Του Κωνσταντίνου Γκαμπή,
Η Ιαπωνία είναι μία χώρα, η οποία στο μεταίχμιο του 19ου και του 20ου αιώνα από μια απαρχαιωμένη και συντηρητική χώρα μετατράπηκε σε μία μιλιταριστική και ισχυρή αυτοκρατορία. Για να γίνει αυτό, έπρεπε η πολιτική ισχύς να συγκεντρωθεί στα χέρια του αυτοκράτορα, ο οποίος κατέλυσε όλα τα προνόμια των σαμουράι, προκαλώντας έναν εμφύλιο, τον οποίο οι πολέμαρχοι έχασαν. Μέχρι τότε στη χώρα δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο με τον κανόνα του χρυσού, όπως συνέβαινε στη Μεγάλη. Βρετανία. Οι αγορές του Τόκυο λειτουργούσαν με βάση τον χρυσό και της Οσάκα με βάση το ασήμι. Έτσι, το de facto χρήμα στην Ιαπωνία ήταν επί της ουσίας κάποια κουπόνια που εξασφάλιζαν στον κάτοχό τους μία ορισμένη ποσότητα ρυζιού. Όσα κουπόνια, λοιπόν, ήταν στην κατοχή των σαμουράι, η Κυβέρνηση τα μετέτρεψε σε κρατικά ομόλογα και τους τα παρέδωσε.
Ο αυτοκράτορας, επιπλέον, στην προσπάθειά του να «δυτικοποιήσει» τη χώρα, ιδιωτικοποίησε πολλές κρατικές ως τότε επιχειρήσεις. Φυσικά, πολλοί σαμουράι άρπαξαν την ευκαιρία και ρευστοποιώντας τα ομόλογά τους έγιναν ιδιοκτήτες αυτών των επιχειρήσεων κι όσοι δεν αγόρασαν εταιρείες ξεκίνησαν δικές τους.
Αυτές οι εταιρείες εξελίχθηκαν σε μεγάλους οικογενειοκρατικούς «ομίλους εταιρειών» που ονομάστηκαν «zaibatsu», που κυριολεκτικά σημαίνει «οικονομική κλίκα». Η Ιαπωνία τότε, πέραν του εκσυγχρονισμού που διάγαγε η Κυβέρνηση σε όλους τους τομείς της, επεκτεινόταν και γεωγραφικά, κατακτώντας μικρότερες υποανάπτυκτες χώρες της Ασίας. Για να καταφέρει, λοιπόν, να εκμεταλλευθεί όλες τις πρώτες ύλες και το φθηνό εργατικό δυναμικό που έπεσαν στα χέρια της, η ιαπωνική Κυβέρνηση επέλεξε να καλλιεργήσει μία στενή σχέση με τις zaibatsu. Ως αποτέλεσμα, η οικονομία της Ιαπωνίας απέκτησε ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά με λίγες εταιρείες να δραστηριοποιούνται σε πολλούς κλάδους και να κατέχουν ένα μεγάλο μερίδιο της αγοράς.
