Της Βικτώριας Βενιού,
Αποτελεί πραγματικότητα πως η Διοίκηση κατέχει ένα μεγάλο αριθμό εγγράφων, τα οποία μπορεί να έχει συντάξει η ίδια ή μπορεί να «βρίσκονται στα χέρια» της από τρίτους. Το ερώτημα που γεννάται –εν προκειμένω– είναι: Μπορούν οι διοικούμενοι να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα έγγραφα και, εάν η απάντηση είναι καταφατική, πως γίνεται να μάθουν το περιεχόμενο αυτών των εγγράφων, υπό ποιες, δηλαδή, προϋποθέσεις;
Στο πλαίσιο της δημόσιας διοίκησης επικρατεί η αρχή της διαφάνειας ή της φανερής διοίκησης και η δραστηριότητα των διοικητικών οργάνων πρέπει να διεξάγεται φανερά. Επίσης, οι πράξεις της διοίκησης δημοσιοποιούνται. Ακόμα, κρίνεται αναγκαίο να αναφερθεί πως υπάρχουν δύο είδη πληροφόρησης: η παθητική και η ενεργητική. Μορφές παθητικής πληροφόρησης αποτελούν –ενδεικτικά– η δημοσίευση στο ΦΕΚ, η ανάρτηση στο διαδίκτυο και η κοινοποίηση στον αποδέκτη της διοικητικής πράξης. Η παθητική πληροφόρηση, δηλαδή, ισούται με την υποχρέωση της Διοίκησης να πληροφορεί τους διοικουμένους.
Από την άλλη πλευρά, τι ισχύει σχετικά με την ενεργητική πληροφόρηση; Αρχικά, ενεργητική πληροφόρηση των διοικουμένων σημαίνει το δικαίωμα των διοικουμένων να έχουν πρόσβαση στα έγγραφά τους, ύστερα από την υποβολή μιας σχετικής αίτησης. Θεμελιώδης βάση του εν λόγω δικαιώματος των διοικούμενων αποτελεί το άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που επιτρέπει την πρόσβαση σε συγκεκριμένα έγγραφα. Όπου στο νόμο αναφέρεται ο όρος «δημόσιες υπηρεσίες», γίνεται δεκτό πως εννοείται, όχι μόνο το Δημόσιο και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, αλλά και οι ΟΤΑ και τα Δημόσια Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου.
Μια περαιτέρω διάκριση, που οφείλει να επισημανθεί, σχετικά με το τιθέν ζήτημα αποτελεί εκείνη μεταξύ των δημοσίων εγγράφων και των ιδιωτικών εγγράφων. Συγκεκριμένα, δικαίωμα πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα, όσων δηλαδή έχουν συνταχθεί από δημόσιες υπηρεσίες, έχει κάθε ενδιαφερόμενος, κατόπιν γραπτής αίτησής του. Πιο συγκεκριμένα, ο όρος «ενδιαφερόμενος» –αν και δεν έχει καταστεί ξεκάθαρο ακριβώς το περιεχόμενό του– μπορεί να αποδοθεί ως εκείνος, που έχει κάποιο –εύλογο– ενδιαφέρον και για αυτόν το λόγο υποβάλλει αίτηση, χωρίς να χρειάζεται να συντρέχει στο πρόσωπό του έννομο συμφέρον. Παράλληλα, αξίζει να αναφερθεί πως διοικητικές πράξεις δε θεωρούνται αποκλειστικά και μόνο οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις. Ο ενδιαφερόμενος διοικούμενος μπορεί να ζητήσει πρόσβαση σε διαφόρων ειδών έγγραφα, όπως γνωμοδοτήσεις, εγκυκλίους, μελέτες, εκθέσεις, απαντήσεις, πρακτικά και, δεδομένου ότι η –εν λόγω– απαρίθμηση δεν είναι περιοριστική, μπορεί να ζητήσει πρόσβαση σε κάθε πράξη της διοίκησης και σε κάθε έγγραφο, που έχει συνταχθεί από δημόσιες υπηρεσίες.
Αντίθετα, όσον αφορά τα ιδιωτικά έγγραφα, που φυλάσσονται από τη διοίκηση, εδώ δεν επικρατεί ο κανόνας του «ενδιαφερόμενου». Προκειμένου κάποιος να έχει πρόσβαση σε ιδιωτικά έγγραφα, θα πρέπει να θεμελιώνει ειδικό έννομο συμφέρον, πρέπει, δηλαδή, τα έννομα συμφέροντα του διοικουμένου να συνδέονται άμεσα και προσωπικά με τις πληροφορίες που περιέχονται στα έγγραφα, αφού, βέβαια, υποβάλλει σχετική αίτηση. Επιπλέον, η πρόσβαση αυτή σχετίζεται μόνο με ιδιωτικά έγγραφα, τα οποία έχουν άμεση σχέση με μια υπόθεση του αιτούντος, που εκκρεμεί στις δημόσιες υπηρεσίες ή έχει ήδη διεκπεραιωθεί από αυτές.
Αναντίρρητα, για ένα μείζονος σημασίας δικαίωμα συντρέχουν πάντοτε και όροι που το περιορίζουν. Συγκεκριμένα, ως προς τους περιορισμούς του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα πρέπει να αναφερθεί πως αυτοί διακρίνονται σε απόλυτους και σχετικούς. Αφενός, οι απόλυτοι περιορισμοί σχετίζονται με την προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής τρίτων προσώπων. Η Διοίκηση, δηλαδή, έχει υποχρέωση να αρνηθεί σε κάποιον την πρόσβαση σε συγκεκριμένα έγγραφα, κατά δέσμια αρμοδιότητα. Αφετέρου, οι σχετικοί περιορισμοί σημαίνει πως η Διοίκηση διαθέτει διακριτική ευχέρεια να επιτρέψει ή να αρνηθεί την πρόσβαση σε έγγραφα, που σχετίζονται με συζητήσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ή, εάν συντρέχει μεγάλη πιθανότητα κινδύνου, να καταστεί δυσχερής μια έρευνα δικαστικών, αστυνομικών ή στρατιωτικών αρχών, όσον αφορά κάποια παράβαση είτε διοικητική είτε ποινική. Σε αυτή την περίπτωση των σχετικών περιορισμών, η Διοίκηση έχει διακριτική ευχέρεια να ικανοποιήσει ή όχι το αίτημα για πρόσβαση στα έγγραφα.
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί πως, εάν η Διοίκηση απορρίψει το αίτημα του διοικουμένου για πρόσβαση σε έγγραφα είτε είναι δημόσια είτε ιδιωτικά, πρέπει να αιτιολογεί τη συγκεκριμένη άρνησή της και αυτό να γνωστοποιείται εγγράφως στον αιτούντα μέσα σε 20 μέρες από την υποβολή της αίτησής του. Ακόμα, η χρονική προθεσμία για χορήγηση αντιγράφων υπολογίζεται και αυτή στις 20 μέρες.
Επομένως, καθίσταται πρόδηλο πως είναι ανάγκη, να είναι σαφές το περιεχόμενο σημαντικών δικαιωμάτων, όπως αυτό των διοικουμένων για πρόσβαση στα έγγραφα, προκειμένου να γνωρίζει ο καθένας από εμάς τα δικαιώματα του και κατά αυτόν τον τρόπο να διαθέτει δυνατότητα προστασίας του από τυχόν αυθαιρεσίες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Απόστολος Γέροντας, Προκόπης Παυλόπουλος, Γλυκερία Π. Σιούτη, Σπυρίδων Φλογαΐτης, Διοικητικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα, 2022