Του Χρήστου Χατζηκωνσταντίνου,
Όλοι έχουμε παρακολουθήσει ταινίες επειδή τις «πετύχαμε» στην τηλεόραση είτε επειδή μας τις έχουν προτείνει. Οι ταινίες είναι μέσο έκφρασης και, όπως ένας μουσικός όταν γράφει ένα κομμάτι πάνω σε διάφορα όργανα, έτσι και ένας σεναριογράφος όταν ετοιμάζει ένα σενάριο, χρειάζεται και τους κατάλληλους συνεργάτες για να υλοποιήσει τον αυτοσκοπό του κειμένου που μόλις συνέθεσε. Σήμερα, λοιπόν, θα μιλήσουμε για μια τυχαία συνάντηση εκπληκτικών προσωπικοτήτων. Ο Stephen King, ένας συγγραφέας με περιεχόμενο που πάντα συναρπάζει, είτε όσο αναφορά την περιπέτεια είτε τον φόβο, επιμελείται την πρωτότυπη ιδέα του σεναρίου που την παραχώρησε στον σκηνοθέτη και σεναριογράφο Frank Darabont. Σε μια μικρή νουβέλα που δημοσίευσε το 1996 και ονόμασε Το Πράσινο Μίλι, μας αφηγείται μια ιστορία που ακροβατεί μεταξύ των ορίων του απτού κόσμου αλλά και του θεϊκού, της φαντασίας αλλά και της τραγικής ειρωνείας.
Επιτρέψτε μου να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Σε μια φυλακή στην Αμερική του 1935, μια ομάδα δεσμοφυλάκων είναι υπεύθυνη στην πτέρυγα των κατάδικων που περιμένουν να εκτελεστούν στην ηλεκτρική καρέκλα. Η πτέρυγα ονομάστηκε «πράσινο μίλι» χάρις στο χρώμα του πατώματος που ήταν πράσινο και μίλι, γιατί ήταν η τελευταία διαδρομή των κρατουμένων —που πολλές φορές, διαρκούσε μήνες μέχρι να εκτελεστούν. Ο πρωταγωνιστής μας, ο Paul Edgecomb (Tom Hanks), υποφέρει από ουρολοίμωξη και μια μέρα καταφτάνει ένας υπερμεγέθης, πολύ ευγενικός κρατούμενος, ο John Coffey (Michael Clarke Duncan), ο οποίος κατηγορείται για ένα αποτρόπαιο έγκλημα.
Με το πέρασμα του χρόνου, στην πτέρυγα καταφτάνουν και γνωρίζουμε και άλλους κρατούμενους που τους περιμένει η ηλεκτρική καρέκλα. Μετά από μια συναναστροφή που είχαν οι δύο πρωταγωνιστές, ο θανατοποινίτης θεραπεύει την ουρολοίμωξη του δεσμοφύλακα με έναν υπερφυσικό τρόπο. Το παραπάνω συμβάν έχει σαν αποτέλεσμα να εκδηλωθεί αμοιβαίος σεβασμός και από τις δύο πλευρές.
Μετά από διάφορα γεγονότα με τους κρατούμενους, εκδηλώνεται στον θεατή μια καινούρια πραγματικότητα που επικρατεί μέσα στις φυλακές. Εφ’ όλης της ύλης, συμπεριφορές από ανθρώπους που έχουν μετανιώσει για τις πράξεις τους μέχρι ανθρώπους που μέσα στο διάστημα της αναμονής της εκτέλεσής τους έχουν συναντήσει την πραγματική ηρεμία. Εντός αυτού του υπερβολικά ρεαλιστικού και ανθρώπινου περιβάλλοντος, ο John Coffey μετά από αρκετά επίγεια θαύματα κερδίζει την εμπιστοσύνη όλων των υπευθύνων της πτέρυγας, ακόμα και κάποιον συγκρατούμενών του. Η ταινία τελειώνει με την εκτέλεση του Coffey και κλείνει έναν κύκλο βίας που άνοιξε εξαρχής, δίνοντάς μας το ηθικό δίδαγμα ότι η πραγματική αδικία κρύβεται μέσα στην αυτοδικία της δικαιοσύνης.
Πέρα από τα γεγονότα της ταινίας, αξίζει να εστιάσουμε στις μεταφορές του έργου, που είναι πραγματικά πάρα πολλές. Αρχικά, ας δούμε τους 2 βασικούς συγκρατούμενους του John Coffey. O Eduard Delacroix (Michael Jeter), που από όσο γνωρίζουμε είναι κρατούμενος πριν την αρχή της ταινίας, περιμένει μέχρι την ημερομηνία της εκτέλεσής του. Βρίσκει ένα ποντίκι και γίνονται οι καλύτεροι φίλοι, μέχρι που λίγο πριν τον θάνατό του και αφού έχει βρει ψυχική γαλήνη, εμπιστεύεται τον ποντικό στους δεσμοφύλακες για να τον υιοθετήσουν. Ο Δεύτερος είναι ο Wild Bill (Sam Rockwell), που αδυνατεί να μετανοήσει και είναι ατίθασος μέχρι την τελευταία στιγμή.
Σας θυμίζει κάτι η παραπάνω ιστορία; Πιθανότατα ναι, γιατί είναι η ιστορία από τους 2 ληστές στον Γολγοθά δίπλα στον Ιησού. Ο Δυσμάς που μετανόησε και συγχωρέθηκε από τον Χριστό λίγο πριν τον θάνατό του, και ο Γεστάς που μέχρι και την τελευταία στιγμή άφησε το μίσος και την αδιαφορία να τον κατακτήσουν μέχρι τελικής ανάσας. Ο πρώτος ήταν ο άνθρωπος που συνάντησε τον παράδεισο για πρώτη φορά μετά το προπατορικό αμάρτημα και ο άλλος βυθίστηκε στην κόλαση.
Η κύρια μεταφορά του έργου, όμως, αφορά τον χαρακτήρα του John Coffey. Μέσα από τα θαύματα που πραγματοποίησε και την ανυπέρβλητη καλοσύνη του, μας δίδαξε πολλά! Μπορεί να ήθελε ο εμπνευστής της ταινίας, ο Frank Darabont, να τον δείξει σαν ένα θεϊκό εργαλείο που στόχο έχει την πραγματική εξιλέωση, αλλά ο Stephen King τον έκανε μαύρο, θεόρατο και τρομακτικό για να περάσει ένα συγκεκριμένο μήνυμα: «Ο Χριστός αναπόφευκτα θα είχε ξανασταυρωθεί», και αυτή είναι η πραγματική ειρωνεία αυτής της ιστορίας. Εμφανίζεται από το πουθενά και πράττει ανιδιοτελές καλό, με στόχο όχι το ατομικό συμφέρον, αλλά την εξιλέωση της ανθρώπινης φύσης. Στις τελευταίες σκηνές του τον βλέπουμε να φοβάται και να αποδοκιμάζεται από το πλήθος. Ο θεατής, όμως, γνωρίζει ότι είναι αθώος και αναμάρτητος. Ακόμη και ο δεσμοφύλακας το γνωρίζει, αλλά πάραυτα τον εκτελεί για να τον ελευθερώσει. Ο ενανθρωπισμός του Coffey μάς αφήνει να πιστεύουμε στο καλό, ακόμα και όταν δεν είναι καν προτεραιότητά μας.
Η ταινία είναι μεγάλη σε διάρκεια, με αρκετά σημεία της να δημιουργούν συναισθήματα στο κοινό, τόσο ευχάριστα όσο και δυσάρεστα. Χωρίς να προσπαθεί να αφαιμάξει τον θεατή, τον προβληματίζει και, προσωπικά, με βρήκα πολλές φορές να βουρκώνω σε σκηνές που ούτε εγώ το πίστευα. Η ταινία κλείνει με έναν αλληγορικό τόνο: το «πράσινο μίλι» βρίσκεται εκεί και το διανύουμε καθημερινά. Οι πράξεις μας είναι ο χρόνος μας μέσα στο κελί που επιλέγουμε να ζούμε. Ανεξαρτήτως της απόστασης, το μίλι θα τελειώσει και εμείς μόνο μπορούμε να επιλέξουμε τι συναισθήματα θα αφήσουμε πίσω στους αγαπημένους μας.
Ποτέ δεν πίστευα ότι μια ταινία θα μπορούσε να είναι ρομαντική, φανταστική, ρεαλιστική, δραματική, θρησκευτική, ουμανιστική και πάνω από όλα ένα έργο από τον άνθρωπο προς τους ανθρώπους, με όλους τους τρόπους που η τέχνη του κινηματογράφου μπορεί να μας επηρεάσει.
Σε ένα βιβλίο του, ο Stephen King γράφει: «Η συγγραφή είναι ένας πόλεμος, την ιστορία την κουβαλάς συνεχώς και κάθε φορά που την εμπλουτίζεις γίνεται όλο και πιο βαριά, τριγύρω στον κόσμο υπάρχουν μισοτελειωμένα βιβλία που δεν τελείωσαν ποτέ επειδή το βάρος τους έγινε ανυπόφορο».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- The Green Mile, imdb.com, διαθέσιμο εδώ