρεις του σπορ θεωρούν ανήκουστο ότι κάποιος ενδεχομένως να μη γνωρίζει, επιμένοντας σε τέτοιον βαθμό που ομοιάζει σαν να αγνοούν την άγνοιά του.

Υπάρχει μία –χωρίς να θέλω να γίνομαι υπερβολική με τη χρήση του όρου– βαθιά αίσθηση θεοποίησης του ποδοσφαιρικού ενδιαφέροντος, που οποιαδήποτε αδιαφορία προς αυτό φαντάζει αιρετική. Όπως ακριβώς θα ήταν πληκτικό για τον ατυχή συνομιλητή της δεύτερης περίπτωσης να αναλύεται σε βάθος ωρών ο προβληματισμός σχετικά με το αν η παρτίδα μεταξύ Carlsen και Niemann ήταν το μεγαλύτερο σκακιστικό σκάνδαλο των τελευταίων ετών, έτσι δεν μπορώ να φανταστώ για ποιον λόγο κάποιος μπορεί μανιωδώς να θέλει τη γνώμη κάποιου φανερά αδιάφορου για το αν η αντίπαλη ομάδα αξίζει να μπει στην Α΄ Εθνική ή αν ο τάδε διαιτητής χρηματίζεται. Το ζήτημα είναι πως ποτέ δεν έχω βιώσει την πρώτη συζήτηση.

Πηγή εικόνας: womensaid.org.uk

Απομακρυσμένοι από τα πιο χιουμοριστικά χαρακτηριστικά, δεν είναι δυνατόν να μη γίνει λόγος για τις βίαιες συμπεριφορές που παρατηρούνται σε αυτούς τους κύκλους. Πώς μπορεί κανείς να απαιτεί να αποκαλείται φίλαθλος, ενώ η στάση του μόνο φιλική διάθεση και ανυστερόβουλο ενδιαφέρον για το άθλημα δεν καταδεικνύει; Είναι γνωστές σε όλους οι οπαδικές επιθέσεις, οι χουλιγκανισμοί, κατά τους οποίους με το πρόσχημα της υπέρτατης χαράς ή λύπης για την έκβαση ενός αγώνα, ορισμένοι προβαίνουν στην εκδήλωση μιας σχεδόν πρωτόγονης οργής, η οποία συνοδεύεται από τραυματισμούς, φθορές ιδιωτικής ή δημόσιας περιουσίας αλλά και ένα γενικότερο κλίμα χάους, με την έξοδο σε περιοχές πλησίον των γηπέδων να θεωρείται ιδιαίτερα επικίνδυνη.

Με βάση τα γεγονότα αυτά, γεννώνται ορισμένες απορίες σχετικά με τα ερείσματα αυτών των ακραίων εκδηλώσεων. Μήπως αυτό το τεράστιο πάθος για τους αγώνες αποτελεί απλώς ελαφρυντικό για την ατιμώρητη υπέρβαση των κοινωνικών κανόνων, μια εκτόνωση που με το προσωπείο του αθλητικού πνεύματος επιτρέπει σε ορισμένους να εκδηλώσουν τις βίαιες ορμές τους; Δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί για ποιον λόγο αυτές οι συμπεριφορές παρατηρούνται κατά βάση σε λάτρεις του συγκεκριμένου αθλήματος. Μια ενδεχόμενη απάντηση είναι πως εξαιτίας της απλότητάς του, της ταχύτητας των εναλλαγών αλλά και της απλοϊκότητάς του, είναι προσιτό σε ένα ευρύ τμήμα του πληθυσμού. Ακόμα, μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως δεδομένου πως πρόκειται για άθλημα επαφής, εκ φύσεώς του το άθλημα είναι πιο βίαιο και κατά συνέπεια διεγείρει την αγριότητα και των οπαδών του, με το αντίστοιχο όμως άθλημα της πάλης να μην έχει μάλλον τόσο «πιστούς» οπαδούς.

