Του Δημήτρη Καρυδάκη,
Διαδεχόμενη τη γεωμετρική εποχή (ή αλλιώς τα Ομηρικά χρόνια, ακόμη και τον αρχαιοελληνικό «μεσαίωνα») η οποία διήρκεσε από τα 1200 έως τα 700 π.Χ., η αρχαϊκή εποχή (750–480 π.Χ.) βρίσκει τις αρχαιοελληνικές πόλεις-κράτη σε μία διαρκή και αδυσώπητη κατάσταση συναγερμού, εμφύλιας σύγκρουσης και πολιτικής έριδας, καταστάσεις οι οποίες έφεραν πλειστάκις τις πόλεις-κράτη στο χείλος της κοινωνικής αποσύνθεσης και του κατακερματισμού. Ολιγαρχικά και τιμοκρατικά καθεστώτα επικρατούν με ατσάλινη πυγμή στον ελλαδικό χώρο, με τις εξέχουσες αριστοκρατικές οικογένειες της κάθε πόλης-κράτους να κυριαρχούν στο μονοπώλιο της εξουσίας.
Οι έριδες αυτών ακριβώς των αριστοκρατικών οικογενειών, σε συνδυασμό με την άνοδο της πασίγνωστης «κοινωνικής ομάδας» του πολίτη-οπλίτη, ο οποίος πλέον λόγω της ακριβής και συνάμα ριψοκίνδυνης υπόθεσης του να συντηρεί τον οπλισμό του και να αμύνεται ρισκάροντας την ζωή του για την πόλη του τον εξαναγκάζει να διεκδικήσει πολιτική εκπροσώπηση και την κατοχύρωση των ανάλογων πολιτικών δικαιωμάτων, ήταν οι κύριες αιτίες για τις μεγάλες κοινωνικές, ταξικές και πολιτικές συγκρούσεις οι οποίες ώθησαν τις πόλεις-κράτη του αρχαϊκού αρχαιοελληνικού κόσμου στα πρόθυρα της ολικής κατάρρευσης. Στις παραπάνω αιτίες θα μπορούσε να προστεθεί και η σφοδρή δυσαρέσκεια των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία λόγω των υπέρογκων χρεών τους απέναντι στους δανειστές τους (συνήθως, αν όχι πάντα, ήταν αριστοκράτες) αναγκάζονταν να υποθηκεύσουν την ίδια τους την προσωπική ελευθερία με το να γίνονται δούλοι σε αυτούς, προκειμένου να μπορέσουν να ξεχρεώσουν.
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση αυτή; Τι επινόησε το δαιμόνιο και ευρηματικό μυαλό των λαμπρών μας προγόνων για τέτοιες περιστάσεις τεράστιου κοινωνικοπολιτικού και οικονομικού αδιεξόδου; Όταν η πολιτική εξουσία και οι πολιτικοί συλλήβδην αποτυγχάνουν να φέρουν εις πέρας το έργο για το οποίο διορίστηκαν, όταν ο εχθρός βρίσκεται προ των πυλών και τα συμπτώματα της κακομεταχείρισης των οικονομικών του κράτους γίνονται εμφανή, τι κάνουμε;
Αρχικά, εμφανιζόμενος ως θεσμός τον 8ο π.Χ. αιώνα, οι αρχαίοι Έλληνες επιστράτευαν τους λεγόμενους «Αισυμνήτες» ή αλλιώς τους «Διαλλακτές» (διαιτητές, δικαστές, επόπτες των αγώνων ή ακόμη και διαμεσολαβητές) με σκοπό να εξομαλύνουν την ολοένα και εντεινόμενη καθολική κρίση της πόλης-κράτους. Οι Αισυμνήτες ήταν πρόσωπα τα οποία έχαιραν σεβασμού και αναγνώρισης τόσο από την τάξη των ευγενών/αριστοκρατών όσο και από τα λαϊκά στρώματα. Προσωπικότητες γνωστές για την ηθική και ακέραια προσωπικότητά τους, την πολύπλευρη και βαθιά παιδεία και εκπαίδευσή τους, αλλά και το αίσθημα του δικαίου που τους ενέπνεε, οι διαλλακτές εκλέγονταν από το σύνολο των πολιτών της πόλης-κράτους προκειμένου να επιφορτιστούν το δυσχερές έργο της επιστροφής της πολιτείας στην προ της κρίσης κανονικότητα. Η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από την έκφραση «ο τα αίσια νέμων», δηλαδή αυτός που μοιράζει ή κατανέμει τα αγαθά. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι Αισυμνήτες είχαν κατά κύριο λόγο τον ρόλο του συμβιβαστή ή συμφιλιωτή, αφού ο βασικός σκοπός τους ήτο να ικανοποιήσουν κατά κάποιο τρόπο όλες τις κοινωνικές τάξεις, καταπραΰνοντας τις έντονες διαμάχες μεταξύ των αντιμαχόμενων πολιτικών μερίδων, αλλά και των ίδιων των κοινωνικών τάξεων.
Ενισχυμένοι με ευρύτατες νομοθετικές, δικαστικές και εκτελεστικές εξουσίες, αλλά και με το πολίτευμα προσωρινά καταλυμένο, οι αισυμνήτες φαίνεται ότι αποτέλεσαν ένα μεταβατικό στάδιο για το πέρασμα των αρχαίων ελληνικών πόλεων-κρατών από τα τιμοκρατικά και ολιγαρχικά καθεστώτα, στην δημοκρατία (με εξαίρεση ίσως την πόλη-κράτος των Αθηνών όπου μετά την περίοδο της Αισυμνητείας Σόλωνος όπως θα δούμε, επικράτησε ο τύραννος Πεισίστρατος). Η εξουσία των Αισυμνητών ήταν προσωρινή και οι ίδιοι όφειλαν με το πέρας της θητείας τους να παραδώσουν τα ηνία της πόλης πίσω στους πολιτικούς, αλλά και να λογοδοτήσουν για τα πεπραγμένα της περιόδου διακυβέρνησής τους. Ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει στα «Πολιτικά» του την Αισυμνητεία ως «αιρετή τυραννίς», δηλαδή ως εκλεγμένη τυραννίδα προκειμένου να καταδείξει την αντικρουόμενη και ετερόκλητη φύση του θεσμού αυτού.
Εδώ εφιστώ την προσοχή του αναγνώστη στο εξής. Όταν μιλάμε για Αισυμνητεία δεν θα έπρεπε κανονικά να την συγχέουμε με την πραγματική Τυραννίδα και αυτό γιατί σε αντίθεση με τον τυπικό τύραννο ή δικτάτορα, ο οποίος αρπάζει την εξουσία με τη χρήση βίας και πραξικοπηματικά λαμβάνει τα ηνία του κράτους δίχως καμία νομιμότητα και μετέπειτα νομιμοποίηση από το λαό που κυβερνά, ο Αισυμνήτης εκλέγεται από τον λαό αποκτώντας άμεσα μια νομιμοποιητική βάση για την περίοδο της διακυβέρνησής του.
Από τα πιο τρανά παραδείγματα Αισυμνητών στην αρχαία Ελλάδα, ο ποιητής και νομοθέτης Σόλωνας (και ένας από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας), κατόπιν της καθολικής του αναγνώρισης από τους Αθηναίους λόγω των «ελεγειών» του, δηλαδή ποιημάτων του μέσω των οποίων πρότεινε πολιτικές λύσεις για τα πολιτικά προβλήματα της Αθήνας, εκλέγεται από τους Αθηναίους (και όχι από τον Άρειο Πάγο όπως συνηθιζόταν) ως άρχων ή αισυμνήτης της πόλης το 594 π.Χ., επωμιζόμενος το δύσκολο έργο του να κωδικοποιήσει νέους νόμους για την πολιτεία, βγάζοντάς την από το πολιτικό και κοινωνικό αδιέξοδο.
