Της Κατερίνας Σφυράκη,
Η αναζήτηση της «Γαλήνης» είναι ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι που αδιαμφισβήτητα δεν προσφέρεται απλόχερα σε κανέναν/καμία, ιδίως σε περιπτώσεις ξεριζωμού, κατά τις οποίες χάνεται κάθε μορφή σταθερότητας και ηρεμίας που μπορεί να υπήρχε κατά τον πρότερο βίο ενός ατόμου. Αντίστοιχα, δύσκολο είναι το ταξίδι των προσφύγων/ισσών στο μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη με προορισμό τη δική τους Γαλήνη, όπως αντίστοιχα ονομάζεται και το βιβλίο του.
Ο Ηλίας Βενέζης, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του «Ηλίας Μέλλος», γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1904 στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας και πέθανε το 1973 στην Αθήνα. Ήταν Έλληνας λογοτέχνης, από τους σημαντικότερους του 20ου αιώνα, κορυφαίος εκπρόσωπος της Γενιάς του ‘30 και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Η ενασχόλησή του με τη γραφή υπήρξε ιδιαίτερα έντονη, καθώς ο ίδιος δημοσίευσε και εξέδωσε μυθιστορήματα, διηγήματα, μελέτες, χρονογραφήματα, βιογραφίες, οδοιπορικά, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, ενώ έγραψε και το θεατρικό έργο «Μπλοκ C». Η πλειοψηφία των γραφομένων του κινείται γύρω από τον κοινό θεματικό άξονα της προσφυγιάς και βασική αιτία δημοφιλίας του αποτέλεσαν τα μυθιστορήματα του: Το νούμερο 31328 και Γαλήνη.
Ο συγγραφέας ήρθε κυνηγημένος, μαζί με τους άλλους πρόσφυγες, στην Ελλάδα το 1922. Το μυθιστόρημά του Γαλήνη εκδόθηκε τον Σεπτέμβρη του 1939, βραβεύτηκε το ίδιο έτος από την Ακαδημία Αθηνών και γνώρισε μεγάλη εκδοτική επιτυχία, καθώς μέχρι σήμερα μετρά 35 εκδόσεις. Ο Ηλίας Βενέζης ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένος με την Παλαιά Φώκαια και τους Φωκιανούς, καθώς ερχόταν συχνά στην Ανάβυσσο και ειδικότερα, την εποχή της συγγραφής του μυθιστορήματος.
Το μυθιστόρημα αποτελεί το χρονικό της εγκατάστασης των προσφύγων στην περιοχή της Αναβύσσου και η πλειοψηφία των γεγονότων που περιγράφονται είναι πραγματική. Κεντρικό θέμα του βιβλίου αποτελούν οι περιπέτειες των οικογενειών του γιατρού Δημήτρη Βένη και του απλού αγρότη Φώτη Γλάρου, προσφύγων από την Παλαιά Φώκαια της Μικράς Ασίας, που εγκαταστάθηκαν μαζί με άλλους Φωκιανούς το φθινόπωρο του 1924 στην παραλία της Αναβύσσου.
Η αφήγηση ξεκινά με την έλευση των κακουχημένων και γεμάτων πόνο και απογοήτευση προσφύγων με τα πόδια, στην Ανάβυσσο το 1923, μιας ερημικής παραλίας στη νοτιοανατολική Αττική, την οποία θα μεταβάλλουν σταδιακά με τις πολλαπλές τους προσπάθειες σε κατοικήσιμο χώρο, σε μια νέα πατρίδα. Οι πρόσφυγες, πέρα από την εξάντληση και την εξαθλίωση του ξεριζωμού που έχουν να αντιμετωπίσουν, υφίστανται τις συνεχείς απειλές για εκδιωγμό από τους βοσκούς της περιοχής. Παράλληλα, αρχίζουν να ξεχορταριάζουν τα χωράφια, με τον Φώτη Γλάρο να ανακαλύπτει στο χωράφι του ένα άγαλμα που αναπαριστά έναν κούρο, το οποίο τελικά του κλέβουν οι αρχαιοκάπηλοι, γεγονός που αποτελεί ένα εκ των τριών σημαντικότερων συμβάντων στην πλοκή της ιστορίας.
Η οικογένεια του Φώτη Γλάρου αποτελείται από τον ίδιο, τη σύζυγό του, Ελένη, και τα τρία παιδιά τους, ενώ στη συνέχεια, μετά τον θάνατο της πρώτης γυναίκας του, στην οικογένεια θα προστεθεί η νέα σύζυγος του Γλάρου, η Βάσω, μιας χήρας από το πάνω χωριό. Ο αγρότης Γλάρος είναι ένας απλοϊκός, ήσυχος άνθρωπος που μοχθεί, αντιμετωπίζοντας, όμως, τις γυναίκες ως υποχείρια των ανδρών και εργατικά χέρια. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής του της αντίληψης είναι η επιλογή των συζύγων του, αρχικά της Ελένης που σκιαγραφείται ως ένα ον ιδιαίτερα άβουλο, πλήρως αφοσιωμένο στα παιδιά του, και μετά τον θάνατό της, η Βάσω έρχεται να συμπληρώσει το αφήγημα καθώς και η ίδια είναι διαρκώς πλημμυρισμένη από φόβο και υποταγή. Ένα από τα πολύ σημαντικά σκηνικά αφορά την πρώτη σύζυγο του Φώτη και πρόκειται γι’ αυτό της φονικής πλημμύρας του 1937. Η Ελένη περιγράφεται, όπως προαναφέρθηκε, ως ένα άτομο φιλήσυχο το οποίο διακατέχεται από την αγάπη για τα παιδιά της. Προκειμένου να τα σώσει από τον βέβαιο θάνατο, θυσιάζεται η ίδια και πνίγεται μαρτυρικά.