Ωστόσο, παρά την αδιαφιλονίκητη σημασία των παραπάνω στοιχείων, δεν παύουν να είναι γνωστά και πολυσυζητημένα. Μια από τις λιγότερο γνωστές παραμέτρους –που συχνά κρίνεται και ως υπερβολική– είναι ο αντίκτυπος της βίας των οπαδών σε τρίτους, οι οποίοι καμία απολύτως σύνδεση δεν έχουν με την εν λόγω νίκη ή ήττα της εκάστοτε ομάδας. Η καμπάνια της Women’s aid, συγκεκριμένα, κατέδειξε πως τα ποσοστά ενδοοικογενειακής βίας αυξάνονται σχεδόν κατά 40% κατά την περίοδο της διοργάνωσης του Παγκοσμίου Κυπέλου. Τα στατιστικά αυτά στοιχεία είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά και ρίχνουν φως σε μία σκοτεινή παράμετρο αυτής της διοργάνωσης. Υβριστικές επιθέσεις, αχρείαστες εντάσεις, μέχρι και συμπεριφορές σωματικής κακοποίησης σημειώνονται κατά τις περιόδους αυτές, με τους θύτες να υποστηρίζουν πως τα γεγονότα αυτά είναι περιορισμένης σημασίας και ένας τρόπος εκτόνωσης της έντασης που τους διακατέχει. Τέτοια περιστατικά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποποινικοποιούνται και να θεωρούνται φυσιολογικές αντιδράσεις ενός νευριασμένου ατόμου, ιδίως όταν δικαιολογούνται με γελοιώδεις προφάσεις όπως αυτές.

Πηγή εικόνας: toonpool.com

Ακόμα, κρίνοντας την κουλτούρα που σχετίζεται με τη φιλοσοφία του φιλάθλου, δε μπορούμε να αγνοήσουμε και τη συμβολή των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία αποτελούν και τον ακρογωνιαίο λίθο της κοινωνικής επιρροής. Η εικόνα τους κατά την περίοδο αυτών των εκδηλώσεων μοιάζει να καλύπτει –προσωρινά έστω– με ένα πέπλο κάθε άλλη είδηση της επικαιρότητας, «εκθρονίζοντας» σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα από τα πρωτοσέλιδα, στα οποία οι αθλητικές εξελίξεις απολαμβάνουν το απόλυτο «μονοπώλιο». Αν και ορισμένοι θα σπεύσουν να πουν πως σε τεταμένες περιόδους οι πιο ανάλαφρες ειδήσεις είναι απαραίτητες και «δίνουν ανάσα» σε ένα βαρύ κλίμα, ωστόσο, στην έκταση που παρατηρείται αυτή η προώθηση των συγκεκριμένων θεμάτων, τα άλλα μοιάζουν να αποσιωπώνται πλήρως, με τους υποστηρικτές της προηγούμενης άποψης, ενδεχομένως άθελά τους, να υποστηρίζουν την αδιαφορία, αλλά και πιθανώς να επιδοκιμάζουν τη φυγόπονη στάση απέναντι σε καθετί επείγον και σοβαρό. Αυτή η εφήμερη αποχή, όμως, καθιστά την επιστροφή στην ειδησεογραφική κανονικότητα ιδιαίτερα επίπονη.

Καταληκτικά, και με καμία θέληση για πρόσδοση μιζέριας σε ένα –για πολλούς– ευχάριστο και διασκεδαστικό γεγονός, είναι απαραίτητο ορισμένες φορές να αποδεχτούμε πως τα όρια της ψυχαγωγίας οφείλουν να σταματούν εκεί που θίγονται σημαντικότερες αρχές. Το ανταγωνιστικό πνεύμα ερεθίζει την τάση των ανθρώπων να καταφεύγουν σε φανατικές τακτικές, μετατρέποντας έναν φίλαθλο με αγάπη για τον αθλητισμό σε έναν οπαδό άθυρμα της μάζας και της βίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • The World Cup: ‘There is no excuse for domestic abuse’, cps.gov.uk, διαθέσιμο εδώ
  • The Traditional Football Fan: An Ethical Critique of a Selective Construction, tandfonline.com, διαθέσιμο εδώ
  • Riots in Brussels after Morocco beat Belgium in World Cup match, aljazeera.com, διαθέσιμο εδώ
  • The Postmodernity of Football Hooliganism, jstor.org, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρυσάνθη Παπαναστασίου
Χρυσάνθη Παπαναστασίου
Γεννήθηκε το 2003 και μεγάλωσε στον Βόλο. Είναι φοιτήτρια Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και μιλάει Αγγλικά και Γαλλικά. Τα ενδιαφέροντά της εστιάζονται στα σύγχρονα κοινωνικά και νομικά ζητήματα τόσο σε εθνική όσο και σε παγκόσμια κλίμακα. Είναι λάτρης των ταξιδιών, ενώ στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει να διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία, γεγονός που καλλιέργησε και την αγάπη της για την αρθρογραφία.