Της Νίκης Καραχάλιου,
Η Αθήνα με γοήτευε από μικρό παιδί. Η μεγαλούπολη, με τα πολλά θέατρα, τους κινηματογράφους, τα πάρκα, τα μαγαζιά, φάνταζε στο παιδικό μυαλό με επίγειο παράδεισο. Από την άλλη, κάθε φορά που βρισκόμουν στο ιστορικό της κέντρο, ένιωθα μια απίστευτη χαρά μέσα μου, σαν ο αέρας που ανέπνεα να ήταν –παραδόξως για πρωτεύουσα– αναζωογονητικός. Η ιδέα του να περάσω τα φοιτητικά μου χρόνια στην Αθήνα, με γοήτευε ακόμα περισσότερο…
Σ’ αυτόν τον έναν χρόνο, λοιπόν, που κατοικώ πια στην πρωτεύουσα, κατάλαβα ότι τελικά είναι πολύ διαφορετικό «να ζει ο άνθρωπος την πόλη» από το να την επισκέπτεται απλώς. Σ’ αυτόν τον έναν χρόνο, άρχισα να αναρωτιέμαι τι απέγινε ο αναζωογονητικός αέρας που ένιωθα ότι ανέπνεα κάποτε, και που τώρα νιώθω ότι με πνίγει και μου κόβει την ανάσα. Σ’ αυτόν τον έναν χρόνο, άρχισα να πιστεύω ότι η Αθήνα είναι πράγματι μια άσχημη πόλη.
Ίσως ο χαρακτηρισμός «άσχημη» να ακούγεται και να είναι κάπως βαρύς, δεν γίνεται όμως σε καμία περίπτωση με αλαζονική διάθεση, αλλά με πόνο ψυχής. Πολλές φορές έχω σκεφτεί πόσο θα ήθελε η αθηναϊκή γη να ανοίξει και να καταπιεί ό,τι βαστάει πάνω της, για να ξεπλύνει τη βρομιά, κι ακόμα περισσότερες τι θα έλεγε η Αθήνα του 5ου αιώνα στην Αθήνα του 21ου αιώνα και πόσο θα ντρεπόταν για την κατάντια της και γι’ αυτούς που την κατήντησαν έτσι. Μάλλον ο τίτλος «εγκαταλελειμμένη» να της ταιριάζει περισσότερο! Σίγουρα δεν ξέρω τι συμβαίνει σ’ ολόκληρο το λεκανοπέδιο, ξέρω, βλέπω, ζω όμως αυτό που συμβαίνει στο κέντρο της Αθήνας, που πια φωνάζει, ουρλιάζει καλύτερα από μόνο του τη λέξη εγκατάλειψη.
Βρόμικοι δρόμοι, πεζοδρόμια για γέλια και για κλάματα, λακκούβες, ασυντήρητα δημόσια κτίρια, εγκαταλελειμμένα, ετοιμόρροπα σπίτια, θλιβερές, τουλάχιστον κακόγουστες πολυκατοικίες, έλλειψη πρασίνου… Θέλετε κι άλλα; Η Ομόνοια, άνδρο της παραβατικότητας, το άλλοτε κομψό Κολωνάκι, υπό καθεστώς κατάρρευσης και παρακμής, το πάλαι ποτέ ζωντανό Παγκράτι βρόμικο και πυκνοκατοικημένο σε βαθμό αηδίας, και πάει λέγοντας. Και το κερασάκι στην τούρτα: η κίνηση στους δρόμους, με τα αυτοκίνητα και τα λεωφορεία να βάζουν το δικό τους λιθαράκι, ώστε το τοπίο να γίνει εντελώς ασφυκτικό. Επίσης, εσείς που σκοπεύετε να μετακομίσετε ή να επισκεφτείτε την πόλη, πρέπει να γνωρίζετε ότι οι υπερήφανοι κάτοικοι των Αθηνών δεν περπατούν ποτέ με το κεφάλι ψηλά, αλλά είναι πάντα προσανατολισμένο στα πόδια τους, προσέχουν μήπως πατήσουν τίποτα… ξέρετε εσείς! Εγώ, μάλιστα, προχθές ξέχασα αυτόν τον απαραβίαστο κανόνα… τα πάτησα και την πάτησα.
Κάθε φορά που βλέπω να λέγεται ότι υπάρχουν χώροι πρασίνου στο κέντρο της Αθήνας, γελάω! Την τελευταία φορά που επισκέφθηκα τον Εθνικό Κήπο, είδα έναν ναρκομανή πάνω στην επίμαχη στιγμή! Γιατί να το δω αυτό; Και γιατί να το βλέπω κάθε μέρα έξω από τη Νομική Σχολή; Γιατί δεν υπάρχει κάποιος να με προστατεύσει από αυτό το θέαμα, και εμένα κι αυτούς; Τι απογοήτευση, που αυτή η ασχήμια εξαπλώνεται γύρω από την Ακρόπολη και τον Λυκαβηττό! Τι απογοήτευση που η –προς το παρόν– όμορφη Πλάκα έχει γίνει τουριστική σε υπερθετικό βαθμό. Για την Ερμού, το Μοναστηράκι και το Θησείο δεν χρειάζεται να σχολιάσω τίποτα: αρκεί η λέξη απογοήτευση εις τριπλούν. Ούτε για το πόσο ακριβή είναι η Αθήνα και δη το κέντρο χρειάζεται να σχολιάσω κάτι. Θα πω μόνο ότι πιο φθηνά θα σας βγουν δυο πορτοκαλάδες στη Ρώμη, παρά στα μαγαζιά του κέντρου!
