Του Παναγιώτη Κανδρή,
Η επταετία 1967-1973 αποτελεί μία από τις πιο μαύρες περιόδους στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Κεντρικό πρόσωπο αποτέλεσε ο δικτάτορας Γιώργος Παπαδόπουλος, ο οποίος κυβέρνησε τη χώρα απολυταρχικά, επιβάλλοντας ένα σύστημα τρομοκρατίας. Οι περισσότεροι διαφώνησαν με τον δικτάτορα σιωπηρά και άλλοι τον υποστήριξαν, υπήρξαν, όμως, και κάποιοι που αντιστάθηκαν δυναμικά! Ένας από αυτούς ήταν και ο Αλέκος Παναγούλης, έφεδρος αξιωματικός που αρνήθηκε να υπηρετήσει το καθεστώς.
Το πρωί της 13ης Αυγούστου του 1968 ο δικτάτορας ακολουθούσε την καθημερινή διαδρομή του από το Λαγονήσι, συνοδευόμενος από μια μικρή πομπή. Ο Παναγούλης παρακολουθούσε καθημερινά για πολλές μέρες αυτή τη διαδρομή, για να είναι σίγουρος ότι από εκεί θα περάσει ο Παπαδόπουλος. Όμως ένα ζευγάρι εκείνη την ημέρα είχε μείνει στον χώρο και, έτσι, άργησε να τοποθετήσει τα εκρηκτικά. Όσον αφορά την αυτοκινητοπομπή του δικτάτορα, προηγούνταν δύο μοτοσυκλέτες, επόταν το αυτοκίνητο του Παπαδόπουλου και σε απόσταση 10 μ. το αυτοκίνητο της ασφάλειας. Η βόμβα έσκασε με καθυστέρηση ενός δευτερολέπτου, η επόμενη δύο, ενώ οι υπόλοιπες 5 δεν ενεργοποιήθηκαν καν.
Στο κατάστρωμα του δρόμου ανοίχτηκαν δύο μεγάλες τρύπες. Αμέσως ειδοποιήθηκε η χωροφυλακή, η οποία και απέκλεισε την περιοχή. Ο Παναγούλης ανακαλύφθηκε κάτω από έναν βράχο ντυμένος με μαγιό. Συνελήφθη, οδηγήθηκε στα υπόγεια της ΕΑΤ/ΕΣΑ και βασανίστηκε. Μόλις μετά από δύο μέρες κατέστη δυνατό να εξακριβωθεί η ταυτότητά του. Ο Παπαδόπουλος ανακήρυξε τον εαυτό του ήρωα, στήνοντας μνημείο στο σημείο.
Παρά τα αμέτρητα βασανιστήρια που δέχτηκε, ο Παναγούλης δεν μίλησε ποτέ, ούτε μαρτύρησε αν είχε ποτέ συνεργάτη. Ο Ιωαννίδης παραδέχτηκε αργότερα ότι ο Παναγούλης ίσως ήταν ο ένας στους χίλιους που δεν έσπασε και δεν μίλησε παρά τα φρικτά μαρτύρια στα οποία υποβλήθηκε. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης ο Παναγούλης διετέλεσε βουλευτής με την Ένωση Κέντρου, πάντα ταπεινός, χωρίς να ζητήσει ποτέ κανέναν έπαινο για την ηρωική του προσπάθεια να απαλλάξει τη χώρα από τον δικτάτορα. Την 1η Μαΐου του 1976, ξημερώματα Σαββάτου, σκοτώνεται σε τροχαίο στη λεωφόρο Βουλιαγμένης σε ηλικία 36 ετών, λίγες μέρες πριν αποκαλύψει φάκελο με πρόσωπα και καταστάσεις για όργανα της ΕΣΑ. Η κηδεία του Παναγούλη τελέστηκε στις 5 Μαΐου στη Μητρόπολη Αθηνών.
Υπάρχουν θεωρίες ότι δολοφονήθηκε, για να μην αποκαλύψει τα στοιχεία, όμως τίποτα από αυτά δεν αποδείχτηκε. Πάντως, είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, ενώ φαίνεται ότι ένα ή δύο αυτοκίνητα τον κοντράρισαν. Έχασε τον έλεγχο του Fiat που οδηγούσε και καρφώθηκε σε ένα υπόγειο κατάστημα. Δύο μέρες αργότερα ένας άνδρας 31 χρονών, ονόματι Μιχάλης Στέφας, παρουσιάστηκε στην αστυνομία και αποκάλυψε ότι εκείνος ήταν ο υπαίτιος του δυστυχήματος, αλλά δεν είχε δόλο. Βέβαια, ο εισαγγελέας που ερευνούσε την υπόθεση εξακολουθούσε να παραμένει καχύποπτος. Τελικά, ο Στέφας εξαγόρασε την ποινή φυλάκισης 11 μηνών που του είχε επιβληθεί αρχικά σε 150 δραχμές την ημέρα και πρόστιμο 3.000 δραχμών.
Ο Αλέκος Παναγούλης υπήρξε και ποιητής. Αρκετά από τα ποιήματά του μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Η αυταπάρνησή του, η αντίσταση στον φασισμό και το θάρρος του να φτάσει τόσο κοντά στο να σκοτώσει τον τύραννο, χωρίς ποτέ να μαρτυρήσει τυχόν συνεργάτες του, καθιστούν τον Παναγούλη σύμβολο ελευθερίας και δημοκρατίας και πρότυπο για τις επόμενες γενιές!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Πολίτης, Γιάννης (2022), Αλέκος Παναγούλης: «Ένας άντρας» που περιφρόνησε τους βασανιστές του και σκοτώθηκε την Πρωτομαγιά του 1976, Πρώτο Θέμα. Διαθέσιμο εδώ
- Σαν Σήμερα, Αλέκος Παναγούλης. Διαθέσιμο εδώ