9.8 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήΜήπως η λύση στην ενεργειακή κρίση θα έρθει από την Αφρική;

Μήπως η λύση στην ενεργειακή κρίση θα έρθει από την Αφρική;


Της Χρυσάνθης Παπαναστασίου,

Σωρεία ειδήσεων τους τελευταίους μήνες μας κατακλύζει με πληροφορίες για την επεκτατική φρενίτιδα της Ρωσίας. Αν και η παρουσία της ρωσικής υπερδύναμης είναι εστιασμένη στην ουκρανική επικράτεια, με έναν μικρό «Ψυχρό Πόλεμο» να λαμβάνει χώρα στην ήπειρο, μετά την απειλητική ρωσική εσωτερικότητα, η πρώτη δείχνει να επεκτείνει την επιρροή της στις πρώην γαλλικές αποικίες της Αφρικής. Με αφορμή αυτή την εξέλιξη, το ενδιαφέρον διεθνών επενδυτών έχει στραφεί στην οικονομική πραγματικότητα των κρατών της Δυτικής Αφρικής και ιδίως της Νιγηρίας, η οποία τείνει να απασχολεί όλο και περισσότερο το κοινωνικο-οικονομικό στερέωμα και να προκαλεί ανησυχία σχετικά με τις μετέπειτα εξελίξεις, συνεργασίες και συμμαχικές στρατηγικές της ίδιας, αλλά και τις αντίστοιχες κινήσεις του Κρεμλίνου.

Όπως έχει ειπωθεί από πληθώρα μελετητών και εκφραστών της κοινής γνώμης, ένας σύγχρονος πόλεμος δεν θα εστιάζεται στα χαρακώματα, μα σε λόμπι και γραφεία διαπραγματεύσεων. Τα σύγχρονα όπλα, ασχέτως τεχνολογικής ανάπτυξης, θα είναι «παιχνίδια δημοφιλίας», προβοκάτσιες, αναπτυξιακές προτάσεις, συνθηκολογήσεις και δωροδοκίες με το προσωπείο επενδυτικών συμφωνιών. Οι θεωρητικές αυτές προβλέψεις έρχονται να επιβεβαιωθούν από τις παρούσες εξελίξεις, αφού ήδη το πολιτικό παιχνίδι της Ρωσίας είναι υπαρκτό και ακλόνητο. Ήδη, έχουν προταθεί και περάσει ορισμένα νομοπαρασκευαστικά στάδια, μερικές ρωσικής εμπνεύσεως στρατηγικές, αναπτυξιακά μοντέλα, package deals, αλλά και ηπιότερης δυναμικής επενδυτικές ευκαιρίες και δωρεές σε αφρικανικού ενδιαφέροντος ΜΚΟ.

Μετά τις πρόσφατες πολιτικές ανακατατάξεις στον ευρύτερο χώρο της Δυτικής Αφρικής, παρατηρείται πως η ευρωπαϊκή επιρροή στην ήπειρο τείνει να περιορίζεται και, παράλληλα, να δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για ρωσικό επηρεασμό. Τα γεγονότα αυτά, που ξεπερνούν το φάσμα της θεωρητικής ανάλυσης, καθιστούν εναργείς τις τάσεις της Ρωσίας να επεκταθεί ιδεολογικά στη Δυτική Αφρική και να εξασφαλίσει έναν διαρκώς αναπτυσσόμενο οικονομικά σύμμαχο. Η αρχική αυτή διαπίστωση, όμως, προκαλεί, ενδεχομένως, και άλλες δυσοίωνες προβλέψεις σχετικά με τις προθέσεις της πρώτης. Με δεδομένο πως η αρχή των “good intentions” ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε, ιδίως στον επενδυτικό τομέα, γεννώνται ορισμένα ερωτήματα σχετικά με τις προθέσεις της Ρωσίας.

Αρχικά, υπάρχει το γενικότερο μόρφωμα πως, κατά κανόνα, οι διμερείς επενδυτικές συμβάσεις λειτουργούν επιβαρυντικά προς τα αναπτυσσόμενα κράτη, κυρίως στον τομέα των διαπραγματεύσεων και της διαιτησίας. Έτσι, ανακύπτουν ανησυχίες σχετικά με τις συμβατικές ισορροπίες μεταξύ των μερών, αν, δηλαδή, θα είναι αμφοτεροβαρείς ή αισθητά ρωσικών συμφερόντων, καθώς δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη χρονική ταύτιση αυτών των πολιτικών με το επιχειρησιακό «άνοιγμα» της νιγηριανής εταιρείας φυσικού αερίου που, με τις επεκτατικές κινήσεις που κάνει, τείνει να αποτελέσει μία άκρως ανταγωνιστική δύναμη στον χώρο της ενέργειας.

