Του Αντώνη Ξυλόκοττα,
Κάθε χρόνο, χιλιάδες νέοι από πολλά μέρη του κόσμου έχουν τη βλέψη να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα Erasmus και να βιώσουν τη ζωή σε κάποια άλλη χώρα. Μάλιστα, αυτή η επιθυμία είναι τόσο έντονη, με κάποιους να έχουν προγραμματίσει τη συμμετοχή τους ακόμη και πριν την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η απόκτηση νέων εμπειριών αναπτύσσει το άτομο ως άνθρωπο, ως πολίτη, αλλά και ως αυριανό επαγγελματία. Σε έναν κόσμο που οι υποψήφιοι πελάτες ή οι εργοδότες μας μπορεί να βρίσκονται σε όλο τον κόσμο μέσω του διαδικτύου, σίγουρα η επαφή με άλλες κουλτούρες αποτελεί μια ισχυρή βεβαίωση στο βιογραφικό μας. Άραγε, όμως, το όνειρο αυτής της εμπειρίας μπορεί να γίνει πραγματικότητα για κάθε νέο;
Το πρόγραμμα Erasmus (Σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για την κινητικότητα των φοιτητών) είναι ένα πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δημιουργήθηκε το 1987. Μέχρι στιγμής, υπάρχουν πάνω από 4.000 πανεπιστημιακά ιδρύματα που συμμετέχουν στο πρόγραμμα από τις 33 συμμετέχουσες χώρες και από το 2007 έχουν λάβει συμμετοχή περισσότεροι από 5 εκατομμύρια φοιτητές. Κατά την περίοδο 2012-13, μάλιστα, συμμετείχαν 270.000 φοιτητές από την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Γαλλία.
O σκοπός του προγράμματος, αρχικά, δεν ήταν τίποτα διαφορετικό από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, σκοπός ο οποίος θα μπορούσε εύκολα να επιτευχθεί, καθώς οι νέες γενιές που θα συμμετείχαν στο πρόγραμμα θα ένιωθαν πιο κοντά όχι απλά με τους πολίτες των γειτονικών χωρών, αλλά και με τους συνάδελφους και συσπουδαστές τους. Ως αποτέλεσμα, κάτι τέτοιο θα εξομάλυνε τις σχέσεις των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από αυτό και μόνο καταλαβαίνουμε την πραγματική χρησιμότητα ενός τέτοιου προγράμματος για το κοινωνικό σύνολο.
Επιπλέον, αυτό το πρόγραμμα προσφέρει πολλά και σε ατομικό επίπεδο –στον φοιτητή πλέον και μαθητή–, καθώς μπορεί κανείς να συμμετέχει στο πρόγραμμα και από το σχολείο. Πρώτον, δίνει την πολυτέλεια στον συμμετέχοντα να ταξιδέψει σε μια άλλη χώρα· αλλά όχι μόνο αυτό, αφού του προσφέρει τη δυνατότητα να παραμείνει σε αυτή για ένα εύλογο χρονικό διάστημα και να φοιτήσει εκεί, ώστε να φύγει από τη θέση του τουρίστα και να μεταβεί στη θέση του περιηγητή ο οποίος συλλέγει νέες εμπειρίες. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσει να κοινωνικοποιηθεί, να γνωρίσει νέες κουλτούρες και, φυσικά, να αυτονομηθεί. Όμως, αυτό το πρόγραμμα έχει μόνο θετικά; Και το κυριότερο, μπορούμε όλοι να συμμετέχουμε ώστε να αποκτήσουμε αυτές τις μοναδικές εμπειρίες; Δυστυχώς, η απάντηση δεν είναι καταφατική.
