Του Θανάση Μπούτσικα,
Ο ρωμαϊκός κόσμος βρίσκεται στα πρόθυρα της εξαφάνισης. Το 235 μ.Χ. δολοφονείται ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Σεβήρος από τα στρατεύματά του, βάζοντας ένα οριστικό τέλος στην δυναστεία που σταθεροποίησε το κράτος στην προηγούμενη κρίση του, το 193 μ.Χ. Οι συνέπειες για την κάποτε δυνατή αυτοκρατορία ήταν τεράστιες: ορδές γερμανικών φύλων εντατικοποιούν τις επιθέσεις τους στον Βορρά, ενώ η άνοδος των Σασσανιδών Περσών είναι μια συνεχόμενη απειλή στα ανατολικά σύνορα. Όμως, παρά τη σημασία του εξωτερικού κινδύνου, αυτή δεν ήταν το χειρότερο που έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι Ρωμαίοι.
Το εσωτερικό μαστιζόταν από οικονομική κρίση, λοιμούς, πείνα και, «το κερασάκι στην τούρτα», πολιτική αστάθεια. Αντίπαλοι σφετεριστές με την υποστήριξη των λεγεώνων τους προσπάθησαν να αναλάβουν τα ηνία της αυτοκρατορίας, δημιουργώντας δικές τους σφαίρες επιρροής και ξεκινώντας νέο κύκλο εμφύλιων συγκρούσεων. Τα ερωτήματα που ξεπροβάλλουν μας βάζουν σε προβληματισμούς: Πώς έληξαν αυτές οι συμφορές; Ποια ήταν η απάντηση της Ρώμης στις δυσκολίες και ποιος έδωσε τέλος στο πρόβλημα; Η λύση βρίσκεται στο όνομα του Λεύκιου Δομιτίου Αυρηλιανού. Πριν, όμως, ξεκινήσουμε την αναφορά μας πάνω στη δράση του, ας δούμε πρώτα εν συντομία την πραγματικότητα που προηγήθηκε της ανόδου του στην εξουσία.
Όπως είδαμε την προηγούμενη φορά (εδώ), το Έτος των Πέντε Αυτοκρατόρων του 193 μ.Χ. τερματίζεται με νικητή τον Σεπτίμιο Σεβήρο, ο οποίος κατάφερε να κερδίσει την πορφύρα και να εγκαθιδρύσει τη δική του δυναστεία. Από εκείνη κιόλας τη στιγμή, βασικός στόχος ήταν η εδραίωση της θέσης της αυτοκρατορικής εξουσίας και η αποφυγή παρόμοιων κρίσεων. Για αυτό τον λόγο, στράφηκε πρώτα στον στρατό. Οι λεγεώνες απαιτούσαν διαρκώς αύξηση της δωρεάς τους (donativum) από τον αυτοκράτορα, αίτημα στο οποίο ο Σεπτίμιος και οι διάδοχοί του ενέδωσαν, εξαντλώντας περαιτέρω τους οικονομικούς πόρους της αυτοκρατορίας.
Όμως, η θέληση των στρατιωτών για χρυσό ήταν ακόρεστη, με αποτέλεσμα την δολοφονία του Αλεξάνδρου Σεβήρου, έπειτα από διαπραγματεύσεις μεταξύ αυτού και των γερμανικών φύλων για ειρήνη μετά φόρου τιμής, γεγονός που, σύμφωνα με τον Ηρωδιανό, προκάλεσε την οργή τους. Μια νέα κρίση διαδοχής προκλήθηκε, γνωστή ως Έτος των Έξι Αυτοκρατόρων το 238 μ.Χ., σηματοδοτώντας την αρχή της Κρίσης του Τρίτου αιώνα, όπως την γνωρίζουμε σήμερα, τη μεγαλύτερη πρόκληση που είχε ποτέ να αντιμετωπίσει η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, με εξωτερικούς εχθρούς να απειλούν τα σύνορα της, ρωγμές στο εσωτερικό της και σφετεριστές να αγωνίζονται για τον θρόνο. Υπολογίζεται ότι, περίπου τριάντα άνθρωποι μέσα στα επόμενα πενήντα χρόνια πήραν τον τίτλο του αυτοκράτορα. Παρά την απελπιστική αυτή εικόνα, θα αναδειχθούν και πολλοί, οι οποίοι θα προσπαθήσουν να φέρουν ισορροπία στο χάος, κυρίως από τα σώματα του στρατού, δίνοντας προσωρινές λύσεις στο τσουνάμι προβλημάτων του κράτους. Αυτό είναι το σημείο που εισέρχεται ο πρωταγωνιστής της αφήγησής μας, ο Αυρηλιανός.