Πηγή Εικόνας: Newsweek

Η αναδυόμενη αυτή δύναμη δεν άργησε να κεντρίσει και το ενδιαφέρον της ευρωπαϊκής αγοράς, με αρκετούς μελετητές να εναποθέτουν τις ελπίδες της ηπείρου για ενεργειακά καύσιμα σε εταιρείες της Δυτικής Αφρικής. Ο εύλογος προβληματισμός που δημιουργείται εστιάζεται κυρίως στη βάση της σύγκρουσης συμφερόντων. Παρατηρείται, μάλλον, ένας «αγώνας δρόμου» διαπραγματεύσεων μεταξύ της ενωσιακής και της ρωσικής ζήτησης, με την πρώτη να αναζητά ενεργειακούς πόρους από τη νιγηριανή αγορά καυσίμων και τη δεύτερη να αναζητά μέσα, ώστε να δημιουργήσει επιπρόσθετη τροχοπέδη στην αναζήτηση βιώσιμων και οικονομικών καυσίμων για τη γηραιά ήπειρο.

Πολλοί, ευλόγως, θα αναρωτηθούν γιατί υπάρχει τόσος μεγάλος και επιτακτικός ανταγωνισμός για την εξασφάλιση μιας συμβατικώς συμμαχικής σχέσης με τη Νιγηρία, καθότι δεν αποτελεί εκ πρώτης όψεως κάποια παραδοσιακά ισχυρή οικονομική δύναμη. Τα πρόσφατα στατιστικά οικονομικά δεδομένα, ωστόσο, έρχονται να ανατρέψουν αυτή τη, μάλλον, απαρχαιωμένη σκέψη, αναδεικνύοντας τη νιγηριανή οικονομία ως μία από τις πιο ανερχόμενες και δυναμικές του κόσμου. Συγκεκριμένα, βάσει στοιχείων της Παγκόσμιας Τράπεζας, διαθέτει από τα πιο υψηλά ΑΕΠ, που κυμαίνεται στα 440,8 δισεκατομμύρια δολάρια και κατατάσσεται στην 27η θέση παγκοσμίως για το έτος 2021, ενώ, παράλληλα, το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα ξεπερνά το 1 τρισεκατομμύριο για το ίδιο έτος, επιβεβαιώνοντας τον χαρακτηρισμό της Νιγηρίας ως μία από τις πιο σταθερά αναδυόμενες οικονομίες του 21ου αιώνα.

Πηγή Εικόνας: Reuters/ Stephen Eisenhammer/ File Photo

Τα οικονομικά αυτά δεδομένα δεν είναι δυνατόν να αποτυπωθούν αποκομμένα από τις αιτίες και τις πηγές διαμόρφωσής τους. Η νιγηριανή ύπαιθρος, πλούσια σε πρώτες ύλες, όπως κακάο, όσπρια, αλλά και πληθώρα άλλων προϊόντων, παρέχει μία ποικιλία επικερδών εξαγώγιμων αγαθών, εξασφαλίζοντας στη χώρα έναν εύρωστο πρωτογενή τομέα, αλλά και αρκετές θέσεις εργασίας. Αν και ο συγκεκριμένος κλάδος είναι αρκετά κερδοφόρος για την κρατική οικονομία, δεν είναι αυτός που αφορά έντονα τη διεθνή σκηνή.

Είναι γνωστό πως η Νιγηρία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς και εξαγωγείς πετρελαίου παγκοσμίως, καθώς βρίσκεται στην πρώτη δεκάδα της διεθνούς κατάταξης και στις δύο κατηγορίες. Προβλέψεις έχουν επισημάνει, επίσης, πως ενδεχομένως η ισχύς της να ήταν ακόμη μεγαλύτερη, αν δεν επικρατούσαν ορισμένες αναταραχές σχετικά με τον έλεγχο και τη διαχείριση των πετρελαιοπαραγωγικών πηγών στο δέλτα του Νίγηρα, οι οποίες αποτελούν και τις πλουσιότερες από άποψη υπόγειων κοιτασμάτων στην περιοχή. Αυτός είναι και ο λόγος που, κατά την ενεργειακή κρίση που αντιμετωπίζουμε παγκοσμίως, η πλειονότητα των εμπειρογνωμόνων καλεί τόσο την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και άλλες εξαρτώμενες ενεργειακά αγορές να στρέψουν το βλέμμα τους προς τις αγορές πετρελαίου της Δυτικής Αφρικής, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ενέργεια.

