Της Θεώνης Παπακωνσταντίνου,
Διανύουμε μια εποχή κατά την οποία το διαδίκτυο κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή μας. Επικοινωνία, ενημέρωση, ηλεκτρονικές συναλλαγές, ψυχαγωγία, όλες αυτές οι παροχές και έτι περισσότερες μπορούν να γίνουν μέσω μιας απλής σύνδεσης στο διαδίκτυο. Μέσα, όμως, στην παραπάνω πληθώρα παρεχόμενων πληροφοριών, πώς είναι δυνατόν να διασφαλίζεται η ποιότητα; Είναι, άραγε, εφικτό να τεθούν όρια, να «φιλτραριστούν» οι πληροφορίες, γενικώς να προστατευτεί το διαδίκτυο με έναν ορισμένο τρόπο;
Στο ελληνικό σύνταγμα προβλέπεται η προστασία του Τύπου (άρθρο 14Σ) και της ραδιοτηλεόρασης (άρθρο 15Σ). Δεν αναφέρεται σε κάποιο άρθρο ρητά ο όρος «διαδίκτυο». Εντάσσεται, μήπως, σε ένα από τα δύο προαναφερόμενα άρθρα ή δεν προβλέπεται καν η προστασία του στον θεμελιώδη νόμο του ελληνικού κράτους; Στην προσπάθεια πλαισίωσης του ως άνω ερωτήματος, σκόπιμη είναι η εξέταση των άρθρων περί προστασίας του Τύπου και της ραδιοτηλεόρασης, τα μόνα εκ των άρθρων του ελληνικού συντάγματος που παρουσιάζουν κάποιου είδους ομοιότητα με το διαδίκτυο.
Εκκινώντας από την ανάλυση του άρθρου 14 Σ, παρατηρούμε ότι στην πρώτη παράγραφο προβλέπεται η ελευθερία της έκφρασης, δηλαδή η δυνατότητα κάθε ανθρώπου να εκφράζει τις σκέψεις και τη γνώμη του, πάντοτε υπό την προϋπόθεση ότι τηρεί τους νόμους του κράτους. Διαβάζοντας τη δεύτερη παράγραφο αυτού, ερχόμαστε στο ζητούμενο της παρούσας ανάλυσης, ήτοι στην κατοχύρωση της ελευθερίας του Τύπου. Πιο συγκεκριμένα, ορίζει πώς «ο Τύπος είναι ελεύθερος» και στη συνέχεια, ότι «H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται», πράγμα που σημαίνει ότι μόνο εκ των υστέρων έλεγχος μπορεί να επιβληθεί, ενώ δεν επιτρέπεται ο προληπτικός έλεγχος.
Ταυτόχρονα, στην παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου, προβλέπεται το δικαίωμα επανόρθωσης από ανακριβές δημοσίευμα ή εκπομπή (η προσθήκη της «εκπομπής» εισήχθη με τη Συνταγματική Αναθεώρηση του 2001), επιβεβαιώνοντας ακριβώς το γεγονός ότι επιτρέπεται ο έλεγχος του Τύπου εκ των υστέρων. Αναλυτικότερα, όποτε κάποιος θίγεται από δημοσιεύματα στα Μ.Μ.Ε. που αφορούν τον ίδιο, μπορεί να ασκήσει το παραπάνω δικαίωμα. Κατά τούτον τον τρόπο θα περιορίζονται περιστατικά καταχρηστικής άσκησης των ελευθεριών που προβλέπονται στο άρθρο 14 Σ, ενώ οδηγούμαστε σε καθεστώς έγκυρης πλουραλιστικής πληροφόρησης και πολυφωνίας.
Αντίθετα προς το προηγούμενο άρθρο, δεν προβλέπεται η ίδια προστασία για τη ραδιοτηλεόραση στο άρθρο 15 του Συντάγματος, γεγονός που διακρίνεται ξεκάθαρα ήδη από το γράμμα του εν λόγω άρθρου («Οι προστατευτικές για τον τύπο διατάξεις του προηγούμενου άρθρου δεν εφαρμόζονται στον κινηματογράφο, τη φωνογραφία, τη ραδιοφωνία, την τηλεόραση και κάθε άλλο παρεμφερές μέσο μετάδοσης λόγου ή παράστασης».).
Ο συντακτικός νομοθέτης στην προσπάθειά του να διασφαλίσει την ποιότητα και την αντικειμενικότητα των προγραμμάτων που προβάλλονται στις συχνότητες των παραπάνω μέσων, επιβάλλει έναν πιο αυστηρό έλεγχο, τον άμεσο έλεγχο του κράτους. Για τον λόγο αυτόν, ιδρύει μια ανεξάρτητη διοικητική αρχή, τον Εθνικό Σταθμό Ραδιοτηλεόρασης. Η προαναφερθείσα αρχή έχει την αρμοδιότητα, παραμένοντας ανεπηρέαστη από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, να ασκεί εποπτεία προβαίνοντας σε έλεγχο τόσο προληπτικό –σε έναν βαθμό– με την παροχή αδειών στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, όσο και κατασταλτικό, με την επιβολή κυρώσεων, όταν παραβιάζονται σε ευρύτερη έννοια δημοκρατικές αρχές.
