27.7 C
Athens
Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΚόστη και οφέλη του κοινού νομίσματος (Μέρος Β')

Κόστη και οφέλη του κοινού νομίσματος (Μέρος Β’)


Της Ελένης Μπαλγκουράνου,

Οι ραγδαίες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις που καθόρισαν τη δεκαετία του 1990 επεκτάθηκαν με έντονους ρυθμούς, διαμορφώνοντας σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα του σήμερα. Το πολυδιάστατο φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης αναμφισβήτητα αποτελεί το εναρκτήριο λάκτισμα που θρέφει την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών. Προς επίρρωσιν του ισχυρισμού αυτού, τρανό παράδειγμα είναι η θεωρία των αρίστων νομισματικών περιοχών. Στη μελέτη του Μέρους Α’, αναλύθηκε η πορεία της Ένωσης σχετικά με τη χάραξη νομισματικής πολιτικής και έπειτα, της δημιουργίας ενός κοινού νομίσματος έως τη σημερινή μορφή της ευρωζώνης. Στο παρόν μέρος, εξετάζεται η θεωρία και η κριτική των άριστων νομισματικών περιοχών, ενώ διενεργείται σύγκριση μεταξύ ευρώ και δολαρίου των Η.Π.Α., με γνώμονα τα σημερινά δεδομένα.

Η θεωρία των άριστων νομισματικών περιοχών συνδέεται με το κατά πόσο είναι αποδοτικό ένα νόμισμα εντός συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής. Οι «πατέρες» της θεωρίας αυτής, όπως ο Mundell (1932), o McKinnon (1935) και ο Kenen (1932), ανέπτυξαν τις θεωρίες τους για να ορίσουν τα αίτια του φαινομένου. Συγκεκριμένα, οι μελέτες του πρώτου εστίασαν στην κινητικότητα και στις μεταβολές των παραγωγικών συντελεστών σε συνθήκες της νομισματικής ένωσης. Ο δεύτερος συνέδεσε τη θεωρία των άριστων νομισματικών περιοχών με τον λόγο των εξαγωγών-εισαγωγών στο Α.Ε.Π. ή την εγχώρια παραγωγή των εμπορεύσιμων αγαθών στο Α.Ε.Π. Φυσικά, θα συνιστούσε παράλειψη η μη αναφορά στην κινητικότητα των χρηματοοικονομικών ροών, καθώς η χρηματοδότηση των ελλειμμάτων γίνεται πιο γρήγορα, χωρίς σοβαρές επιδράσεις στα επιτόκια και τις ισοτιμίες. Για να προχωρήσει μια χώρα στην υιοθέτηση ενός ενιαίου νομίσματος, θα πρέπει η αποδοχή των προσκομισθέντων οφελών να αποτελεί εθνική επιταγή.

Υιοθετώντας ένα ενιαίο νόμισμα ανακύπτει πληθώρα ζητημάτων προς άγρα, ενώ, εξαιτίας της ιδιαίτερής του φύσης, θα υπάρχουν κριτικές ματιές στο εσωτερικό της εκάστοτε χώρας. Ένα κοινό νόμισμα, τουτέστιν η ένταξη ενός κράτους σε μια νομισματική ένωση, αδιαμφισβήτητα προκαλεί ασύμμετρες διαταραχές της ζήτησης. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην αλληλεπίδραση των οικονομικών δραστηριοτήτων των κρατών μελών εν γένει, ενώ στόχος της νομισματικής αυτής ένωσης είναι η μεγέθυνση της οικονομικής τους ολοκλήρωσης. Στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο των ασύμμετρων διαταραχών, τα κράτη αναζητούν λύσεις οι οποίες σχετίζονται με τη δημοσιονομική τους πολιτική και δη τη διαχείριση των φορολογικών εσόδων, αυξάνοντας ή μειώνοντας ανάλογα τις δαπάνες τους, εναρμονιζόμενοι και βασιζόμενοι πάντοτε με τον κρατικό προϋπολογισμό τους. Ωστόσο, αν υπάρχουν διάφορα φορολογικά κενά, η εισαγωγή ενός νέου νομίσματος θα αυξήσει τον πληθωρισμό, επειδή θα αυξήσει και τους φορολογικούς συντελεστές, οδηγώντας σε απώλεια ευημερίας. Όσον αφορά τον πληθωρισμό, αυτός τείνει να εξαλείφεται κυρίως λόγω της χρήσης των χρηματοοικονομικών ροών της ένωσης και της υποστήριξης που παρέχει η ενοποιημένη εσωτερική αγορά.