Πηγή Εικόνας: AP Photo/ Michael Probst

Βεβαίως, με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν, δεν γίνεται να αγνοηθεί, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης θεματικής, το ζήτημα της φερεγγυότητας των ενδεχόμενων συνθηκολογήσεων, καθώς και της τηρήσεως της «αρχής της καλής πίστης». Στηριζόμενοι σε πρόσφατα δεδομένα, οι συμβατικές σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Νιγηρίας έχουν χαρακτηριστεί από πολλούς ως αμφιλεγόμενες. Συγκεκριμένα, από τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα, μεταξύ Ρωσίας και χωρών της Δυτικής Αφρικής έχουν υπογραφεί εκατοντάδες διμερείς συνθήκες, ελάχιστες από τις οποίες έχουν προχωρήσει ακόμη και στα προκαταρκτικά στάδια εκτελέσεώς τους, με μερικές να μην κρίνονται καν ως αναγνωρίσιμες από το ρωσικό κράτος. Από την άλλη, ο κύριος όγκος των συμβάσεων που όντως εκτελέστηκαν –ή βρίσκονται ακόμη στο στάδιο υλοποίησης– είναι κατά βάση μιλιταριστικού περιεχομένου και κυρίως σχετικές με την πολεμική αεροπορία.

Κατά συνέπεια, είναι αρκετά δύσκολο να απέχει κανείς από τις αρχικές εκτιμήσεις, πως, δηλαδή, κατά πάσα πιθανότητα οι νεοσυσταθείσες συμβατικές σχέσεις πρόκειται να εφαρμοστούν μόνο επιλεκτικά και στο μέτρο που είναι συμφέρουσες για τη Ρωσία, γεγονός που σε καμία περίπτωση δεν συνάδει με τις βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου. Οι συνθήκες σχετικά με τα συναλλακτικά ήθη δείχνουν, μάλιστα, να επιδεινώνονται, καθώς, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, τον τελευταίο καιρό παρατηρούνται «ανθρωπιστικού» τύπου κινήσεις της Ρωσίας προς την Αφρική, που για πολλούς απέχουν αρκετά από το να είναι μόνο δείγματα καλής θελήσεως.

Πηγή Εικόνας: Reuters/Mike Hutchings

Άραγε, υπάρχει ο κίνδυνος μίας διπλωματικής ανομίας και αναζήτησης του συμφέροντος, που υπό τη φενάκη μίας νέας συμμαχίας, υποθάλπει τον σκοπό να αποτελέσει απλά εμπόδιο σε ενεργειακές αναζητήσεις άλλων κρατών; Από την άλλη, μήπως η Νιγηρία και άλλες οικονομίες της αγοράς της Δυτικής Αφρικής αποτελούν το κλειδί για την υπερκέραση της σύγχρονης ενεργειακής ένδειας, αλλά όντας τόσο αφοσιωμένοι στα ευρωπαϊκά και ενωσιακά ζητήματα, δυσκολευόμαστε να στρέψουμε το βλέμμα μας εκεί; Τα ερωτήματα αυτά θα πρέπει να απασχολήσουν έντονα τις κρατικές οικονομίες, αλλά και τους διεθνείς οργανισμούς, προκειμένου να δρομολογηθούν ορισμένες και έγκαιρες στρατηγικές τόσο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που επιφέρει ο πόλεμος όσο και για να εκφραστεί εναργέστερα το δίκαιο πολιτικό και ανθρωπιστικό ιδεώδες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • World Bank list of economies, World Bank, Διαθέσιμο εδώ
  • FORGET THE BRICs: Citi’s Willem Buiter Presents The 11 “3G” Countries That Will Win The Future, Insider, Διαθέσιμο εδώ
  • Η ΕΕ αναζητά επιπλέον ποσότητες φυσικού αερίου από τη Νιγηρία υπό τον φόβο ρωσικού «μπλόκου», CNN, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρυσάνθη Παπαναστασίου
Χρυσάνθη Παπαναστασίου
Γεννήθηκε το 2003 και μεγάλωσε στον Βόλο. Είναι φοιτήτρια Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και μιλάει Αγγλικά και Γαλλικά. Τα ενδιαφέροντά της εστιάζονται στα σύγχρονα κοινωνικά και νομικά ζητήματα τόσο σε εθνική όσο και σε παγκόσμια κλίμακα. Είναι λάτρης των ταξιδιών, ενώ στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει να διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία, γεγονός που καλλιέργησε και την αγάπη της για την αρθρογραφία.