Έπειτα από την ανάλυση των ως άνω επίμαχων για την ανάλυση του ζητήματός μας άρθρων, επανερχόμαστε στην αρχική προβληματική: Προστατεύεται συνταγματικά το διαδίκτυο;
Με βάση τη μορφή των μέσων ενημέρωσης (εικόνα, ήχος) που περιγράφονται στο γράμμα του άρθρου 15 Σ, φαίνεται εκ πρώτης όψεως το διαδίκτυο να ταιριάζει περισσότερο στις διατάξεις αυτού. Αν αναλογιστούμε, όμως, σε ένα πρώτο στάδιο ότι ούτε ακόμα και στην τελευταία συνταγματική αναθεώρηση του 2019 δεν εντάχθηκε ο όρος «διαδίκτυο», καθίσταται σαφές πως ο συντακτικός νομοθέτης, παρά το γεγονός ότι είχε την ευκαιρία, επέλεξε να μην συμπεριλάβει τον εν λόγω όρο στο κείμενο του άρθρου 15.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάλυσης, χρήσιμο είναι να εξετάσουμε κατά πόσο το «διαδίκτυο» θα μπορούσε να ενταχθεί τελικά στην έννοια του «Τύπου» του άρθρου 14 Σ. Εύλογο είναι η λέξη «Τύπος» να μας παραπέμπει στον «παραδοσιακό Τύπο», αυτόν της εφημερίδας παραδείγματος χάρη. Λαμβάνοντας υπόψη, όμως, το γεγονός ότι όλο και περισσότερο ο κόσμος τα τελευταία χρόνια ενημερώνεται για τις καθημερινές εξελίξεις μέσα από το διαδίκτυο, καθώς και το ότι το άρθρο 5Α, με το οποίο προστατεύεται το δικαίωμα στην πληροφόρηση, αναφέρεται σε «πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά», θα ήταν θεμιτό να θεωρήσουμε το διαδίκτυο ως μια μορφή Τύπου, σαν αυτή που περιγράφεται στο άρθρο 14 Σ.
Ειδικά εάν αναλογιστούμε την ελευθερία που προβλέπεται στο άρθρο 14 Σ και με βάση την αρχή της μείζονος ελευθερίας –υπό την έννοια ότι απαγορεύονται τα προληπτικά μέτρα ελέγχου, είναι λογικό να θεωρήσουμε ότι το «διαδίκτυο» μπορεί να ενταχθεί στις προστατευτικές ρυθμίσεις του εν λόγω άρθρου
Ποια πρόσωπα, όμως, φέρουν την ευθύνη για τη μετάδοση των πληροφοριών μέσω του διαδικτύου; Εάν εφαρμοζόταν η ρύθμιση που αφορά τον Τύπο, περί ευθύνης τόσο του εκδότη όσο και του αρχισυντάκτη, ευθύνη θα έπρεπε να φέρουν και ο συντάκτης του περιεχομένου, συνάμα, όμως, και ο ιδιοκτήτης της ιστοσελίδας και οι προμηθευτές των υπηρεσιών του διαδικτύου, με αποτέλεσμα να πλήττεται μεγάλο μέρος της οικονομίας του δικτύου, όταν ανακύπτει ζήτημα προσβολής της προσωπικότητας ή δυσφήμισης μέσω του Διαδικτύου. Η περιγραφόμενη κατάσταση οδήγησε στη θέσπιση του Π.Δ. 131/2003, το οποίο στο άρθρο 11 εισάγει τη γενική αρχή περί μη υποχρέωσης ελέγχου πάνω στο περιεχόμενο που διακινείται μέσω του διαδικτύου, πράγμα που σημαίνει ότι ο φορέας παροχής υπηρεσιών δεν φέρει ευθύνη για τις μεταδιδόμενες πληροφορίες.
Συμπερασματικά, όπως καθίσταται σαφές από την προαναφερθείσα ανάλυση, δεν φαίνεται να υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση αναφορικά με το ερώτημα που θέσαμε εξ αρχής, εάν, δηλαδή, προστατεύεται το διαδίκτυο στο ελληνικό Σύνταγμα. Είναι δυνατόν να μην συγκαταλέγεται το διαδίκτυο στην έννοια του «Τύπου» του άρθρου 14 Σ, όταν το πρώτο αποτελεί σήμερα τη βασικότερη πηγή πληροφόρησής μας; Μήπως θα ήταν σκόπιμο, προς άρση των ενδεχόμενων αμφιβολιών και προς αποφυγή της αναλογικής εφαρμογής διατάξεων, σε μια επόμενη συνταγματική αναθεώρηση να ενταχθεί στο συνταγματικό κείμενο με σαφή γραμματική διατύπωση η έννοια του Διαδικτύου και η προστασία αυτού, είτε εντός μίας από τις ήδη υπάρχουσες διατάξεις είτε μέσα από τη ρύθμιση νέας;
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Βλαχόπουλος Σπύρος, Θεμελιώδη Δικαιώματα, Εκδόσεις: Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2017