Του Ανδρέα Παρασκευόπουλου,
Είναι γεγονός ότι η απλή αναλογική καθιστά απαραίτητες τις κομματικές συνεργασίες, προκειμένου να υπάρξει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ο Πρωθυπουργός και διάφορα κυβερνητικά στελέχη προβλέπουν ότι δεν θα χρειαστεί ενδεχόμενη συνεργασία της Νέας Δημοκρατίας, καθώς πιστεύουν ότι η κάλπη θα δείξει και πάλι αυτοδυναμία του κυβερνώντος κόμματος στις δεύτερες εκλογές που θα γίνουν με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής. Η συγκεκριμένη «πρόβλεψη» θεωρείται απατηλό «όνειρο» για τα τρία κόμματα της Κεντροαριστεράς, βασιζόμενοι στις δημοσκοπήσεις, οι οποίες δείχνουν φθορά στα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας. Η αξιωματική αντιπολίτευση, αφού εξασφάλισε την πιθανή συνεργασία με το Μέρα 25, στοχεύει, όπως έχει τονιστεί πολλές φορές, στο ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΚΙΝ.ΑΛ. Κι αυτό αιτιολογείται, διότι μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών που είχε θύμα τον αρχηγό του κόμματος, Νίκο Ανδρουλάκη, μία συνεργασία ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΚΙΝ.ΑΛ. και Ν.Δ, έχει λιγοστές πιθανότητες. Συνεπώς, τα μοναδικά «μπαλαντέρ» της Ν.Δ θα αποτελέσουν τα ακροδεξιά κόμματα.
Ως εκ τούτου διάφορα στελέχη των δύο κομμάτων, ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΚΙΝ.ΑΛ., εξετάζουν τις προοπτικές συνεργασίας. Από την μία πλευρά, αν αυτή είναι εφικτή με βάση τα ποσοστά, από την άλλη αν αυτή δύναται να οικοδομηθεί έχοντας ως άξονα μία κεντροαριστερή κατεύθυνση.
Όπως είναι λογικό, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με απόλυτη ακρίβεια τα ποσοστά των δύο κομμάτων, επομένως ας εστιάσουμε στο δεύτερο κριτήριο, τους κοινούς τόπους. Αρχικά, και οι δύο πιστεύουν ότι η πολιτική που άσκησε και ασκεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι, αφενός ανεπαρκής, αφετέρου ιδιαίτερα επικίνδυνη για τους δημοκρατικούς θεσμούς. Γιατί κρίνεται ανεπαρκής; Μα φυσικά, επειδή σε κρίσιμες στιγμές η κυβέρνηση δεν έδωσε ουσιαστικές λύσεις, αλλά βασιζόταν αλλού. Τι εννοείται πίσω απ’ αυτό; Ότι για παράδειγμα, όταν ανέλαβε τα ηνία της χώρας το 2019, το δημοσιονομικό τοπίο ήταν καθορισμένο και ώριμο. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα, μετά από μία δεκαετή υποτίμηση ξένων χωρών, μπορούσε πλέον να κάνει ένα αναπτυξιακό άλμα. Επίσης, θεωρούν ότι έλαβε τεράστια χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά τη περίοδο της πανδημίας και έτσι κατάφερε να αντιμετωπίσει τα εμπόδια που αυτή έφερε. Η περίφημη «καταναλωτική» και ψηφιακή ανάπτυξη που σημειώθηκαν πέρσι και φέτος οφείλεται και εκεί, ενώ, παράλληλα αξίζει να αναφερθούν και τα σημαντικά έσοδα που έφερε η επανάκαμψη του τουρισμού.
Ένα άλλο σημείο που συναινούν αμφότεροι είναι η ανεπαρκής φορολόγηση, ειδικά στα υψηλά κέρδη των ενεργειακών παροχών. Αν δεν υπάρξει μία σημαντική και δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση, τότε θα χαθούν πολλά εκατομμύρια ευρώ, τα οποία η κυβέρνηση θα «επένδυε» σε Παιδεία, Υγεία και Άμυνα. Επιπροσθέτως, αμφότεροι έχουν την πεποίθηση ότι οι δυσκολίες που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο πολίτης (αύξηση πληθωρισμού σε τρόφιμα και καύσιμα) δεν μπορούν να καλυφθούν με τα διάφορα επιδόματα που δίνει η κυβέρνηση. Χρειάζονται γενναίες μεταρρυθμίσεις και αξιόπιστες λύσεις, οι οποίες δεν θα παραμελούν το κοινωνικό κράτος. Απ’ όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι και οι δύο μεριές θεωρούν «πλαστή» την κυβερνητική επιτυχία σ’ όλους τους τομείς.
Η δεύτερη συναίνεση έγκειται στην ασφάλεια των δημοκρατικών θεσμών. Αμφότεροι έχουν ασκήσει αυστηρή κριτική στην κυβέρνηση για το σκάνδαλο των υποκλοπών, το οποίο πιστεύουν ότι «έστησε» ένας παρακρατικός μηχανισμός. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. βλέπει πίσω απ’ αυτό την πλήρη απαξίωση της δημοκρατίας και θέτει, όπως και το ΚΙΝ.ΑΛ., ερωτήματα στους πολίτες για το εάν μπορεί να απονεμηθεί δικαιοσύνη απέναντι στις κρατικές αυθαιρεσίες (π.χ. σκάνδαλο Πάτση).
Γίνεται σαφές ότι μία κεντροαριστερή «συγκατοίκηση» στου Μαξίμου δεν είναι απίθανη, αλλά ίσως είναι δύσκολη. Κλείνοντας, υπενθυμίζω ότι τα ποσοστά του ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΚΙΝ.ΑΛ. μετά τις εκλογές του 2012 και 2015, όταν δηλαδή υπήρξε κυβερνητικός εταίρος της Ν.Δ. ήταν χαμηλά. Κι ίσως αυτός είναι ένας σοβαρός λόγος για να μην αποφασίσει η Τρικούπη μία νέα συγκατοίκηση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Πόσο έτοιμη είναι η Κεντροαριστερά να κυβερνήσει;, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