Λίγα είναι γνωστά για τα πρώιμα χρόνια της ζωής του Αυρηλιανού, ενώ πολλές λεπτομέρειες προέρχονται από την Historia Augusta (Ιστορία των Αυτοκρατόρων, αγνώστου συγγραφέα του 4ου αιώνα), αλλά λόγω του αμφίβολου χαρακτήρα δεν θεωρείται από πολλούς ως αξιόπιστη πηγή. Σε συνάρτηση, όμως, με άλλα διαθέσιμα στοιχεία της εποχής και λίγο μεταγενέστερα, όπως η Χρονογραφία του 354 μ.Χ., προκύπτει ότι, ο Αυρηλιανός γεννήθηκε το 214 μ.Χ., κοντά στον Δούναβη, από πατέρα ενοικιαστή αγρότη (colonus), πρώην βετεράνο του ρωμαϊκού στρατού, και μητέρα την κόρη του συγκλητικού Αυρηλίου, του οποίου τη γη την καλλιεργούσε ο πατέρας του. Το 235 μ.Χ., στην ηλικία των είκοσι, κατατάσσεται και ο ίδιος στον στρατό ως ιππέας. Υπηρέτησε υπό τον Ούλπιο Κρινιτό (του οποίου η ύπαρξη αμφισβητείται), ο οποίος διοικούσε τις Ιλλυρικές και Θρακικές λεγεώνες, νικώντας ομάδες Γότθων που αποπειράθηκαν να εισβάλουν στην περιοχή με δικούς του εφέδρους.
Αργότερα, συμπεριλήφθηκε στην προσωπική φρουρά του αυτοκράτορα Γαλλιηνού. Μαζί με το ιππικό του, ο Αυρηλιανός έλαβε μέρος στην νικηφόρα μάχη της Ναϊσσού το 268 μ.Χ., μαζί με τον στρατηγό και μετέπειτα αυτοκράτορα Κλαύδιο, κατά ενός επίδοξου διεκδικητή του θρόνου, στα Μεδιόλανα (σημερινό Μιλάνο), στην μάχη στην λίμνη Μπενάκους τον επόμενο χρόνο, αλλά και σε μικρότερες επιχειρήσεις κατά των γερμανικών φύλων. Το 270 μ.Χ., ορίζεται επικεφαλής του πολέμου κατά των Γότθων από τον αυτοκράτορα Κλαύδιο, σημειώνοντας διαδοχικές επιτυχίες εναντίον τους χρησιμοποιώντας το επίλεκτο ιππικό από την Δαλματία. Η φήμη του ως αποτελεσματικού στρατηγού ήταν που τον βοήθησε να κερδίσει τόσο την εμπιστοσύνη των ανωτέρων του, όσο και την πίστη των στρατιωτών του, χαρακτηριστικά που θα του δώσουν «πρώτη θέση» σε αυτά που επρόκειτο να συμβούν.
Ο Κλαύδιος Β’, ο «ευεργέτης» του Αυρηλιανού, μετά από δύο έτη συνεχούς πολέμου με τους εχθρούς της αυτοκρατορίας, πλήττεται ο ίδιος από λοιμό και αποβιώνει τον Απρίλιο του 270 μ.Χ. Ο αδερφός του, Κουιντίλλος αναλαμβάνει τον τίτλο του Καίσαρα. Η είδηση αυτή, βέβαια, δεν ήταν ικανοποιητική σε πολλούς και ειδικά στον στρατό, που επηρέαζε βαθύτατα τις πολιτικές εξελίξεις, προτιμώντας να εξελέγει άτομα μέσα από τις τάξεις του ως αυτοκράτορες. Αυτή ήταν και η περίπτωση του Αυρηλιανού, καθώς μόλις τον Μάιο του 270 μ.Χ. ανακηρύσσεται αυτοκράτορας από τα στρατεύματα στο Sirmium (σημερινή Sremska Mitrovica, Vojvodina, Σερβία). Η επισημοποίηση της θέσης του από την Σύγκλητο έρχεται μετά την ήττα και τον θάνατο του Κουιντίλλου, λίγο αργότερα. Βέβαια, εκτός από τον καινούργιο τίτλο, ο Αυρηλιανός κληρονόμησε και τα προβλήματα του κράτους. Οι Γότθοι, οι Αλαμανοί, οι Ερούλοι, οι Βάνδαλοι και άλλα γερμανικά φύλα πίεζαν ακόμη περισσότερο τα βόρεια σύνορα, εισχωρώντας στην ιταλική χερσόνησο.
Ενώ, οι Σασσανίδες στην Περσία, γεμάτοι αυτοπεποίθηση μετά την την αιχμαλωσία του πρώην αυτοκράτορα Βαλεριανού, μια δεκαετία πριν, έστρεψαν για άλλη μια φορά την μάτια τους στην ρωμαϊκή Ανατολή. Δεν συγκρινόταν, όμως, με την εντός συνόρων οπτική. Ο Τέτρικος, μετά τον θάνατο του Ποστούμου το 268 μ.Χ. και την καθαίρεση των διαδόχων του, ανακηρύσσεται αυτοκράτορας της Γαλατίας και αποσχίζεται από την επίβλεψη της ρωμαϊκής αρχής, εντάσσοντας την Βρετανία και την Ισπανία στις κτήσεις του. Οι διοικητές της Συρίας και της Μεσοποταμίας, έχοντας αναγνωριστεί η αυτονομία τους από τον αυτοκράτορα, επιθυμούσαν να ανεξαρτητοποιηθούν πλήρως από το κέντρο εντολών και να εντάξουν την Αίγυπτο και την Μικρά Ασία στην δικαιοδοσία τους. Ήταν πλέον ξεκάθαρο για τον νέο Καίσαρα: οι χαμένες κτήσεις έπρεπε να ανακαταληφθούν άμεσα, ενώ ήταν σημαντικό να βρεθούν λύσεις για την καταπολέμηση της πείνας, της φτώχειας, των επιδημικών κυμάτων, αλλά και των λιποταξιών των λεγεώνων.