Ακόμα, το θέμα της υποτίμησης του νομίσματος, το οποίο ταλανίζει πολλά κράτη, περιλαμβάνει μόνιμες και προσωρινές διαταραχές. Στις προσωρινές διαταραχές, διαθέτοντας ένα κοινό νόμισμα, τα κράτη δύνανται να αυξομειώνουν τα επιτόκιά τους, αλλά και να μεταβάλλουν τις συναλλαγματικές τους ισοτιμίες. Στον αντίποδα, στις μόνιμες διαταραχές, μακροχρόνια μια μεταβολή στη συναλλαγματική ισοτιμία δεν επηρεάζει την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία. Αυτό σημαίνει ότι βραχυχρόνια επηρεάζονται οι σχετικές τιμές και συνάμα η ανταγωνιστικότητα, ενώ μακροχρόνια παρατηρείται αύξηση του εγχώριου κόστους παραγωγής και των τιμών. Ωστόσο, οι σχετικές τιμές επανέρχονται μετά από τις εν λόγω διαταραχές σε ισορροπία. Στο σημείο αυτό χρειάζεται να αναφερθεί ότι, εάν μειωθεί το εγχώριο κόστος παραγωγής για την τόνωση του ανταγωνισμού και την επαναφορά της ισορροπίας, ελλοχεύει ο κίνδυνος μείωσης των πραγματικών μισθών.

Φέτος η αξία του ευρώ έναντι του δολαρίου έχει πέσει περίπου κατά 9%. Πηγή εικόνας: finance.yahoo.com

Εξαιτίας της λεπτότητας των ζητημάτων αυτών, δεν υπάρχει πάντοτε μια απόλυτη και καθολικώς σύμφωνη γνώμη για τα κόστη και τα οφέλη ενός ενιαίου νομίσματος. Διάφοροι οικονομολόγοι έχουν αποτυπώσει τις απόψεις τους, ξεκινώντας πάντοτε με κοινό γνώμονα, κατά πόσο ένα κοινό νόμισμα θα βοηθούσε ένα κράτος να ξεπεράσει τις οικονομικές διαταραχές. Ο μονεταρισμός τάχθηκε υπέρ στην ένταξή του, με σκοπό να αποφευχθούν οι συναλλαγματικές ισοτιμίες. Σχετικά με τα μακροχρόνια κόστη και οφέλη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει ότι η εξάλειψη των συναλλαγματικών ισοτιμιών προέρχεται από την εμπορική ολοκλήρωση, δηλαδή τη νομισματική ένωση. Φυσικά, οι διαφοροποιήσεις στις εθνικές οικονομίες μεταξύ των κρατών μελών είναι εμφανείς. Για τον λόγο αυτόν, κύρια μέριμνά τους είναι η επιδίωξη όσο το δυνατόν λιγότερων ασύμμετρων διαφορών προσφοράς και ζήτησης.

Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις, οι οποίες λαμβάνουν χώρα στο οικονομικό στερέωμα, η φετινή χρονιά δεν ήταν από τις καλύτερες για την Ένωση και δη, για την Ευρωζώνη. Συγκεκριμένα, η διαφορά της αξίας του ευρώ έναντι του δολαρίου από την αρχή του έτους έχει πέσει περίπου κατά 9%, με τη μεγαλύτερη υποτίμηση να αγγίζει το 15,63%. Η τωρινή θέση είναι μία από τις χειρότερες στην ιστορία του ευρώ, ενώ, παράλληλα, συνοδευόμενη από την πληθωριστική κρίση, η νομισματική ένωση τίθεται εμφανώς σε κίνδυνο. Πώς, όμως, το ευρώ τείνει να υποτιμηθεί έναντι του δολαρίου; Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ακολούθησε διαφορετική νομισματική πολιτική από την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των Η.Π.Α. Παρατηρείται μια καθυστέρηση τεσσάρων μηνών αύξησης των επιτοκίων μεταξύ τους, καθώς πρώτα το εφάρμοσαν οι Η.Π.Α.

Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας έπληξε την εμπορική φερεγγυότητα της Ένωσης, με αποτέλεσμα η μεταποιητική δραστηριότητα να έχει συρρικνωθεί και το εμπορικό έλλειμμα να παραμένει υψηλό. Επίσης, η ενεργειακή κρίση και τα συνεχή πληθωριστικά προβλήματα μαστίζουν την Ευρώπη, ενισχύοντας το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Αμερικής. Παράλληλα, η καταναλωτική εμπιστοσύνη εμφανίζεται εξαιρετικά χαμηλή. Όλα αυτά τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι η Ένωση αντιμετωπίζει φαινόμενα ύφεσης και ότι για τη διαχείρισή τους απαιτείται ένας νέος κύκλος μεταρρυθμίσεων, ο οποίος δεν θα θυμίζει τις προηγούμενες προσπάθειες αναδιάρθρωσης της ευρωπαϊκής οικονομίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Οικονομική, Gregory N. Mankiw, Mark P. Taylor., 4η έκδοση, Εκδόσεις Τζιόλα, 2018

  • Οικονομική Πολιτική, Βάβουρας Σ. Ιωάννης, Εκδόσεις Παπαζήση, 2019


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελένη Μπαλγκουράνου
Ελένη Μπαλγκουράνου
Γεννήθηκε το 1999 στη Λάρισα όπου και μεγάλωσε. Είναι φοιτήτρια του τμήματος Δημόσιας Διοίκησης του Παντείου Πανεπιστημίου. Ενδιαφέρεται για την οικονομική επιστήμη, την χρηματοοικονομική Διοίκηση, τη Δημόσια Πολιτική, τη διεθνή και εγχώρια φορολογία. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον εθελοντισμό και ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία.