Του Σταύρου Μητσιάνη,
Μέχρι τα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ., η Ρώμη είχε καταφέρει να επιβληθεί στην Ιταλική χερσόνησο και να καταφέρει μια σημαντική νίκη κατά της πανίσχυρης Καρχηδόνας στον Α’ Καρχηδονιακό Πόλεμο (264–241 π.Χ.). Έπειτα, εδραιώθηκε ως μια υπολογίσιμη δύναμη στον χώρο της Μεσογείου και, μεταξύ άλλων, άρχισε να ανακατεύεται στα πεπραγμένα άλλων περιοχών. Συγκεκριμένα, η αλληλεπίδρασή της με την Ελλάδα στρατιωτικά και πολιτικά έλαβε χώρα μέσω ενός τρίτου βασιλείου, το οποίο βρισκόταν ανάμεσα στους δυο πολιτισμούς, αυτό της Ιλλυρίας.
Οι Ιλλυριοί ήταν ένας λαός που αποτελούνταν από πολλά φύλα, τα οποία υπήρχαν στις ανατολικές ακτές της Αδριατικής Θάλασσας και στη δυτική βαλκανική χερσόνησο. Το βασίλειο που μας ενδιαφέρει σε αυτό το άρθρο είναι αυτό των Αρδιαίων, το οποίο διαμορφώθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ, με σημαντικές πόλεις τη Σκόδρα και την Ριζώνα στον κόλπο του Κότορ, ενώ είχε απασχολήσει και τους Έλληνες της Ηπείρου και της Μακεδονίας. Το βασίλειο αυτό την εποχή που εξετάζουμε ήταν περίφημο για τις πειρατικές του πρακτικές στο Ιόνιο Πέλαγος και σε μικρότερο βαθμό στην Αδριατική Θάλασσα, καθώς και τη μεγάλη εχθρότητα κατά των Ελλήνων της δυτικής και κεντρικής Ελλάδας, συγκεκριμένα των Hπειρωτών και των Αιτωλών.
Οι Ιλλυριοί είχαν διάφορα ορμητήρια στη σημερινή Αλβανία και το Μαυροβούνιο, από τα οποία έκαναν επιδρομές σε διάφορες πόλεις του Ιονίου. Συνεπώς, ήταν ένα διαρκές αγκάθι για τους ελληνιστικούς ηγεμόνες και τις ομοσπονδίες του ελλαδικού χώρου . Η εμπλοκή τους, βέβαια, με τους Ρωμαίους ξεκίνησε τη δεκαετία του 230 π.Χ. όταν οι επιχειρήσεις τους άρχισαν να εξαπλώνονται όλο και περισσότερο στην Αδριατική, χτυπώντας πόλεις–συμμάχους των Ρωμαίων (socii) αλλά και Ιταλούς εμπόρους, καθιστώντας έτσι τους ναυτικούς δρόμους τουλάχιστον επικίνδυνους.
Το 231 π.Χ., ο βασιλιάς της Ιλλυρίας, Άγρων, απεβίωσε μετά την επιτυχή του εκστρατεία κατά των Αιτωλών και τα ηνία του βασιλείου πήρε στα χέρια της η Τεύτα, η δεύτερη γυναίκα του, ενώ εκτελούσε χρέη επιτρόπου έως ότου ο ανήλικος γιος του, Πίννης, ήταν αρκετά ώριμος για να αναλάβει τον θρόνο. Το αξιοσημείωτο, βέβαια, είναι πως η Τεύτα ήταν ακόμη πιο φιλοπόλεμη και ανελέητη πολλαπλασιάζοντας της επιδρομές στο Ιόνιο και την Αδριατική, με αποκορύφωμα την κατάληψη του νησιού της Κέρκυρας από τους Ιλλυριούς. Εκεί, εγκατέστησε ως διοικητή τον Δημήτριο της Φάρου (από το νησί της Φάρου), ο οποίος θα μας απασχολήσει αργότερα.
Συνεπώς, μετά την ενίσχυση της ιλλυρικής δύναμης αλλά και τις διευρυνόμενες ναυτικές επιδρομές, οι Ιλλυριοί επεκτάθηκαν και άρχισαν να επεδράμουν όχι μόνο σε ελληνικές περιοχές, αλλά και σε παραθαλάσσιες περιοχές της Ιταλίας. Αυτά τα γεγονότα ανέδειξαν την απειλή των Ιλλυριών ως ένα σοβαρό πρόβλημα. Έτσι, λόγω της αυξημένης εχθρικότητας και της μειωμένης πια ασφάλειας της Αδριατικής Θάλασσας, η ρωμαϊκή Σύγκλητος αποφάσισε να αποστείλει δύο πρέσβεις στη βασίλισσα Τεύτα με ελπίδες πως το θέμα θα μπορούσε να διευθετηθεί ειρηνικά. Ωστόσο, αυτό το εγχείρημα απέτυχε παταγωδώς, διότι η Τεύτα προσέγγισε τους Ρωμαίους πρέσβεις με αλαζονεία και οι δεύτεροι εκτόξευσαν απειλές οδηγώντας, έτσι, τις διαπραγματεύσεις σε αδιέξοδο. Όμως, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η εντολή της Τεύτας προς τα στρατεύματά της να χτυπήσουν το πλοίο που μετέφερε τους πρέσβεις πίσω στη Ρώμη. Το αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας ήταν να πεθάνει ο ένας από τους δύο πρέσβεις. Αμέσως μετά, η Ρώμη, χωρίς αναστολές, κήρυξε τον πόλεμο στην Ιλλυρία για πρώτη φορά (229 π.Χ.).
