Της Ιόλης Βολτή,
Δυστυχώς, στις μέρες μας η φτώχεια αποτελεί ένα σύνηθες φαινόμενο. Μάλιστα, σύμφωνα με τις διεθνείς εξελίξεις, φαίνεται ότι το φαινόμενο αυτό ενδέχεται να επιδεινωθεί, με τη χώρα μας να μην αποτελεί εξαίρεση. Αρχικά, αξίζει να κάνουμε μια σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στα δύο είδη φτώχειας που υπάρχουν. Οι κοινωνικοί επιστήμονες αναφέρονται σε δύο είδη φτώχειας: την απόλυτη και τη σχετική φτώχεια.
Η απόλυτη φτώχεια είναι η κατάσταση στην οποία τα άτομα δεν έχουν τα βασικά αγαθά για την επιβίωσή τους, όπως είναι η τροφή, το νερό και η στέγη. Αφορά μεγάλους πληθυσμούς των αναπτυσσόμενων χωρών στην Αφρική και την Ασία, ενώ αποτελεί φαινόμενο και των αναπτυγμένων κοινωνιών, καθώς σε πολλές μεγάλες Δυτικές πόλεις συναντά κανείς πληθώρα αστέγων.
Η σχετική φτώχεια, από την άλλη, είναι η κατάσταση στην οποία τα άτομα διαθέτουν ένα βασικό εισόδημα με το οποίο μπορούν να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους, χωρίς, ωστόσο, να καλύπτεται το καταναλωτικό πρότυπο της κοινωνίας στην οποία ζουν. Επομένως, η σχετική φτώχεια καθορίζεται από την κάθε κοινωνία κάθε φορά. Για παράδειγμα, τη δεκαετία του 1960 στη χώρα μας, η τηλεόραση και το τηλέφωνο δεν θεωρούνταν βασικές ανάγκες ενός νοικοκυριού, ενώ σήμερα η έλλειψή τους θεωρείται δείκτης σχετικής φτώχειας για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε τρεις Περιφέρειες της Ελλάδας (Αττική, Κρήτη, και Νότιο Αιγαίο) σημειώνονται χαμηλότερα ποσοστά κινδύνου φτώχειας από το συνολικό ποσοστό κινδύνου της χώρας, ενώ στις υπόλοιπες δέκα Περιφέρειες (Θεσσαλία, Ιόνια Νησιά, Ήπειρος, Βόρειο Αιγαίο, Δυτική Ελλάδα, Πελοπόννησος, Δυτική Μακεδονία, Στερεά Ελλάδα, Κεντρική Μακεδονία, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη) τα ποσοστά που παρατηρούνται βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο.
Σήμερα, ο πληθωρισμός και η παρατεταμένη ακρίβεια περιορίζουν όλο και περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών. Ταυτόχρονα, φαίνεται ότι οι συμπολίτες μας που ζουν είτε σε συνθήκες φτώχειας είτε στα όρια αυτής αυξάνονται όλο και περισσότερο, ενώ μεγαλώνει μέρα με τη μέρα η ανάγκη για κοινωνικές δράσεις. Στην Ελλάδα, τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν πως το 17,1% του πληθυσμού απειλείται από τον κίνδυνο της φτώχειας.
Στην καθημερινότητά τους οι πολίτες πλέον βάζουν «μαχαίρι» στις αγορές τους ακόμη και σε είδη διατροφής, ενώ πλέον οι αγορές πραγματοποιούνται με βάση την τιμή και όχι την ποιότητα των προϊόντων. Επιπλέον, φαίνεται ότι από το συνολικό εισόδημα των φτωχών νοικοκυριών, το 35,1% ξοδεύεται σε είδη διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών.
Το ζήτημα είναι ότι «όσο πιο φτωχός τόσο πιο στρεσαρισμένος», όπως είπε ο ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής-Ενδοκρινολογίας Γεώργιος Χρούσος, συμπληρώνοντας ότι η φτώχεια είναι στρεσογόνος παράγοντας και οι άνθρωποι που τη βιώνουν ζουν σε ένα δυσχερές περιβάλλον, στο οποίο σημειώνονται υψηλά ποσοστά καπνίσματος, αλκοόλ, κακής διατροφής και ελλιπούς πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας. Σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή, οι φτωχοί βρίσκονται σε συνθήκες υψηλού στρες και τα παιδιά που μεγαλώνουν σε φτωχές οικογένειες έχουν περισσότερες πιθανότητες για ατυχήματα, άσθμα, υψηλή αρτηριακή πίεση, καθώς και προβλήματα στο αναπνευστικό τους σύστημα.
Συνεπώς, η φτώχεια αποτελούσε ανέκαθεν και συνεχίζει να αποτελεί ένα κοινωνικό πρόβλημα, με την επίλυσή του να αποτελεί πλέον επιτακτική ανάγκη. Για τον λόγο αυτόν, χρειάζεται η ενεργοποίηση τόσο των κρατικών όσο και των κοινωνικών δομών, προκειμένου το πρόβλημα της φτώχειας να ενταχθεί σε ελέγξιμα όρια.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Όσοι ζουν στη φτώχεια έχουν παρατεταμένο στρες-Ποιες οι συνέπειες για την υγεία τους, iefimerida.gr, διαθέσιμο εδώ
- Φτώχεια και ανισότητα στην Ελλάδα-Συνέπειες και αντίμετρα, cnn.gr, διαθέσιμο εδώ
- ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ-ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ-Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών: Έτος 2021 (Περίοδος αναφοράς εισοδήματος: Έτος 2020), statistics.gr, διαθέσιμο εδώ
- Σωτηρίου, Σ. Κορδονιούρη, Σ., & Ζαφρανίδου, Α. (2012), Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή Γ’ Γυμνασίου, Εκδόσεις Ινστιτούτο Τεχνολογίας, Υπολογιστών και Εκδόσεων «Διοφάντος».