Της Δήμητρας Γρηγοριάδου,
Η εξέγερση του Ίλιντεν, ή αλλιώς Εξέγερση του Προφήτη Ηλία-Μεταμορφώσεως, ήταν μια επανάσταση σλαβόφωνων πληθυσμών εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σκοπός της επανάστασης ήταν η δημιουργία «αυτόνομης» Μακεδονίας, στην οποία θα περιλαμβάνονταν και ελληνικά εδάφη. Η επανάσταση πήρε το όνομα Ίλιντεν, από την ημέρα γιορτής του Προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου/ 2 Αυγούστου), όπως την αποκαλούν οι Σλαβομακεδόνες και οι Βούλγαροι και από το Πρεομπραζένιε (6 Αυγούστου/ 19 Αυγούστου), που είναι η μέρα γιορτής της Μεταμορφώσεως.
Το κίνημα που μας απασχολεί, οργανώθηκε και υλοποιήθηκε από την αυτονομιστική οργάνωση Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ), γνωστή διεθνώς με τα αγγλικά αρχικά IMRO ή τα σλαβικά BMPO, η οποία ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1893 στη Θεσσαλονίκη (σύμφωνα με μία από τις εκδοχές). Αποτέλεσε την ιδεοτυπική μορφή πρόδρομου εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος του 20ού αιώνα, ενώ από οργανωτική άποψη, ήταν ένα υβρίδιο του επαναστατικού μοντέλου που εισήγαγε στον βαλκανικό χώρο η Φιλική Εταιρεία, με συχνή διενέργεια συνεδρίων. Σκοπός της ήταν ο καθορισμός της επαναστατικής στρατηγικής και των εκάστοτε τακτικών προτεραιοτήτων (σε παμμακεδονική αλλά και σε τοπική κλίμακα) και η ένταξη των κατοίκων σε σταθερές πολιτικές δομές για την πορεία του αγώνα. Τέλος, η εκλογή των καθοδηγητικών οργάνων από την οργανωμένη βάση, αλλά και η καλλιέργεια μιας εκτενούς πολιτικής φιλολογίας (καταστατικά, πρακτικά συνεδριάσεων, επαναστατικός Τύπος).
Σύμφωνα με απομνημονεύματα των ιδρυτών της, ο λόγος που συστάθηκε η οργάνωση αυτή ήταν αφενός, λόγω της συνειδητοποίησης πως η διάσπαση του σλαβόφωνου χριστιανικού πληθυσμού στην περιοχή Μακεδονίας σε βουλγαρική, ελληνική και σερβική εθνική παράταξη απομάκρυνε την προοπτική απελευθέρωσης από τον τουρκικό ζυγό. Αφετέρου, λόγω της υπεροψίας που έδειχναν απέναντι στους αλύτρωτους Μακεδόνες τα καθοδηγητικά επιτελεία αυτών των μηχανισμών (διπλωμάτες, μητροπολίτες, σχολικοί επιθεωρητές) και οι ίδιοι οι «ελεύθεροι αδελφοί» της Σερβίας, της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Απώτερος στόχος της οργάνωσης, ήταν η μακροχρόνια προετοιμασία της επανάστασης με σύνθημα «η Μακεδονία στους Μακεδόνες», ώστε να επιτευχθεί η αυτονομία της Μακεδονίας υπό το πρότυπο της πολυπολιτισμικής Ελβετίας. Η οργάνωση απέκτησε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις, όταν παρουσιάστηκε η ανάγκη για επίλυση του αγροτικού ζητήματος υπέρ των σλαβόφωνων καλλιεργητών της μακεδονικής ενδοχώρας.
Το κίνημα, έλαβε χώρα στην περιοχή της Μακεδονίας και εκδηλώθηκε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, στο κεντρικό και νοτιοδυτικό τμήμα του από τους Βούλγαρους αγρότες και υποστηρίχθηκε από τους βλάχους της περιοχής ως έναν βαθμό. Το βράδυ της 20ης Ιουλίου 1903, «φλεγόμενες θημωνιές» έδωσαν το σύνθημα του ξεσηκωμού στον κάμπο του Μοναστηρίου. Στη συνέχεια, οι εξεγερμένοι χωρικοί έκοψαν τα τηλεγραφικά σύρματα, ξήλωσαν τις γραμμές του τρένου και γκρέμισαν τα γεφύρια. Στα πιο μεγάλα χωριά, η επανάσταση κηρύχθηκε πανηγυρικά από τον άμβωνα της εκκλησίας μετά τη λειτουργία και τον αγιασμό μαχητών και λαβάρων. Η μαζικότητα του ξεσπάσματος ήταν σε μεγάλο βαθμό και αυτό φαίνεται και από την επιστολή του Ίωνα Δραγούμη, – γραμματέα τότε στο ελληνικό προξενείο Μοναστηρίου –, προς τον πατέρα του (25/7/1903): «Αγαπητέ μπαμπά, έχομεν Σλαυικήν επανάστασιν εν Μακεδονία. Τούτο αρκεί διά να εννοήση ο πονών και γιγνώσκων. Απαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως. Καταλαμβάνονται υπό των επαναστατών αι κωμοπόλεις και τα χωρία τα κατοικούμενα υπό βλαχοφώνων και αλβανοφώνων Κρούσοβον, Πισοδέριον, Νεβέσκα κτλ. Μανθάνω ταύτην την στιγμήν ότι κατελήφθη η Κλεισούρα. Δεν είμαι βέβαιος αν συμφέρη πλέον ν’ αντιδρώμεν εις το κίνημα. Οι Τούρκοι ανικανώτατοι, δεν βοηθούν ημάς». Το μεγαλύτερο μέρος των χωριών των καζάδων, Φλώρινας, Καστοριάς και Καϊλαρίων (σημερινή Πτολεμαΐδα), έλαβαν μέρος στο επαναστατικό κίνημα.
Ο κοινωνικός χαρακτήρας που αποδίδεται στην εξέγερση γίνεται αντιληπτός μέσα από το συνεχές, βίαιο ξέσπασμα των χωρικών απέναντι σε ό,τι θύμιζε την έγγεια μεγαλοϊδιοκτησία. Επίσης, τις πρώτες ώρες της εξέγερσης, σημειώθηκαν και φόνοι τσιφλικάδων από τους μέχρι τότε υποταχτικούς τους, συχνά με αρκετά άγριο τρόπο. Το αποκορύφωμα της εξέγερσης αποτέλεσε η δεκαήμερη κατάληψη του Κρούσοβο (σήμερα στην Βόρεια Μακεδονία), αλλά και η συγκρότηση τοπικής «προσωρινής κυβέρνησης», η οποία καταλήφθηκε τα μεσάνυχτα της 20ης Ιουλίου από περίπου 800 ενόπλους, κυρίως αγρότες των τριγύρω περιοχών κι έναν αριθμό ντόπιων κομιτατζήδων. Οι περισσότεροι κάτοικοι, κράτησαν μια στάση ευμενούς συνεργασίας, χωρίς να εκτεθούν υπερβολικά.
Ο επίλογος της εξέγερσης του Ίλιντεν γράφτηκε με αίμα. Το Κρούσοβο παραδόθηκε στις 30 Ιουλίου από τον οθωμανικό στρατό στις φλόγες, ύστερα από τη λεηλασία και τους βιασμούς, που έπληξαν ως επί το πλείστον την πλούσια ελληνική συνοικία του και λιγότερο τη βουλγαρική. Τα οθωμανικά στρατεύματα, τα οποία ήταν ενισχυμένα με 60.000 φαντάρους από την Ήπειρο και το Κοσσυφοπέδιο, πέρασαν μετά τις 11 Αυγούστου σε γενική αντεπίθεση και πυρπόλησαν συστηματικά σλαβόφωνους χριστιανικούς οικισμούς που συνάντησαν στον δρόμο τους.
Τελικά, καταστράφηκαν 118 χωριά, κάηκαν 8.250 σπίτια, 40.000-60.000 εσωτερικοί πρόσφυγες έμειναν άστεγοι και πάνω από 2.000 άτομα σκοτώθηκαν (400 μαχητές και 1.600 άμαχοι). Η στάση του τότε Ελληνικού κράτους, αν και δεν έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα ιστορικά, προς την Σλαβομακεδονική επανάσταση του Ίλιντεν δεν φαίνεται να ήταν θετική, γιατί προφανώς μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία θα αποτελούσε εμπόδιο για την εδαφική πολιτική της χώρας στην περιοχή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βακαλόπουλος, Κωνσταντίνος, (1993), Το Μακεδονικό Ζήτημα, Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής
- Δραγόυμης, Ίων, (2000), Τα τετράδια του ίλιντεν, Αθήνα: Πετσίβα
- Κωστόπουλος, Τάσος, (2018), Το γνωστό-άγνωστο Ίλιντεν, Διαθέσιμο εδώ
- Τσακαλάρωφ, Βασίλειος, (2010), Το ημερολόγιο του Ίλιντεν, 1901-1903, Αθήνα: Πετσίβα
- Brown, Keith, (2003),The Past in Question: Modern Macedonia and the Uncertainties of Nation, New Jersey: Princeton University Press