Της Γεωργίας Αλεξανδράκου Αλμπάνη,
Για περίπου διακόσιες χιλιάδες χρόνια, ο παγκόσμιος πληθυσμός δεν είχε υπερβεί το ένα δισεκατομμύριο κατοίκους. Ελάχιστα κατοικήσιμα εδάφη, καιρικές συνθήκες μη προσιτές στο ανθρώπινο είδος, πόλεμοι, ανίατες –τότε– ασθένειες, λανθασμένες πολιτικές και άλλα πολλά αποτέλεσαν τροχοπέδη για την αύξηση του αριθμού των κατοίκων του πλανήτη. Ωστόσο, μερικά μόνο χρόνια ήταν αρκετά, όχι μόνο για να προστεθεί ακόμη ένα δισεκατομμύριο, αλλά και για να οκταπλασιαστεί ο πληθυσμός της γης. Με το τέλος των διεθνών προβλημάτων, η δημιουργία οργανισμών και ενώσεων, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και διεθνών (π.χ. Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών) συνέβαλαν σημαντικά στον πολλαπλασιασμό του πληθυσμού. Η πληθυσμιακή κατανομή έγινε αρκετά ομοιόμορφα. Ωστόσο, το σημαντικότερο μέρος του αριθμού αυτού εντοπίζεται στην αφρικανική και την ασιατική ήπειρο, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι στις δύο από τις μεγαλύτερες χώρες της Ασίας, στην Κίνα και την Ινδία κατοικεί περίπου το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού.
Εν αντιθέσει με την Αφρική (όπως αποδεικνύεται καθημερινά), η Ασία επωφελήθηκε από αυτή την πληθυσμιακή «έκρηξη». Η Κίνα τη δεκαετία του 1970 έφτασε να αποτελείται ως επί το πλείστον από νέους ανθρώπους, εργασιακά ενεργούς, φτάνοντας το ποσοστό του 90% σε άτομα ηλικίας 15 έως 64 ετών. Άρα, πολύ εύκολα το υπόλοιπο 10%, που αποτελούνταν από μη ενεργούς εργασιακά και ανηλίκους, καλυπτόταν από την εργασιακή δύναμη των υπολοίπων. Με απόλυτη μαθηματική ακρίβεια αυτό οδήγησε σε μια ισχυρή οικονομία, στηριζόμενη στο πολυπληθές εργατικό δυναμικό, που όχι μόνο κάλυπτε οικονομικά τους «ανήμπορους» να συνεισφέρουν, αλλά προσέθετε συνεχώς κέρδη σε μια ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία, οι διαχειριστές της οποίας επένδυαν στο μέλλον και την τεχνολογική του εξέλιξη, αφήνοντας, όμως, κατά μέρος τον άνθρωπο. Έτσι, η χώρα εμφάνιζε μια ιδανική δημογραφική δομή για ανάπτυξη.
Με μοναδικό στόχο την ενίσχυση της οικονομίας και με οδηγό το εγγύς μέλλον, η τότε κυβέρνηση της Κίνας έλαβε κοντόφθαλμες αποφάσεις, παραπέμποντας στις καλένδες τα περαιτέρω κοινωνικά ζητήματα. Το 1979, ο τότε ηγέτης της ασιατικής χώρας Deng Xiaoping, που θεωρείται και ένας από τους θεμελιωτές του σύγχρονου κράτους της Κίνας, έλαβε το περίφημο μέτρο του «ενός παιδιού». Με τον τρόπο αυτό, περιόρισε και άλλο το ποσοστό των εξαρτώμενων οικονομικά πολιτών, βάζοντας φραγμό στον αριθμό της αντικατάστασης (2,1 γεννήσεις για τη μέση γυναίκα), που κατέληξε να φτάσει στο 1,6 κατά μέσο όρο, δηλαδή αρκετά πιο χαμηλά από το επαρκές για τη διατήρηση του πληθυσμού. Παρά το γεγονός, ότι το μέτρο αυτό οδήγησε σταδιακά σε κάποια μείωση του πληθυσμού, η Κίνα εξακολουθούσε να διατηρεί αρκετά υψηλά ποσοστά του ενεργά εργασιακού πληθυσμού, ξεπερνώντας και τις ΗΠΑ, μια ακόμη ισχυρή –οικονομικά– χώρα.
Το μέτρο αυτό μπορεί βραχυπρόθεσμα να ωφέλησε τη Κίνα, στάθηκε, όμως, ανίκανο να αντιμετωπίσει τις μακροπρόθεσμες συνέπειες, που δεν άργησαν να έλθουν. Με το πέρασμα του χρόνου, μέρος του πολυπληθούς εργατικού δυναμικού άρχισε να συνταξιοδοτείται και άρα να μετατρέπεται σε «άξιο οικονομικής προστασίας», ενώ οι νέες γενιές, συρρικνωμένες –σχεδόν κατά το ήμισυ– ήρθαν πλέον να αποτελέσουν μέρος του ενεργού πληθυσμού.