Η σύγκρουση δεν άργησε να συμβεί. Οι ύπατοι της χρονιάς 229 π.Χ. μαζί με τον ρωμαϊκό στρατό και στόλο αστραπιαία αποβιβάστηκαν στην Κέρκυρα. Αναπάντεχα, όμως, ο Δημήτριος της Φάρου πρόδωσε τη βασίλισσά του και έδιωξε όλες τις ιλλυρικές φρουρές του νησιού. Έπειτα, παρέδωσε το νησί στους Ρωμαίους και έγινε ο σύμβουλός τους όσον αναφορά τον πόλεμο, συμβουλεύοντάς τους σε όλη τη διάρκειά του. Στη συνέχεια, φάνηκε πως ο πόλεμος τελείωσε όσο γρήγορα είχε ξεκινήσει και ότι τα λόγια της Τεύτας δεν είχαν ιδιαίτερη βαρύτητα. Οι Ρωμαίοι βοήθησαν και άλλες ελληνικές πόλεις, όπως την Επίδαμνο και την Απολλώνια, και συμμάχησαν μαζί τους.
Η βασίλισσα, μετά την προδοσία του Δημητρίου, αιφνιδιάστηκε και κατέφυγε στην ενδοχώρα του βασιλείου της, υπογράφοντας λίγο αργότερα μια συνθήκη ειρήνης με τους Ρωμαίους, η οποία προέβλεπε την καταβολή φόρων, όριο στον αριθμό πλοίων που μπορούσαν να πλεύσουν στη θάλασσα από το σημαντικό Ιλλυρικό λιμάνι της Λισσού, αλλά και τον πολιτικό της θάνατο. Μετά την απομάκρυνση της Τεύτας από την πολιτική σκηνή, οι ιλλυρικές φυλές διασκορπίστηκαν ξανά, πολλές από τις οποίες συμμάχησαν με τους Ρωμαίους, ενώ οι Ρωμαίοι για την πολύτιμη βοήθειά του παραχώρησαν στον Δημήτριο ένα μεγάλο κομμάτι του ιλλυρικού βασιλείου, καθώς και διευρυμένη εξουσία, με την οποία θα διοικούσε ως φίλος της Ρώμης.
Οι συνέπιες αυτού του πολέμου ήταν πιο σοβαρές απ’ όσο φαίνονταν στην αρχή και αποδείχθηκαν καίριες για τη μετέπειτα εξέλιξη της Μεσογείου. Ο Α’ Ιλλυρικός Πόλεμος (229–228π.Χ.) εκτός από την επιβολή της ρωμαϊκής εξουσίας για άλλη μια φορά, προκάλεσε ένα ντόμινο επιπτώσεων. Κατά τη διάρκεια του πολέμου και την παραμονή των Ρωμαίων στον ελλαδικό χώρο, δημιουργήθηκαν νέες συμμαχίες με ελληνικές πόλεις, όπως την Κέρκυρα, την Επίδαμνο και την Απολλωνία, τις οποίες, όπως είχαν πράξει και με τις συμμαχικές πόλεις της Ιταλίας, οι Ρωμαίοι ήταν πρόθυμοι να υπερασπιστούν με κάθε κόστος. Οι Ρωμαίοι ακόμα δεν είχαν βλέψεις προς κατάκτηση και προσάρτηση εδαφών, αλλά προς τη δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου συμμάχων και φίλων. Βέβαια, πάντα σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Όμως, η εξάπλωση της επιρροής της Ρώμης στη βαλκανική χερσόνησο έφερε και συνέπειες, οι οποίες αν και αφανείς στην αρχή, θα οδηγούσαν τη Ρώμη σε σύγκρουση με τον ελληνιστικό κόσμο.
Στο επόμενο μέρος θα δούμε τον Β΄ Ιλλυρικό Πόλεμο (219–218 π.Χ.), την προδοσία του Δημητρίου της Φάρου και την αντίδραση των Ρωμαίων, καθώς επίσης και τον Γ΄ Ιλλυρικό Πόλεμο (168–167 π.Χ.), την τελευταία σύγκρουση μεταξύ Ρώμης και Ιλλυριών, καθώς και τις συνέπειές της στην περιοχή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Crawford, Michael, Η Ρεπουμπλικανική Ρώμη, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2013
- Χανιώτης, Άγγελος, Η εποχή των κατακτήσεων: O ελληνικός κόσμος από τον Αλέξανδρο στον Αδριανό 336 π.Χ. – 138 μ.Χ., Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2021
- Wilkes, John, Οι Ιλλυριοί, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα, 1999