Στην πράξη, το πρόγραμμα δεν είναι για όλους. Υπάρχουν κάποιοι βασικοί παράγοντες που έχουν ως αποτέλεσμα κάποιες κοινωνικές ομάδες να μην μπορούν να συμμετάσχουν. Ένας τέτοιος παράγοντας δεν είναι άλλος από τον οικονομικό. Το ποσό με το οποίο χρηματοδοτείται κάθε φοιτητής βασίζεται στο Α.Ε.Π. της χώρας υποδοχής του. Δημιουργούνται τρεις βαθμίδες χωρών και έτσι καθορίζεται το επίδομα των συμμετεχόντων. Οι διαφορετικές συνθήκες κάθε πόλης και τα κόστη ζωής δεν υπολογίζονται στα καλυπτόμενα κόστη, κάτι που δημιουργεί πολλά προβλήματα. Είναι τεράστιες οι διαφορές από πόλη σε πόλη, από χώρα σε χώρα, και κάνουν την κατηγοριοποίηση σε τρεις μόνο βαθμίδες να μην είναι πιθανότατα ο βέλτιστος δρόμος. Κατά συνέπεια, η οικονομική επιβάρυνση του φοιτητή δεν είναι καθόλου αμελητέα. Μάλιστα, κάποιες φορές είναι τόσο μεγάλη, που μπορεί για πολλούς να καθιστά την αποδοχή τους σε μια θέση του προγράμματος απαγορευτική.
Ακριβώς εκεί υπάγεται το πρόβλημα· πως ο θεσμός της ενότητας καταλήγει εν τέλει να εξυπηρετεί τους ανθρώπους ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση και όχι με βάση το επιστημονικό τους επίπεδο ή τη γλωσσομάθειά τους. Ο καλός μέσος όρος και η καλή γνώση κάποιας ξένης γλώσσας είναι τα πρώτα βήματα για να κερδίσεις μια θέση στο πρόγραμμα, αλλά δεν επαρκούν. Γιατί, άραγε, συμβαίνει αυτό; Διότι, υπάρχουν συγκεκριμένες ρήτρες από το πρόγραμμα, ώστε να μην χρησιμοποιείται ως μέσο τουρισμού, αλλά για περιήγηση, πνευματική και επιστημονική, όπως προαναφέραμε. Ωστόσο, αυτό, δυστυχώς, έχει και αλλά αποτελέσματα.
Η αντιμετώπιση ενός τέτοιου προβλήματος θα μπορούσε να γίνει με τη δημιουργία διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ των προέδρων και των υπευθύνων, των τμημάτων και του προγράμματος. Μια ειδική μέριμνα με πιο ελαστικά κριτήρια για το εισόδημα, που να έχει ως κύριο άξονα τη θέληση του σπουδαστή για την εξερεύνηση του αντικειμένου του από άλλη οπτική, θα έπρεπε να ήταν ζωτικής σημασίας κριτήριο. Σε διαφορετική περίπτωση, με σκοπό να αποφευχθεί κάθε υποκειμενισμός στην επιλογή, θα μπορούσε το ίδιο το πρόγραμμα να δημιουργήσει εξετάσεις πάνω στα εκάστοτε επιστημονικά αντικείμενα και τη γλώσσα και να τηρηθεί με βάση αυτό το κριτήριο μία σειρά προτεραιότητας.
Με δεδομένες τις παραπάνω συνθήκες και χωρίς κάποια αλλαγή, το πρόγραμμα χάνει τον σκοπό του, δηλαδή την ενοποίηση των νέων, αλλά προσφέρει έναν ακόμα μεγάλο διαχωρισμό λόγω της κοινωνικο-οικονομικής τάξης. Καταλήγει σε έναν φαύλο κύκλο, κατά τον οποίο λίγοι φοιτητές μπορούν να ωφεληθούν τα μέγιστα από το πρόγραμμα, να παρακολουθήσουν σπουδές σε άλλες χώρες και να βιώσουν αυτήν τη μοναδική εμπειρία. Ως αποτέλεσμα, αυτοί οι «υπερέχοντες» φοιτητές θα διαθέτουν περισσότερες εμπειρίες στο βιογραφικό τους και, επομένως, θα τους είναι πιο εύκολη η εύρεση εργασίας. Και η αλυσίδα των συνεπειών συνεχίζεται… Όλα αυτά, μόνο και μόνο επειδή κάποιοι δεν κατάφεραν ή αντίστοιχα κατάφεραν να πραγματοποιήσουν μια μοναδική εμπειρία στη ζωή τους, με βάση ένα κριτήριο καθαρά οικονομικό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Πόσο προσβάσιμο είναι πλέον το Erasmus για τους Έλληνες φοιτητές; lifo.gr, διαθέσιμο εδώ
- Πρόγραμμα Erasmus, el.wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