Της Μαρίας Κλειδή,
Στην εποχή του Μεσαίωνα η απεικόνιση των βιβλικών αφηγήσεων σε έργα τέχνης αναδείχθηκε περισσότερο από κάθε άλλη μεταγενέστερη περίοδο. Η ιταλική χερσόνησος και δη οι πόλεις Ρώμη και Φλωρεντία αποτέλεσαν τόπους λειτουργίας πλήθους καλλιτεχνικών εργαστηρίων και απέδωσαν έργα των οποίων τόσο η αφηγηματική αξία όσο και η τεχνική αρτιότητα τα καθιστούν διαχρονικά.
Η Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι υπήρξε μία από τις σημαντικότερες ζωγράφους του 17ου αιώνα και οι λόγοι συνοψίζονται τόσο στην καθαρότητα και την αμεσότητα των έργων της όσο και στην αποφασιστικότητα του χαρακτήρα της, που την οδήγησε στο να ξεπεράσει τους περιορισμούς που έθετε η ανδροκρατούμενη κοινωνία στην οποία ζούσε και να αναδειχθεί ανάμεσα σε πλήθος ανδρικών προσωπικοτήτων της εποχής. Η Αρτεμίζια, γεννημένη στη Ρώμη το 1593, είχε την τύχη να είναι κόρη του ζωγράφου Οράτσιο Τζεντιλέσκι, ο οποίος αντιλήφθηκε άμεσα το ταλέντο της και έτσι στα πρώτα καλλιτεχνικά της βήματα μαθήτευσε δίπλα του. Στα 17 της χρόνια δημιούργησε τον πρώτο της πίνακα, που τιτλοφορείται «Η Σωσάννα και οι γέροντες».
Τη χρονιά 1610, ο πατέρας της κάλεσε τον συνεργάτη του Αγκοστίνο Τάσσι για να διδάξει την Αρτεμίζια. Ο Τάσσι βίασε την Αρτεμίζια και έπειτα της υποσχέθηκε γάμο, ώστε να συνεχισθούν οι ερωτικές τους συνευρέσεις. Όταν η υπόσχεση αυτή δεν τηρήθηκε, ο Οράτσιο κίνησε δίωξη εναντίον του. Ο Τάσσι, μετά από επτάμηνη δίκη, κρίθηκε ένοχος για τον βιασμό της νεαρής ζωγράφου, όμως έναν χρόνο μετά τη φυλάκισή του αφέθηκε ελεύθερος με παρέμβαση του Πάπα, ο οποίος τον έχρισε διακεκριμένο ζωγράφο. Η δίκη της Αρτεμίζια ήταν πολύ πιο σκληρή. Η ανακριτική διαδικασία συμπεριλάμβανε έναν βασανιστικό μηχανισμό, ο οποίος πίεζε κάθε δάκτυλό της, συνοδεύοντας τις ερωτήσεις που της γίνονταν από τους δικαστές της. Οι τελευταίοι πίστευαν ότι, με την πρόκληση αφόρητου πόνου και την απειλή η Αρτεμίζια να χάσει τα δάκτυλά της και, κατ’ επέκταση, τη δυνατότητα να ζωγραφίζει, θα έλεγε την αλήθεια. Καθ’ όλη τη διάρκεια των βασανιστηρίων της η Αρτεμίζια κραύγαζε την αλήθεια της και, τελικά, αφέθηκε ελεύθερη.
Παρά τα εφηβικά της βιώματα που την καθιστούσαν στιγματισμένη κοινωνικά αλλά και ψυχολογικά, η Αρτεμίζια δεν σταμάτησε να προσπαθεί να γίνει μία καταξιωμένη ζωγράφος. Νυμφεύθηκε τον ζωγράφο Πιεραντόνιο Στιαττέζι και εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία, ακολουθώντας μία συνεχή ανοδική καλλιτεχνική πορεία. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα-μέλος της Ακαδημίας Τεχνών και της Σχεδίασης (Accademia delle Arti del Disegno), ενώ κατάφερε να κερδίσει την εύνοια των Μεδίκων. Αν και το δικαστήριο δεν απέδωσε στον βιαστή της την καταδίκη που του άρμοζε, η ίδια κατάφερε να λυτρωθεί μέσα από την τέχνη της.
Ένας από τους πίνακες-σταθμούς στην καλλιτεχνική πορεία της ζωγράφου αφηγείται το θέμα του αποκεφαλισμού του αρχιστράτηγου των Ασσυρίων, Ολοφέρνη, από την όμορφη χήρα Ιουδήθ. Το έργο αυτό εξυμνεί τη γυναικεία δύναμη και αλληλεγγύη απέναντι στην τυραννία και την αλαζονεία του ισχυρού ανδρός. Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε το 1620 και αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα του μπαρόκ με διαστάσεις 146.5Χ108 εκ. και εκτελεσμένο με την τεχνική του λαδιού σε καμβά. Σύμφωνα με τα εδάφια 7-14 της Παλαιάς Διαθήκης, ο Ολοφέρνης ήταν ο αρχιστράτηγος του Ναβουχοδονόσορα και είχε αποσταλεί από τον Βασιλιά του για να καταλάβει τις πόλεις που αρνήθηκαν να τον βοηθήσουν στην εκστρατεία εναντίον των Μηδών. Κατά την άφιξη του τεράστιου στρατού των Ασσυρίων, όλες οι πόλεις παραδόθηκαν σε αυτόν εκτός από την Ιουδαία. Η Ιουδήθ είναι μία όμορφη κόρη της πόλης Βαιτυλούα με αγάπη και αφοσίωση στον Θεό.
