Του Βασίλη Καρατσιώλη,
Με την αρχή του Κριμαϊκού Πολέμου μεταξύ των Ρώσων και της τουρκο–αγγλο–γαλλικής συμμαχίας, οι πολεμικές συρράξεις πρώτα έλαβαν μέρος στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, στη σημερινή Μολδαβία και τη Ρουμανία, και έμελλαν να ξεκινήσουν και στον Καύκασο για ακόμη μια φορά. Η σύρραξη αυτή που κατά πολλούς ιστορικούς θεωρείται ο πρώτος μοντέρνος πόλεμος, λόγω των τεχνολογικών καινοτομιών που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτόν, δεν έμελλε να διεξαχθεί μόνο στα γνωστά τότε μέτωπα των ρωσοτουρκικών πολέμων, αλλά οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι αποφάσισαν να φέρουν τον πόλεμο στη Ρωσία με την απόβαση στην Κριμαία και την κατάληψη της Σεβαστούπολης, το λιμάνι του νικηφόρου στόλου της Μαύρης θάλασσας που κατέσφαξε τον αντίστοιχο τουρκικό στη ναυμαχία της Σινώπης .
Η μεταφορά του πολέμου στη Μαύρη Θάλασσα αποσκοπούσε στο θαλάσσιο μποϊκοτάζ της Ρωσίας, η οικονομία της οποίας βασιζόταν στην εξαγωγή σιταριού και άλλων αγαθών στις ευρωπαϊκές αγορές. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω του κλεισίματος των στενών στα Δαρδανέλια, αλλά και των επιδρομών στη Βαλτική και Λευκή θάλασσα που εξανάγκαζε τους Ρώσους να έχουν εκατοντάδες χιλιάδες στρατεύματα κοντά στην πρωτεύουσα.
Τη δεκαετία του 1850, η ατμοκίνηση ήταν ακόμη καινούρια. Κανένα έθνος, ούτε καν η Μεγάλη Βρετανία, δεν είχε ακόμη δημιουργήσει παγκόσμιες αλυσίδες σταθμών τροφοδοσίας. Ιδιαίτερα στον απομακρυσμένο βόρειο Ειρηνικό εξακολουθούσαν να βασίζονται σε ιστιοφόρα πολεμικά πλοία. Οι μοίρες ήταν μικρές και τα πλοία, γενικά, παλιότερων τύπων. Η βρετανική μοίρα διέθετε πέντε τέτοια πλοία. Το Pique, το νεότερο από τα ιστιοφόρα, είχε καθελκυστεί το 1834. Η ναυαρχίδα President, που καθελκύστηκε το 1829, ήταν αντίγραφο του αμερικανικής κατασκευής President με 44 πυροβόλα, το οποίο είχε καταληφθεί από τους Βρετανούς το 1815. Δύο άλλα πλοία, η Amphitrite και το Trincomalee, ολοκληρώθηκαν το 1816 και το 1817, αντίστοιχα. Η Amphitrite και το Trincomalee ήταν και τα δύο φρεγάτες κλάσης Leda, ένα σχέδιο που χρονολογείται από το 1794. Το μοναδικό αγγλικό ατμόπλοιο, το Virago, ήταν ένα κωπήλατο πλοίο με έξι κανόνια. Το πλοίο καθελκύστηκε το 1842, αξιολογήθηκε ως πρώτης κατηγορίας sloop και είχε μεγαλύτερη χωρητικότητα από το Pique των 40 πυροβόλων. Βασισμένο στο σχέδιο του HMS Gorgon, το Virago ήταν ένα από τα 18 κωπηλατικά ατμόπλοια που κατασκευάστηκαν για το Βασιλικό Ναυτικό. Ήταν το μοναδικό σύγχρονο πολεμικό πλοίο στην ακόλουθη μάχη. Διοικητής της αγγλικής δύναμης ήταν ο αντιναύαρχος David Price, 64 ετών, ο οποίος προερχόταν από την ίδια εποχή με τα περισσότερα πλοία του.
Η γαλλική δύναμη ήταν σε λίγο καλύτερη κατάσταση. Αποτελούνταν από τέσσερα πλοία, τα Forte, Eurydice, Artémise και Obligado. Αν και τα σχέδιά τους ήταν μεταγενέστερα της ναπολεόντειας εποχής, εξακολουθούσαν να είναι παραδοσιακά ξύλινα πολεμικά πλοία, ιστιοφόρα με λείο πυροβόλο. Ο διοικητής τους, υποναύαρχος Auguste Febvrier–Despointes, είχε μεγαλύτερη εμπειρία στη ναυσιπλοΐα από τον Price, συμπεριλαμβανομένου χρόνου στον Ειρηνικό.
Οι συμμαχικές δυνάμεις επισκίασαν τον αντίπαλό τους. Οι Ρώσοι διέθεταν μόλις τρία πολεμικά πλοία στον Ειρηνικό, όλα ιστιοφόρα: τις φρεγάτες Pallas και Aurora και το μεταγωγικό Dwina. Κατά το ξέσπασμα του πολέμου, το Pallas και το Dwina βρίσκονταν στη Σιβηρία, ενώ το Aurora βρισκόταν καθ’ οδόν προς την πατρίδα του από το Callao του Περού. Οι ρωσικές χερσαίες δυνάμεις ήταν προσεκτικά κατανεμημένες σε μικρές φρουρές κατά μήκος μιας ακτογραμμής που εκτεινόταν στον μισό Ειρηνικό, από το Βλαδιβοστόκ στη Σιβηρία έως το Wrangel στην Αλάσκα.