Το δυσάρεστο, βέβαια, είναι ότι η γενικότερη θλίψη, που αποπνέει το τοπίο στην Αθήνα μεταφέρεται και στις ζωές των κατοίκων της. Παρατηρώ τους ανθρώπους και βλέπω στα μάτια τους την κούραση, τη θλίψη, το άγχος, ακούω τους βαθείς αναστεναγμούς τους και αντιλαμβάνομαι τη διάθεσή τους να αλληλοφαγωθούν, να κατασπαράξουν ο ένας τον άλλον. Τρέχουν συνεχώς να προλάβουν κάτι, που στο τέλος της ημέρας δεν ξέρουν και οι ίδιοι τι ήταν αυτό! Φοβάμαι ότι συνηθίζω, ότι όλοι μας συνηθίζουμε την επέλαση της κουλτούρας της ασχήμιας! Αυτό το «έτσι είναι τα πράγματα στην Αθήνα, δεν θα αλλάξει τίποτα κι άμα σ’ αρέσει!». Συνηθίζουμε, γινόμαστε άβουλη μάζα στη Μητρόπολη, κανένας δεν κάνει τίποτα, αλλά ούτε κανένας μαζεύει τα μπογαλάκια του να φύγει, γιατί τον έχουν μάθει να συνηθίζει…
Νιώθω ότι είμαι σκληρή μαζί της, τη λυπάμαι, τη βλέπω σαν θύμα! Μου φωνάζει ότι δεν ήταν άσχημη, ότι άσχημη την έκαναν! Αλήθεια, Αθήνα, πώς κατέληξαν να γίνουν έτσι τα πράγματα; Αν ακούσουμε ιστορίες μεγαλύτερων, θα μας πουν ότι κάμποσα χρόνια πριν ήσουν πέρα για πέρα διαφορετική. Χωρίς αμφιβολία ο εποικισμός κατάφερε να κάνει μεγάλη ζημιά στην Αθήνα, στην οποία κατοικεί το ήμισυ και πλέον του πληθυσμού της χώρας και μαζί μ’ αυτούς κι άλλοι τόσοι, που η Πολιτεία πολύ απλά δεν τους γνωρίζει. Την επίτευξη του εποικισμού βοήθησαν, βεβαίως, και κάποιοι πολιτικοί, που με τις πολιτικές τους έφεραν κόσμο από την επαρχία στην Αθήνα για να τον διορίσουν, κι ας ζούσε αυτός ο κόσμος μια χαρά στην επαρχία, κι ας μην ήταν κατάλληλος να διοριστεί! Μπρος στις ψήφους, τι ήταν η καταστροφή σου, Αθήνα;
Κι ο εποικισμός με τη σειρά του δημιούργησε πολλά προβλήματα, από τις πολυκατοικίες που φύτρωσαν, με αποτέλεσμα να χαθεί κάθε αισθητική που υπήρχε, μέχρι το πνίξιμο της πόλης στο καυσαέριο. Ωστόσο, το κυριότερο είναι ότι η πρωτεύουσα δεν κατοικείται από ανθρώπους που την αγαπούν. Άκουγα πρόσφατα τον αποθανόντα Ζάχο Χατζηφωτίου να λέει σε μία εκπομπή τα εξής: «Ποιος θα νοιαστεί για την Αθήνα; Ο Βλάχος, που δεν γεννήθηκε εδώ;». Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι εδώ η λέξη «Βλάχος» χρησιμοποιείται ρατσιστικά, η ουσία των λεγομένων του είναι απολύτως σωστή! Θα ενδιαφερθώ εγώ για την Αθήνα; Εγώ μετακόμισα εδώ για να σπουδάσω, κι όχι επειδή μου αρέσει η πόλη ή επειδή την αγαπώ! Για παράδειγμα, εμένα δεν με απασχόλησε ιδιαίτερα που είδα τον ναρκομανή στον Εθνικό Κήπο, πέρα από κάποια θλίψη που μου δημιούργησε! Πρώτη φορά πήγα, δεν μου άρεσε, δεν ξαναπάω! Τον Αθηναίο, όμως, που έπαιζε εκεί όταν ήταν παιδί, τον απασχολεί και τον πονάει αυτή η εικόνα. Ή θα νοιαστεί οποιοσδήποτε άλλος, που ήρθε απλά να βρει δουλειά;
Η μαζική συρροή του πληθυσμού στην πρωτεύουσα δημιούργησε τεράστια προβλήματα στην Αθήνα κι ακόμα περισσότερα στην επαρχία, που πεθαίνει αργά και βασανιστικά. Το λέω ωμά: δεν έχω καμία ελπίδα ότι θα ενδιαφερθεί κάποιος πολιτικός και για την Αθήνα και για την επαρχία, που πεθαίνουν και οι δύο, η καθεμιά με τον τρόπο τους. Έχω, όμως, την ελπίδα ότι οι νέοι έχουν αντιληφθεί τις τεράστιες διαστάσεις που έχει πάρει πια το ζήτημα της αστυφιλίας και νιώθω ότι ο καθένας από εμάς θα κάνει κάτι που να αλλάξει τον ρου της ιστορίας. Βασικά, πρέπει να κάνουμε κάτι! Αθήνα, μπορεί κάποιοι να σε πρόδωσαν, να σε εγκατέλειψαν, να σε έκαναν άσχημη, αλλά τη γοητεία σου δεν κατάφεραν να σου την πάρουν!