Του Ιωσήφ Νασσάρ Τράση,
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ εμφανίζεται η τάση συναισθηματικής εξάρτησης από τους άλλους και η ατέρμονη επιβεβαιωτική ανάγκη που διατρέχει τις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι οξύμωρο αν σκεφτεί κανείς πως, παρά τα τόσα χρονιά ανάπτυξης και εξέλιξης, εξακολουθούμε να εκλαμβάνουμε τις ανθρώπινες σχέσεις ως μια αμοιβαία συνθήκη αλτρουισμού, ανιδιοτέλειας και ενσυναίσθησης. Έχει φτάσει η στιγμή που θα πρέπει να ξεσκεπαστεί η αληθινή φύση των ανταλλακτικών αυτών διαδικασιών. Όσο θεωρούμε πως η ευτυχία προκύπτει από την αλληλεπίδραση και τη συνεχή σύναψη σχέσεων με άλλους ανθρώπους, τόσο πιο μακριά θα βρισκόμαστε από τον σκοπό μας. Οφείλουμε έστω να συνειδητοποιήσουμε πως το πιο αγνό και κυρίως σταθερό και αμετάβλητο είδος ευτυχίας είναι αυτό που πηγάζει από μέσα μας, και όχι το ετοιμόρροπο οικοδόμημα της κοινωνικά παραχωρημένης ευτυχίας.
Είναι σημαντικό να ζούμε ως αυτόνομες οντότητες σε μια ενιαία υπαρξιακή υπόσταση και να αποκοπούμε ως έναν βαθμό από τις κοινωνικές μας σχέσεις που μόνο διεφθαρμένες είναι, αν προχωρήσουμε σε μια ενδελεχή ανάλυσή τους. Η αποκοπή αυτή δεν αναφέρεται στην πλήρη κοινωνική αποξένωση, αφού ο άνθρωπος είναι φύσει πολιτικόν ζώον (όπως διατύπωσε σωστά ο Αριστοτέλης), αλλά αναφέρεται στην πάταξη της συναισθηματικής συσχέτισής μας με τους άλλους. Ο σκοπός της μερικής αυτής σχεσιακής αποσύνδεσης είναι αφενός η συναισθηματική αυτονομία, αφού δεν θα καθοριζόμαστε πλέον από τους άλλους, και αφετέρου η αποκάλυψη του «ενδοδερμικού» χαρακτήρα ορισμένων σχέσεων, ο οποίος είναι εγωιστικός και οπορτουνιστικός.
Μία από τις σημαντικότερες ικανότητες του συγχρόνου ανθρώπου είναι να καταφέρνει να αγαπάει τη μοναξιά του και μέσω αυτής να αγαπήσει και τον εαυτό του. Όλοι κάποια στιγμή φτάνουν στη ζοφερή συνειδητοποίηση πως στο τέλος της ημέρας είναι μόνοι. Η συνειδητοποίηση αυτή αποτελεί και το πρώτο βήμα προς την αυτονομία και τη δύναμη. Ο Νίτσε προς το τέλος της ζωής του παραδέχτηκε: «Έζησα μονός και δυνατός». Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί πως «η μοναξιά είναι αρετή μόνο εφόσον είναι επιλογή» (Μακρή Α.). Ακόμα, πρέπει να κατανοήσουμε πως δεν μπορούμε να βασίζουμε πλέον τα συναισθήματά μας στην κρίση των άλλων και στη συμπεριφορά τους προς εμάς. Για παράδειγμα, είναι αδιανόητο ένα μέρος της συναισθηματικής ευημερίας ενός ανθρώπου να βασίζεται στην υπερηφάνεια των γονέων του και την επιβεβαίωση των φίλων του, και αυτό να εξαφανίζεται όταν οι ενέργειές του δεν ικανοποιούν τις ιδιοτελείς προσδοκίες των γονέων και δεν προκαλούν την επιβεβαίωση του φιλικού κύκλου.
Ο Σοπενχάουερ, εκφράζοντας μια ακραία έκφανση αυτού του φαινομένου, ομολόγησε: «Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που μπορεί για πάντα να αποφεύγει να έχει παρτίδες με μεγάλο αριθμό συγγενικών του όντων». Αυτή η συναισθηματική τραμπάλα που ελέγχεται από το κοινωνικό, διαπροσωπικό, σχεσιακό φάσμα, απειλεί την αταραξία μας και εκτοπίζει τη δυνατότητα σταθερής και μόνιμης ευτυχίας με πηγή τον ίδιο μας τον εαυτό. Είναι μαζοχιστική η τάση μας να βασίζουμε την ευτυχία μας στο «είμαι περήφανος για σένα» του πατέρα μας, το «μπράβο» της μητέρας μας και στο «σε συμπαθώ» του αγνώστου, διότι η υπερηφάνεια, οι έπαινοι και η συμπάθεια έχουν ημερομηνία λήξης, χαρακτήρα πρόσκαιρο και στηρίζονται στην ιδανική για τους άλλους εικόνα του εαυτού μας, που σε τελική ανάλυση ικανοποιούν τις δικές τους προσωπικές ανάγκες, δίνοντάς μας την ψευδαίσθηση πως η εικόνα μας αντιστοιχεί σε ένα αντικειμενικό και καθολικό πλαίσιο ιδανικής ύπαρξης. Όσο τρεφόμαστε από την έγκριση και την επιβεβαίωση των άλλων τόσο πιο πιθανό είναι να οδηγηθούμε σε μια πλήρη απώλεια του εαυτού και της ταυτότητάς μας, καθώς θα έχουμε συνηθίσει να ενεργούμε με έναν τρόπο συμβατό προς τις προσδοκίες τους, πιστεύοντας πως αυτός ο τρόπος λειτουργίας αποτελεί τον πραγματικό μας εαυτό.