Κατά την πολιορκία της πόλης της, η Ιουδήθ αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Ντύνεται με τα ωραιότερα ρούχα της, περιποιείται το σώμα της με μύρο και δένει περίτεχνα τα μαλλιά της, ώστε να έλκει κάθε άνδρα που περνά από δίπλα της. Κατευθύνεται στο στρατόπεδο του εχθρού με την πρόφαση ότι προτίθεται να παραδώσει πληροφορίες που θα εξασφαλίσουν στους Ασσύριους τη νίκη. Καταφέρνει να μπει στη σκηνή του Ολοφέρνη και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του, ο οποίος είναι εμφανώς γοητευμένος από το παρουσιαστικό της νέας. Στη συνέχεια, την καλεί στα ιδιαίτερά του για να συνεχίσουν την κουβέντα και ο στρατηγός προσφέρει οίνο από τον οποίο πίνει αρκετό. Όταν πια ο Ολοφέρνης, ζαλισμένος από τη μέθη, ξαπλώνει στο κρεβάτι του, η Ιουδήθ βρίσκει την ευκαιρία και φέρνει μέσα στα ιδιαίτερα του στρατηγού την υπηρέτριά της. Οι δύο γυναίκες συνεργάζονται χωρίς ίχνος δισταγμού, πλησιάζουν τον μισοκοιμισμένο Ολοφέρνη και, ενώ η υπηρέτρια ακινητοποιεί το θύμα, η Ιουδήθ με μία ακαριαία κίνηση του κόβει τον λαιμό.
Η σκηνή του αποκεφαλισμού του Ολοφέρνη αποτυπώνεται από τη Τζεντιλέσκι με απίστευτη παραστατικότητα, έντονες εκφράσεις και κινήσεις, ζωηρά χρώματα στα ρούχα των δύο γυναικών και προοπτική του χώρου που δημιουργείται από τη συγκεκριμένη τοποθέτηση των τριών σωμάτων. Το κίτρινο φόρεμα της Ιουδήθ και το μπλε της υπηρέτριας δημιουργούν αντίθεση με το σκοτεινό φόντο του δωματίου, που επικεντρώνει την προσοχή του θεατή στα δρώντα υποκείμενα.
Η επιρροή του Καραβάτζιο, ενός ζωγράφου του οποίου το έργο η Αρτεμίζια θαύμαζε, είναι εμφανής τόσο μέσα από τα μοτίβα των χρωμάτων όσο και από τη θεματολογία. Τα φορέματα των γυναικών ακολουθούν την έντονη κίνηση των σωμάτων, τα μανίκια τους είναι σηκωμένα μαρτυρώντας τις προθέσεις τους και την ωμότητα της πράξης τους. Ο Ολοφέρνης ξαπλωμένος στα λευκά σεντόνια είναι σκεπασμένος με κόκκινο κάλυμμα, ίδιο με το αίμα που τρέχει από τον λαιμό του τη στιγμή της δολοφονίας του. Τα σώματα δημιουργούν ένα ανάποδο τρίγωνο με κορυφή το κεφάλι του Ολοφέρνη και δύο απέναντι κορυφές τα κεφάλια των δύο γυναικών. Το σπαθί στο χέρι της Ιουδήθ δείχνει ευθεία προς τα κάτω, πορεία που έχει πάρει και το αίμα του Ολοφέρνη, προς έναν άλλο κόσμο, όχι τον επίγειο. Η πυγμή των δύο γυναικών είναι αδιαμφισβήτητη, οι προθέσεις τους προδιαγεγραμμένες και ο στόχος τους η δική τους ελευθερία και της πατρίδας τους.
Με τα μέσα αυτά, τα χέρια, τα χρώματα και τα πινέλα της, η Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι αντιμετωπίζει τη βιαιότητα που δέχθηκε και κερδίζει την ελευθερία της ψυχής της μέσα από την ειλικρινή της έκφραση, δίνοντας ένα δυναμικό μήνυμα πίστης και προσπάθειας για τη ζωή. Η δικαιοσύνη κερδίζεται από την ίδια αντιμετωπίζοντας όλα τα εμπόδια που βρίσκονται μπροστά της για να φτάσει να γίνει αυτό που επιθυμεί. Η Τζεντιλέσκι απελευθερώνεται ψυχικά με τον ίδιο τρόπο που η Ιουδήθ απελευθερώνει την Ιουδαία. Η ζωγράφος δημιούργησε έργα, τα οποία κρίθηκαν αργότερα ως απαρχές του φεμινισμού, προτού το κίνημα αυτό συλληφθεί και εκφραστεί από τις γυναίκες του 20ου αιώνα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Judith Beheading Holofernes, uffizi.it, διαθέσιμο εδώ
- Artemisia Gentileschi, artsandculture.google.com, διαθέσιμο εδώ
- Artemisia Gentileschi, nationalgallery.org, διαθέσιμο εδώ
- Artemisia Gentileschi, sothebys.com, διαθέσιμο εδώ
- Gentileschi, Judith Slaying Holofernes, khanacademy.org, διαθέσιμο εδώ
- Θερμή προσευχή της Ιουδίθ στο Θεό, orthodoxoiorizontes.gr, διαθέσιμο εδώ