Ο υποναύαρχος Ευφίμιι Βασίλιεβιτς Πουτιάτιν ήταν ένας δραστήριος ηγέτης. Συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να επιτεθεί με τις δυνάμεις που διοικούσε και ότι –ακόμη χειρότερα– δεν μπορούσε να περιμένει ενισχύσεις από τον Τσάρο. Κατά συνέπεια, επέλεξε να φυλάξει τις θέσεις εκείνες που θεωρούσε ότι θα δέχονταν επίθεση από τους εχθρούς του. Έστειλε το Παλλάς μακριά στον ποταμό Αμούρ, χρησιμοποιώντας τα όπλα και το πλήρωμά του για να συμπληρώσει τις φρουρές εκεί. Αποφάσισε, επίσης, να κρατήσει το Πετροπαβλόφσκ, ένα φυλάκιο στη χερσόνησο Καμτσάτκα. Για να το ενισχύσει, έστειλε το Dwina με 350 στρατιώτες από ένα τάγμα γραμμής της Σιβηρίας, δύο όλμους των 68 λιβρών και 14 μακρύκαννα πυροβόλα των 36 λιβρών. Σε σύγκριση με τους πόρους των αντιπάλων του, ήταν μια αξιοθρήνητα μικρή δύναμη, αλλά αντιπροσώπευε ένα σημαντικό κλάσμα των συνολικών αποθεμάτων του Πουτιάνιν.
Το Πετροπαβλόφσκ ιδρύθηκε από τον Ρώσο εξερευνητή Βίτους Μπέρινγκ το 1740. Το λιμάνι πήρε το όνομά του από τους Αγίους Πέτρο (Petro) και Παύλο (Pavlo), τα ονόματα των δύο μεγαλύτερων πλοίων της τελευταίας αποστολής του Μπέρινγκ. Απομονωμένο από την ασιατική ενδοχώρα από τα βουνά που σχηματίζουν τη χερσόνησο της Καμτσάτκα, το έρημο λιμάνι μπορούσε να προσεγγιστεί μόνο δια θαλάσσης. Ωστόσο, το Πετροπαβλόφσκ διέθετε ένα εξαιρετικό λιμάνι και τα ίδια βουνά που εμπόδιζαν τα χερσαία ταξίδια προστάτευαν την πόλη από τις χειρότερες καιρικές συνθήκες του υπαρκτικού χειμώνα. Στα μισά του δρόμου, μεταξύ του Βλαδιβοστόκ και των ρωσικών λιμανιών της Αλάσκας, το Πετροπαβλόφσκ ήταν ο μοναδικός σταθμός που συνέδεε τις ασιατικές και αμερικανικές κτήσεις της Ρωσίας.
Παρόλο που η ανάπτυξη της πόλης ήταν αργή στις αρχές της, στα μέσα του 19ου αιώνα η σημασία του λιμανιού είχε αυξηθεί, αντανακλώντας το αυξημένο ενδιαφέρον της Ρωσίας τόσο για τη Σιβηρία όσο και για την Αλάσκα. Το 1849, η ρωσική κυβέρνηση αποφάσισε να αναπτύξει το Πετροπαβλόφσκ ως ναυτική βάση και να καταστήσει την πόλη το σημαντικότερο λιμάνι της ασιατικής ακτής της. Εκείνη τη χρονιά κατασκευάστηκε ένας φάρος στην είσοδο του κόλπου Αβατσίνσκαγια. Τον Φεβρουάριο του 1850 διορίστηκε νέος κυβερνήτης, ο συνταγματάρχης Βασίλι Σ. Ζαβόικο, ένας άλλος δραστήριος ηγέτης. Ο Ζαβόικο ξεκίνησε ένα μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα, κατασκευάζοντας μια προβλήτα, ένα ναυπηγείο, ένα χυτήριο και νέους στρατώνες. Αυτές οι εγκαταστάσεις και οι δυνατότητες που παρείχαν στο ρωσικό ναυτικό στον δυτικό Ειρηνικό έκαναν την πόλη προφανή στόχο, όταν η Ρωσία βρέθηκε σε πόλεμο με τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία την άνοιξη του 1854.
Η τύχη ευνόησε τους υπερασπιστές του Πετροπαβλόφσκ και ήρθε στα τέλη Ιουνίου. Η Aurora γλίστρησε ανενόχλητη στο λιμάνι. Είχε αναχωρήσει από το Callao το βράδυ της 24ης και 25ης Απριλίου, απέφυγε τα γαλλικά και βρετανικά πλοία που το κυνηγούσαν και διέσχισε όλη την έκταση του Ειρηνικού σε λιγότερο από δύο μήνες, παρόλο που μεγάλο μέρος του πληρώματός του έπασχε από σκορβούτο.
Στις 5 Αυγούστου, η Dwina έφτασε στο Πετροπαβλόφσκ με τους στρατιώτες και τα πυροβόλα της. Αυτές οι ενισχύσεις έδωσαν στον Ζαβόικο μια φρουρά 988 ανδρών με την οποία μπορούσε να υπερασπιστεί την απομονωμένη διοίκησή του. Από αυτούς, οι 350 ήταν ναύτες και οι 54 ήταν ντόπιοι εθελοντές. Οι ντόπιοι, σκληροτράχηλοι κυνηγοί και παγιδευτές, ήταν όλοι τους άριστοι σκοπευτές και θα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στις επόμενες επιχειρήσεις.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Warfare History Network, Petropavlovsk: The Crimean War’s Forgotten Battle, Διαθέσιμο εδώ
- Andrew C. Rath (2015), The Crimean War in Imperial Context, 1854-1856, London: PALGRAVE MACMILLAN
- Yevgeny Tarle (1954), The Crimean War
- Clive Ponting (2004), The Crimean War: The Truth Behind the Myth, U.K.: Random House