Όσον αφορά τη δομή τους, οι zaibatsu ήταν αρχικά οικογενειακές επιχειρήσεις. Ωστόσο, αυτό δε σήμαινε ότι δεν υπήρχαν και στελέχη εκτός της οικογενείας. Υπήρχαν, λοιπόν, στις εταιρείες «ξένοι» που είχαν τον ρόλο των στελεχών, οι οποίοι ήταν απολύτως πιστοί στην οικογένεια, όπως ακριβώς συνέβαινε στις αυλές των αριστοκρατών. Στο κέντρο αυτών των «ομίλων» βρισκόταν συνήθως μία τράπεζα ή μία εμπορική εταιρεία, η οποία «μοίραζε» τον πλούτο στις υπόλοιπες εταιρείες. Στις zaibatsu υπήρχε μία πυραμιδική δομή, στην οποία οι εταιρείες που βρίσκονταν χαμηλότερα εξαρτιόντουσαν από αυτές που βρίσκονταν υψηλότερα. Μία από τις πρώτες zaibatsu είναι η μέχρι και σήμερα γνωστή Mitsubishi.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι αμερικάνικες δυνάμεις κατέλαβαν την Ιαπωνία, η κατοχική Κυβέρνηση αποφάσισε να «εκδημοκρατήσει» την οικονομία της χώρας. Έτσι, προσπάθησε να «σπάσει» τις zaibatsu, μοιράζοντας μέσω της πώλησής τους τις μετοχές τους. Οι Ιάπωνες, όμως, αντιστάθηκαν, με εταιρείες να δανείζουν λεφτά στους αφοσιωμένους υπαλλήλους τους για να αγοράζουν μετοχές της, ώστε να τις επιστρέψουν και πάλι στην οικογένεια. Με τέτοιου είδους πρακτικές, οι zaibatsu –που εν τέλει διαλύθηκαν– έγιναν πολύ λίγες και οι νόμοι που πέρασαν εναντίον των πρακτικών των zaibatsu «χαλάρωσαν» υπό τη νέα ιαπωνική Κυβέρνηση. Παρόλ’ αυτά, μετέπειτα το σκηνικό άλλαξε σημαντικά. Το 1946 μία στις τέσσερις μετοχές άνηκε σε μία zaibatsu, ενώ το 1950 το ποσοστό αυτό είχε αλλάξει σε μία στις είκοσι.
Έτσι, στο νέο αλλά και γνώριμο συνάμα περιβάλλον, οι zaibatsu «εξελίχθηκαν» σε «keiretsu». Οι keiretsu κατηγοριοποιούνται σε 2 είδη: τις οριζόντιες keiretsu και τις κάθετες keiretsu.
Οι κάθετες έχουν και αυτές όπως κι οι zaibatsu μία τράπεζα συνήθως στο κέντρο τους, η οποία ασκεί τη μεγαλύτερη επιρροή στη λήψη αποφάσεων. Πέραν της τράπεζας, μπορεί να υπάρχει ακόμα μία εμπορική, μία μεταποιητική και μία ασφαλιστική εταιρεία. Οι εταιρείες μπορεί να κατέχουν μετοχές η μία της άλλης και οι διευθύνοντες σύμβουλοί τους να κάνουν τακτικές συναντήσεις. Η κάθετη keiretsu, λοιπόν, μοιάζει αρκετά με τη zaibatsu, με τη διαφορά όμως ότι δεν ελέγχεται από μία οικογένεια και δε στηρίζεται σε μία εταιρεία συμμετοχών, δηλαδή μίας εταιρείας που υπάρχει όχι για να παράγει αλλά για να κατέχει μετοχές άλλων εταιρειών.
Οι οριζόντιες keiretsu τώρα έχουν μία πιο ιεραρχική δομή και είναι συνηθέστερες στην αυτοκινητοβιομηχανία και τον κλάδο των ηλεκτρονικών. Λειτουργούν σαν μία πυραμίδα. Στην κορυφή υπάρχει η εταιρεία που ηγείται και η οποία στηρίζεται σε τρίτες εταιρείες-προμηθευτές που βρίσκονται από κάτω της και οι οποίοι με τη σειρά τους βασίζονται σε άλλους προμηθευτές πιο κάτω και ούτω καθεξής. Οι σχέσεις των εταιρειών σε αυτή την περίπτωση μπορεί να βασίζονται ακόμα και σε μία απλή προφορική συμφωνία, η αθέτηση της οποίας όμως μπορεί να θίξει την τιμή ολόκληρης της εταιρείας, κάτι το οποίο είναι απαράδεκτο για τους Ιάπωνες. Παράδειγμα αποτελεί η Toyota, η οποία δεν προμηθεύεται απολύτως τίποτα από κάποια εταιρεία εκτός της keiretsu της οποία ηγείται.