Η αλλαγή αυτή οδήγησε στη μείωση της αναλογίας μεταξύ ενεργών/εξαρτωμένων, και έτσι, ενώ πριν ή και κατά τη διάρκεια της λήψης του μέτρου αντιστοιχούσαν εννιά εργαζόμενοι για έναν συνταξιούχο, το 2020 σημειώνεται υποχώρηση των ενεργών σε λίγο περισσότερους από πέντε, με ακόμη πιο δυσοίωνη την εκτίμηση για το 2040, όπου αναμένεται περαιτέρω υποχώρηση των ενεργών, που μεταφράζεται σε τρεις εργαζόμενους ανά έναν εξαρτώμενο. Αυτό σημαίνει ότι οι τρεις εργαζόμενοι θα πρέπει να παράγουν αρκετά για τους εαυτούς τους, τα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειάς τους και για έναν ακόμη συνταξιοδοτημένο εξαρτώμενο. Το συμπέρασμα, προφανώς, που προκύπτει είναι ότι θα υπάρξει μια λιγότερο ανταγωνιστική οικονομία, που θα αναπτύσσεται λιγότερο και με μεγαλύτερη δυσκολία.
Το δημογραφικό αυτό μοντέλο, παρόλο που έχει γίνει πιο ελαστικό, δεν έχει επηρεάσει ακόμη ευθέως την υπογεννητικότητα, που ακόμη και αν επιλυόταν σαν πρόβλημα θα χρειαζόταν 15–20 χρόνια για να επηρεάσει τον εργασιακό πληθυσμό. Μιλάμε, δηλαδή, για ένα αδιέξοδο που προέκυψε από ένα πολιτικό σφάλμα, που δεν διορθώθηκε ποτέ και κατέληξε στην οικονομική αποδυνάμωση της χώρας και στον περιορισμό των αναπτυξιακών εργαλείων, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτιστοποίηση της ζωής των πολιτών.
Ακόμη και η προσπάθεια δημιουργίας μεταναστευτικών ρευμάτων (εσωτερικά και εξωτερικά) δε φαίνεται να είναι ικανή να ανατρέψει το ποσοστό του ενεργού πληθυσμού της χώρας. Αυτό προκύπτει τόσο από το γεγονός ότι χρειάζεται μεγάλο κύμα μετανάστευσης, ώστε να μπορούμε έστω να μιλάμε για τροποποίηση των πραγμάτων (πράγμα δύσκολο!), όσο και από τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που επικρατούν μέσα στο κράτος και δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο την επιλογή μετανάστευσης στην Κίνα.
Αντίστοιχες περιπτώσεις μείωσης του ενεργού πληθυσμού κατεγράφησαν στην Ιαπωνία, στην Κορέα, στη Σιγκαπούρη και στις Φιλιππίνες. Η Ιαπωνία, μάλιστα, καταγράφει την ταχύτερη μείωση πληθυσμού λόγω της μείωσης των γεννήσεων και του αυξανόμενου αριθμού των θανάτων, καταγράφοντας, επίσης, ποσοστά ρεκόρ τόσο στον πληθυσμό ηλικίας άνω των 65 (24%) όσο και στον πληθυσμό κάτω των 14 (ιστορικό χαμηλό 13%). Στην περίπτωση αυτή, όμως, αιτία δεν είναι μια πολιτική απόφαση, αλλά διάφορες που οδήγησαν σε οικονομική ανέχεια και στην ανυπαρξία του κοινωνικού κράτους. Χαρακτηριστική συνέπεια αυτών είναι το λεγόμενο “brain drain”, η φυγή των νέων με όραμα και προοπτικές, στους οποίους δε δίνεται η ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον στις πατρίδες τους. Η αιτία αυτή είναι η σημαντικότερη, μεταξύ άλλων, που αποδυνάμωσε και τις λοιπές ασιατικές οικονομίες, που πλέον τέθηκαν εκτός οικονομικού ανταγωνισμού και που στηρίζονται μόνο –στα κατά τ’ άλλα– σημαντικά εμβάσματα των μεταναστών.
Η συρρίκνωση του πληθυσμού, εντούτοις, δεν είναι μοναδικό ασιατικό φαινόμενο. Οι Η.Π.Α., αλλά και σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες, έχουν έρθει αντιμέτωπες με το σύγχρονο δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο προφανώς και δεν έχει μόνο οικονομικές συνέπειες. Η μείωση του νέου πληθυσμού σημαίνει και περιορισμό του πολιτισμού και υπονόμευση της ανθρωπότητας. Μονόδρομος είναι, λοιπόν, η προσέγγιση φιλάνθρωπων πολιτικών που τιμούν τη ζωή, ενθαρρύνουν την ιδιωτική βούληση και προάγουν την αξία των ανθρώπων και την ανάπτυξη των κοινωνιών. Παράλληλα, η ενίσχυση των νέων και η εύρεση καινών τρόπων παραγωγικότητας μέσω εξελιγμένων τεχνολογιών κρίνονται απαραίτητες. Τότε μόνο θα μπορούμε να μιλάμε για κοινωνίες αναπτυγμένες και για οικονομίες ανταγωνιστικές και ισχυρές.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- What comes after demographic dividend? Asia is finding out, Center for Global Development, διαθέσιμο εδώ
- Asia’s rapidly declining population growth : Implications for the region, World Youth Alliance, διαθέσιμο εδώ
- Recognize that China has huge demographic problems, Forbes, διαθέσιμο εδώ
- How demographic challenges impact innovation in Asia and the Pacific, Development Asia, διαθέσιμο εδώ