Ο Αυρηλιανός, ξεκίνησε με την εκδίωξη των γερμανικών φύλων από τα σύνορα. Πριν, όμως, μπορέσει να προχωρήσει σε στρατιωτικές ενέργειες, έπρεπε να πάρει με το μέρος του τον στρατό. Για αυτό κατέλαβε το ορυχείο στην Siscia και ξεκίνησε να κόβει χρυσά νομίσματα για να μπορεί να πληρώνει τις δωρεές του. Αφού διασφάλισε την ύπαρξη απαραίτητου ανθρώπινου δυναμικού, έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο του. Το 270-271 μ.Χ. εκδίωξε τους Βανδάλους, μέσα από πόλεμο ασιτίας, αλλά καθώς επέβλεπε την αποχώρησή τους από την Παννονία, οι Αλαμανοί πορεύθηκαν προς την Ιταλία, διασχίζοντας τον ποταμό Πο και κατέλαβαν την Πλακεντία. Ο Αυρηλιανός κατάφερε να τους κερδίσει τελικά σε μάχη στο Fano και στην Pavia, αλλά ήταν μετά την ήττα των Ρωμαίων στην Πλακεντία από ενέδρα τον Ιανουάριο.
Η καταδίωξη των γερμανικών φύλων συνέχισε μέχρι την Δακία (σημερινή Ρουμανία), όπου οι Ρωμαίοι νίκησαν τους Γότθους, σκοτώνοντας ταυτόχρονα και τον αρχηγό τους. Σε αντίθεση, όμως, με άλλες επαρχίες, η Δακία εγκαταλείφθηκε οριστικά, λόγω των τεράστιων πόρων που απαιτούνταν για την διατήρησή της. Τον επόμενο χρόνο στράφηκε κατά των στασιαστών, έχοντας καθαρίσει τον ορίζοντα από γερμανικές απειλές. Πρώτα πορεύθηκε στην Ανατολή για να διαλύσει την Αυτοκρατορία της Παλμύρας, καταφέρνοντας με σχετική ευκολία να ανακαταλάβει την Μικρά Ασία και να πολιορκήσει επιτυχώς την πρωτεύουσα Παλμύρα, αιχμαλωτίζοντας την βασίλισσα Ζηνοβία. Τέλος, το 274 μ.Χ., δύο χρόνια μετά την νίκη του ανατολικά, μέσω καλά σχεδιασμένης διπλωματίας, νικά τον Τέτρικο σε μάχη, στην τοποθεσία Châlons, καταφέρνοντας το ακατόρθωτο: την ενοποίηση της αυτοκρατορίας.
Ωστόσο, οι αλλαγές που έφερε δεν περιορίζονται στο πεδίο των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Ο Αυρηλιανός εισήγαγε μια σειρά μεταρρυθμίσεων για αναβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης στην αυτοκρατορία. Έχτισε νέα αμυντικά τείχη στις ιταλικές πόλεις, έκοψε νέα νομίσματα, βελτίωσε την διανομή τροφίμων στα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας και κατέστειλε νέες εξεγέρσεις. Επίσης, άσκησε σκληρή πειθαρχία σε όλους τους τομείς εξουσίας, προσπαθώντας να εξαλείψει την διαφθορά. Παρόλα αυτά, δεν μπόρεσε να συνεχίσει την βασιλεία του. Το 275 μ.Χ. δολοφονείται στην Θράκη από στρατιώτες του, υποκινούμενους από τον γραμματέα του, που φοβόταν εκκαθαρίσεις διεφθαρμένων υψηλόβαθμων. Η δράση του αποδείχθηκε κρίσιμη για την καταπολέμηση της Κρίσης του Τρίτου Αιώνα, η οποία θα τελειώσει με την άνοδο του Διοκλητιανού στον θρόνο, το 284 μ.Χ., ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Έως και σήμερα, ο Αυρηλιανός μένει γνωστός με το προσωνύμιο που του έδωσε η Σύγκλητος για τα κατορθώματα του: Restitutor Orbis, «επαναφορέας του κόσμου».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Boak, E.R., Arthur, Sinnigen, G., William, (1921), A History of Rome to 565 AD, New York: The Macmillan Company
- Brittanica.com, Aurelian, Διαθέσιμο εδώ
- Penelope.uchicago.edu. Historia Augusta, Διαθέσιμο εδώ
- Southern, Pat (2001), The Roman Empire from Severus to Constantine, London: Routledge