Της Ιωάννας Μπινιάρη,
«Έμαθα να βάφομαι για να κρύβω τις μελανιές»
Πριν από σύντομο χρονικό διάστημα κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο μυθιστόρημα του αγαπημένου συγγραφέα Αύγουστου Κορτώ, με τίτλο Η μικρή λέξη αγάπη. Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό ανάγνωσμα που φέρνει στο προσκήνιο την κακοποίηση και τη βία, περιτυλιγμένα, όμως, γύρω από τον μανδύα μιας δήθεν αγάπης. Και όπως όλα τα βιβλία του Αύγουστου Κορτώ, έτσι και αυτό ξεκλειδώνει δύσβατες πόρτες στην ψυχή του αναγνώστη.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Πρωταγωνίστρια σε αυτό το βιβλίο είναι η Μάντια, μια νεαρή κοπέλα που μεγαλώνει σε μια κωμόπολη της Ημαθίας μαζί με τους γονείς και τα αδέρφια της. Από μικρή γνωρίζει τη βία στη χειρότερή της μορφή, καθώς τόσο εκείνη όσο και η μητέρα και τα αδέρφια της γίνονται αποδέκτες έντονης και συχνής σωματικής βίας από τον «βάρβαρο» πατέρα τους. Η πίκρα και ο θυμός είναι τα συναισθήματα που υπερισχύουν μέσα σε αυτήν την κατάσταση, με αποτέλεσμα η ίδια να αρνείται να ξεστομίσει έστω και τη λέξη «μπαμπάς», στον οποίο απευθύνεται αποκαλώντας τον μονάχα με το μικρό του όνομα.
Όταν κλείνει, όμως, τα 18 έτη, λαμβάνει τη μεγάλη απόφαση να το σκάσει από το σπίτι της, που μοιάζει περισσότερο με φυλακή, στην οποία μένει εγκλωβισμένη, ανήμπορη να ξεφύγει. Μεταβαίνει στη Θεσσαλονίκη, όπου γνωρίζει και ερωτεύεται παράφορα τον Άκη –φιλόλογο στο επάγγελμα–, μέσα από τον οποίο επιθυμεί διακαώς να γνωρίσει την αγάπη, την τρυφερότητα και την ανεξαρτησία, χωρίς φόβο και πόνο. Όταν, μάλιστα, η ίδια μένει έγκυος και παντρεύεται με τον «άντρα των ονείρων της», όλα τα σπασμένα κομμάτια της καρδιάς της φαίνεται να αρχίζουν σιγά σιγά να «κολλάνε» ξανά. Ώσπου, τελικά συνειδητοποιεί ότι το σπίτι του Άκη στο Πανόραμα, όπου μένουν πλέον, δεν είναι μονάχα παρά ένα νέο κελί φυλακής, σαν αυτό στο οποίο μεγάλωσε.
Η ηρωίδα περιγράφει με λεπτομέρεια τη βία και την κακοποίηση που υφίσταται από τον σύζυγό της, την απελπισία την οποία βιώνει, αλλά και τις αποφάσεις τις οποίες καλείται να πάρει προκειμένου να επιβιώσει. Κάθε χαστούκι που δέχεται από τον άντρα της είναι για εκείνη μια πληγή, κυρίως ψυχολογική, που αφήνει το αποτύπωμά της όχι μόνο πάνω στο σώμα της, αλλά και πάνω στην ψυχή της. Μέσα, λοιπόν, από αυτήν την αφήγηση, ο αναγνώστης μαθαίνει και κατανοεί τον ψυχισμό μιας τόσο πληγωμένης γυναίκας που πέφτει θύμα έμφυλης βίας σχεδόν σε όλη της τη ζωή, ενώ το γεγονός ότι υπόκειται τόσο πολύ σε τέτοιον σωματικό και ψυχικό πόνο, της δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερο φόβο. Περνάει από το μυαλό της η σκέψη της φυγής, αν και τρέμει ότι ο κακοποιητής της θα τη βρει και θα τη σκοτώσει. Η Μάντια του βιβλίου σχηματίστηκε από τις μορφές των γυναικών που έζησαν τη βία και αγωνίστηκαν ηρωικά για να την καταπολεμήσουν και να αποδράσουν από αυτή, πολλές φορές βέβαια η ορμή τους αυτή στοίχισε την ίδια τους τη ζωή, που τους την πήραν οι κακοποιητές – δολοφόνοι τους.
Κλείνοντας, λοιπόν, Η μικρή λέξη αγάπη συνιστά ακόμα ένα αριστούργημα του Αύγουστου Κορτώ, που παρά το σκληρό αλλά και ρεαλιστικό περιεχόμενό του, καταφέρνει να δημιουργήσει στον αναγνώστη ιδιαίτερα συναισθήματα, κυρίως θλίψης και συμπόνοιας για την ηρωίδα, αλλά και για όλες τις γυναίκες εκεί έξω που η έμφυλη βία είναι η καθημερινότητά τους. Μέσα από αυτήν την ιστορία κακοποίησης, αγώνα και αναμέτρησης με τη βία που υποδύεται την αγάπη, ας ακουστούν, συνεπώς, οι φωνές όλων εκείνων των γενναίων γυναικών που τις κατατρόπωσε το καθαρό έμφυλο μίσος.