Το παραπάνω επιχείρημα είναι ο λόγος που οφείλουμε να μην συσχετιζόμαστε βαθιά με τους άλλους, ώστε τα συναισθήματά μας να προκύπτουν ενδογενώς και όχι εξωγενώς, δηλαδή να μην γεννώνται «εξωσωματικά», αλλά από την ίδια μας την κρίση για τον εαυτό μας. Δεν χρειαζόμαστε τον πατέρα, τη μητέρα και τον φίλο να επιβεβαιώσει ή όχι την επάρκειά μας, αλλά χρειάζεται να γίνουμε εμείς ο πατέρας, η μητέρα και ο φίλος μας, χωρίζοντας τον εσωτερικό μας εαυτό σε πολλά μικρά κομμάτια, με στόχο τη σταθερότητα των συναισθημάτων μας. Από όλα τα παραπάνω, προκύπτει η ανάγκη όχι πλήρους κοινωνικής αποσύνδεσης (αφού, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, για να ζεις μόνος πρέπει να είσαι ή ζώο ή θεός), αλλά ύψωσης συναισθηματικών τειχών, ώστε να κατορθώσουμε να βασίζουμε όσο το δυνατόν περισσότερο τα συναισθήματά μας σε προσωπικές κρίσεις. Με λίγα λόγια, να μην στηριζόμαστε στα βραχύχρονα επιδερμικά συναισθήματα που μας γεννούν οι άλλοι, αλλά να οικοδομούμε εσωτερικά και μόνιμα συναισθηματικά χτίσματα, στις στιβαρές βάσεις των οποίων θα μπορούμε να στηριχτούμε.
Ίσως σε τελική ανάλυση πρέπει να αποκοπούμε σε τέτοιον βαθμό από τις σχέσεις μας, ώστε να ικανοποιούμε ταυτόχρονα τις ανάγκες της αγελαίας φύσης μας, αλλά και τις ανάγκες της συναισθηματικής αυτονομίας μας. Η απεξάρτηση από τον συναισθηματικό αυτόν κανιβαλισμό και τον εθισμό στον αέναο κύκλο επιβεβαίωσης και έγκρισης ίσως να αποτελεί ένα από τα πολλά μυστικά ευτυχίας. Είναι ψυχοπλακωτική η συνειδητοποίηση του πόσα κάνουμε για την επιβεβαίωση και την υπερηφάνεια των σημαντικών ή των ασήμαντων άλλων. Το επιχείρημα αυτό παρουσιάζεται σε ακόμα ένα ρητό του Σοπενχάουερ: Το λουλούδι απάντησε: «Ανόητε! Φαντάζεσαι πως ανθίζω για να με δουν; Ανθίζω για δικό μου λογαριασμό, επειδή έτσι μ’ αρέσει, και όχι για τους άλλους. Η δική μου χαρά πηγάζει από το γεγονός πως υπάρχω και ανθίζω». Ο ίδιος ο Σοπενχάουερ δεν κατάφερε να ξεφύγει, έστω αρχικά, από τον ασφυκτικό κλοιό της επιβεβαίωσης, καθώς για χάρη του πατερά του ξεκίνησε μια επταετή μαθητεία στο πλάι ενός διάσημου εμπόρου, με στόχο την εκπλήρωση του ονείρου του πατέρα του να διαδεχτεί τον εμπορικό οίκο Σοπενχάουερ. Η περισσότερη συσχέτιση, λοιπόν, οδηγεί σε περισσότερη εξάρτηση και συνεπώς, σε μεγαλύτερη κρίση ταυτότητας και κοινωνική ληστεία του εαυτού.
Συνοψίζοντας, οι ανθρώπινες σχέσεις είναι φύσει ανταλλακτικές διαδικασίες, οι οποίες καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη συναισθηματική μας κατάσταση και οδηγούν σε έναν ιδιότροπο συναισθηματικό εθισμό με ακρογωνιαίους λίθους την επιβεβαίωση και την έγκριση. Έτσι, για αλλαγή, θα μπορούσαμε να επιχειρήσουμε να αποβάλουμε την ιδέα της σμίλευσης του «δεοντικού» μας εαυτού και να σφυρηλατήσουμε τους δικούς μας συναισθηματικούς κέρβερους.