Όσον αφορά το αν οι οργανωτικές αυτές δομές είναι ωφέλιμες τελικά για τις ίδιες τις επιχειρήσεις και την οικονομία, δε φαίνεται να υπάρχει συμφωνία μεταξύ των οικονομολόγων. Οι πρώτοι ερευνητές, Ιάπωνες αλλά κι Δυτικοί, θεώρησαν πως αυτές οι οριζόντιες δομές εξυπηρετούν τις εταιρίες στην κορυφή της πυραμίδας, οι οποίες ουσιαστικά λειτουργούν μονοπωλιακά, καθώς εκμεταλλεύονται τις κατώτερες εταιρίες στην πυραμίδα. Έπειτα, υπήρξαν μερικοί που υποστήριξαν ότι οι δομές αυτές μοιράζονται τα κόστη της έρευνας και της παραγωγής ενός προϊόντος, όπως και το ρίσκο. Επιπλέον, αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της ασύμμετρης πληροφόρησης, καθώς τα μέλη της keiretsu μοιράζονται μεταξύ τους πληροφορίες.
Υπάρχει, επίσης, η άποψη ότι οι keiretsu λειτουργούν ως καρτέλ και βλάπτουν την ανταγωνιστικότητα της ιαπωνικής οικονομίας, κάτι το οποίο δεν ισχύει. Αρχικά, οι εταιρείες που αποτελούν μία keiretsu δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές αγορές και δε θέτουν μία φιξαρισμένη τιμή πώλησης των προϊόντων τους, όπως κάνει ένα πραγματικό καρτέλ. Έπειτα, μία ολιγοπωλιακή στρατηγική θα απαιτούσε ένα συντονισμένο κέντρο λήψης αποφάσεων, κάτι το οποίο σε αυτήν την περίπτωση δεν υπάρχει. Υπάρχουν κι άλλα επιχειρήματα που υποστηρίζουν ότι οι keiretsu είναι επιβλαβείς για την ανταγωνιστικότητα, τα οποία θεωρώ ότι αποδομεί ικανοποιητικά ο Paul Sheard, το άρθρο του οποίου βρίσκεται στις πηγές.
Στο παρόν άρθρο, παρουσιάστηκαν οι ιαπωνικές keiretsu, οι οποίες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες σχετικά αυστηρά ορισμένες. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι οι εταιρικές δομές της Ιαπωνίας είναι πολύ πιο περίπλοκες και ασαφείς και δύσκολο να τις κατηγοριοποιήσουμε. Κάθε προσπάθεια κατανόησής τους εμπεριέχει και ένα μέρος Οριενταλισμού, το οποίο υπεραπλουστεύει τα πράγματα. Συνεπώς, μάλλον ενδεικτική είναι η παραπάνω ανάλυση και τίποτα περισσότερο.
Η Ιαπωνία πάντα προκαλούσε το ενδιαφέρον των Δυτικών, οι οποίοι πάντα αδυνατούσαν να την καταλάβουν. Πρόκειται, άλλωστε, για μία χώρα που από ασήμαντη οικονομία έγινε μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη μέσα σε λίγες δεκαετίες (όχι μία αλλά δύο φορές). Αυτό το έκανε παίρνοντας δυτικά στοιχεία και προσαρμόζοντάς τα στις ιδιαιτερότητές της. Για παράδειγμα, οι keiretsu αυτό ακριβώς είναι. Μία ανάγνωση του δυτικού τρόπου λειτουργίας των εταιρειών μέσα από τα μάτια των Ιαπώνων. Και τις δύο φορές που η Ιαπωνία γνώρισε τεράστια οικονομική ανάπτυξη αναθεώρησε ουσιαστικά το πώς οργανώνεται η κοινωνία της. Σήμερα, η Ιαπωνία βρίσκεται πάλι σε παρακμή. Αν η ιστορία έχει όντως κάτι να διδάξει στη χώρα αυτή είναι ότι ήρθε πάλι η ώρα για αλλαγή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Keiretsu, competition and market access, Paul Sheard, διαθέσιμο εδώ
- The Rise and Fall of the Zaibatsu: Japan’s Industrial and Economic Modernization, David A. C. Addicott, διαθέσιμο εδώ
- Keiretsu: Past, Present and Future, Natalia Victorovna Kuznetsova, διαθέσιμο εδώ