Ο γιατρός, Δημήτρης Βένης, κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, είναι 60 ετών και κατάγεται από την Σπάρτη της Μικράς Ασίας. Η οικογένεια, στην οποία δίνεται μεγαλύτερη έμφαση, συγκροτείται από τον ίδιο τον γιατρό, την κατά πολύ νεότερη σύζυγό του, Ειρήνη Βένη, τη νεαρή κόρη τους, Άννα και την αδερφή της Ειρήνης, θεία-Μαρία. Ο Δημήτρης Βένης, αρνούμενος να παραδοθεί στην σκληρή μοίρα του ξεριζωμού και της προσφυγιάς, φυτεύει τριανταφυλλιές, φροντίζει και βοηθά ανιδιοτελώς τους πρόσφυγες. Είναι βαθιά ηθικός και αγαθός και παρουσιάζεται ως άνθρωπος του πνεύματος αποτελώντας ταυτόχρονα τον ορισμό της ελπίδας. Πιστεύει ότι μόνο μέσω ενός ατέρμονου κυνηγιού χιμαιρών μπορεί κανείς να απαλλαχθεί από τη βίαιη, σκληρή και άδικη πραγματικότητα που τον κατατρύχει, ώστε να επιτύχει τη ζητούμενη «Γαλήνη».
Στον αντίποδα, τοποθετείται αριστοτεχνικά από τον συγγραφέα ο ψυχισμός της γυναίκας του, Ειρήνης, η οποία αρνείται να δεχθεί τη μοίρα της και τον χαμένο νεανικό της έρωτα. Στρέφεται στον εαυτό της και ξεσπά τα νεύρα της ανιαρής και φορτικής καθημερινότητάς της στον σύζυγό της, γκρινιάζοντας για τις κακοτυχίες της οικογένειάς της και της πατρίδας της, ενώ παράλληλα βρίσκει διέξοδο στην ερωτική συντροφιά ενός περαστικού μηχανικού. Η μοναχοκόρη του Βένη, Άννα, είναι μια κοπέλα γεμάτη σπιρτάδα, αλτρουισμό και ενδιαφέρον για το κοινό καλό και αγαπά τον αρραβωνιαστικό της, τον οποίο φροντίζει μετά την πολύμηνη αιχμαλωσία του. Βιώνει τραγικό θάνατο μέσα από τον βιασμό και έπειτα, την δολοφονία της από τον Χαρίτο, βοηθό του αγρότη Φώτη Γλάρου, γεγονός που αποτελεί το τρίτο σημείο-σταθμό του μυθιστορήματος.
Η αναφορά στα τρία βασικά σημεία του μυθιστορήματος αποτελεί κατά βάση απλώς το σκηνικό εντός του οποίου εκτυλίσσεται το δράμα των κεντρικών ηρώων, παρά τη σημασία που φέρουν ως γεγονότα. Στην ουσία, ο αγώνας του Δημήτρη Βένη με την πραγματικότητα και τις αδικίες που αυτή φέρει μαζί της είναι το κεντρικό νόημα του βιβλίου. Η συνεχής πάλη με την γυναίκα του δεν εναπόκειται απλά στο φύτεμα των λουλουδιών από τον ίδιο και στο ξερίζωμα από την γυναίκα του, αλλά στη βαθύτερη νοηματοδότηση αυτών των γεγονότων, που δεν είναι άλλη από την προσπάθειά του να συνεχίσει να ελπίζει.
Κλείνοντας, συνειδητοποιούμε ως αναγνώστες/τριες ότι οι λεπτομερείς περιγραφές του Βενέζη σε συνδυασμό με το ρεαλιστικό στίγμα όλων όσων αφηγείται, οι γλαφυρές σκιαγραφήσεις των ηρώων, οι άλλοτε γραμμικές και άλλοτε εγκιβωτισμένες αφηγήσεις προσδίδουν μια μοναδικότητα στο διήγημα που δεν εντοπίζεται απλά στον πάντα επίκαιρο χαρακτήρα της προσφυγιάς, αλλά στη βαθιά ανθρώπινη υπόσταση που έχουν όλοι/ες οι ήρωες/ίδες στο βιβλίο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Γαλήνη, politeianet.gr, διαθέσιμο εδώ.