Ένας από τους βασικότερους και ίσως καθοριστικότερους νόμους του ήταν να παραγράψει όλα τα χρέη των αγροτών και μικροκαλλιεργητών, χρέη για τα οποία οι τελευταίοι είχαν εξαναγκαστεί να γίνουν δούλοι των δανειστών τους, προκειμένου να μπορέσουν να ξεπληρώσουν. Η «Σεισάχθεια» του Σόλωνα (από το σείω + άχθος, δηλαδή αφαιρώ το βάρος), ανακούφισε αισθητά τα κατώτερα λαϊκά στρώματα της Αθήνας, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να είναι πλέον σε θέση να έχουν ένα «Χ» παραγωγικό πλεόνασμα, μέσω του οποίου θα μπορούσαν να παράξουν πλούτο τόσο για τον εαυτό τους όσο και για την οικονομικά πενιχρή πολιτεία.
Παράλληλα, ο Σόλωνας χώρισε την Αθήνα σε τέσσερις κοινωνικές τάξεις ανάλογα με το εισόδημα των πολιτών της καθεμιάς, τοποθετώντας τους πεντακοσιομέδιμνους στην κορυφή (μέλη της οποίας πλέον δεν ήταν μόνο οι Αριστοκράτες, αλλά κάθε πολίτης που είχε την δυνατότητα να παράγει εισόδημα ίσο ή μεγαλύτερο των 500 μεδίμνων, δίνοντας έτσι μία ώθηση στην ολοένα και ανερχόμενη αστική τάξη ή τάξη των εμπόρων), στους ιππείς (συντηρούσαν ένα άλογο και ιππέα και παρήγαγαν 300-500 μεδίμνους), τους ζευγίται (το βαρύ πεζικό της πόλης, παρήγαγε 200-300 μεδίμνους ετησίως) και τους θήται (οι απλοί Αθηναίοι πολίτες που ζούσαν από την καλλιέργεια του κτήματός τους και παρήγαγαν 200 ή λιγότερους μεδίμνους το χρόνο).
Παρόλο που ενίσχυσε τον τιμοκρατικό χαρακτήρα της Αθήνας, ο Σόλωνας έλαβε μέτρα και για την κατά κάποιο τρόπο «πρώιμη εκδημοκρατικοποίηση» της Αθήνας, δημιουργώντας το δικαστήριο της Ηλιαίας, στο οποίο δικαστικό σώμα πλέον μπορούσαν ως ένορκοι να διορίζονται και απλοί πολίτες, αλλά ακόμη και να ασκούν οι περισσότεροι Αθηναίοι έφεση ή «βέτο» στις αποφάσεις των αριστοκρατών αρχόντων του Αρείου Πάγου. Με την λίστα των μέτρων να είναι σαφώς αρκετά μεγαλύτερη, οι μετριοπαθείς μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα έλαβαν ισχύ για δέκα χρόνια (594-584 π.Χ.), κατά την διάρκεια των οποίων καταγράφηκαν πάνω σε ξύλινες πλάκες, οι οποίες τοποθετήθηκαν στο πρυτανείο της πόλης. Οι νόμοι του Σόλωνα, αν και εν τέλει ανεπαρκείς ως προς το να κατευνάσουν τις πολιτικές και κοινωνικές διαμάχες, αποτέλεσαν σημείο τομή για την εξέλιξη της πόλης-κράτους των Αθηνών, αποτελώντας τη βάση για την πιο προοδευτική μεταρρύθμιση του Κλεισθένη το 507 π.Χ., η οποία εισήγαγε την άμεση και κλασική αθηναϊκή δημοκρατία, όπως την ξέρουμε και την αγαπάμε.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Συλλογικό Έργο (2010), The History Book, London: DK Children
- Ekivolos.gr, Οι Αισυμνήτες. Διαθέσιμο εδώ
- Historical-quest.com, Σόλων ο Αθηναίος – ο μετριοπαθής μεταρρυθμιστής. Διαθέσιμο εδώ
- elzoni.gr, Αισυμνήτες: Οι σωτήρες της Δημοκρατίας κατά την αρχαιότητα. Διαθέσιμο εδώ