Της Νικολέττας Παπαθανασίου,
Αδιαφιλονίκητα, η ανακάλυψη, η παραγωγή και η διάθεση των ποικίλων εμβολιαστικών παρασκευασμάτων έχουν επιτύχει την άμβλυνση και τον αφανισμό μιας πληθώρας λοιμωδών νοσημάτων. Ένα από αυτά, που ταλάνισε ιδιαίτερα την ηλικιακή ομάδα των παιδιών τον προηγούμενο αιώνα, είναι η διφθερίτιδα. Στη χώρα μας, η διφθερίτιδα επανήλθε στο προσκήνιο το 2019, όταν ένα οκτάχρονο αγοράκι, προσβεβλημένο από διφθερίτιδα, εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), καταλήγοντας λίγες ημέρες αργότερα, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού. Προτού, όμως, ο πανικός αρχίσει να μας καταβάλλει, σκόπιμο κρίνεται να πραγματευτούμε τις σημαντικότερες πτυχές της νόσου.
Καταρχάς, η διφθερίτιδα χαρακτηρίζεται ως μια λοιμώδης νόσος που οφείλεται σε τοξινογόνα στελέχη του κορυνοβακτηριδίου της διφθερίτιδας (Corynebacterium diphtheria- C. diphtheria), ενός μη κινητού, μη σπορογόνου Gram + βακτηριδίου. Ειδικότερα, η εκδήλωση της νόσου παρουσιάζει άμεση συσχέτιση με την τοξίνη που παράγουν τα συγκεκριμένα βακτήρια. Μη τοξινογόνα στελέχη του κορυνοβακτηριδίου της διφθερίτιδας, δηλαδή στελέχη που δεν παράγουν την προκειμένη τοξίνη, δεν είναι ικανά να προκαλέσουν τη νόσο στον άνθρωπο, ακόμα και αν ο ίδιος μολυνθεί με αυτά. Στον πληθυσμό, η διφθερίτιδα διατηρείται μέσω της ασυμπτωματικής φορείας των άνοσων ανθρώπων.
Η διφθερίτιδα συνιστά μια εξαιρετικά μεταδοτική ασθένεια. Τους κυριότερους τρόπους μετάδοσης συνιστούν τα σταγονίδια που προέρχονται από τον βήχα και το φτάρνισμα, καθώς και η επαφή με μολυσμένα αντικείμενα. Η περίοδος επώασης, δηλαδή η χρονική περίοδος που παρεμβάλλεται μεταξύ της στιγμής της μόλυνσης και της εμφάνισης συμπτωμάτων, είναι 2-10 ημέρες.
Αναφορικά με τα συμπτώματα, όπως προαναφέρθηκε, η κλινική εικόνα της νόσου αποδίδεται αποκλειστικά στην παραγόμενη τοξίνη και τις ιδιότητές της. Συγκεκριμένα, η τοξίνη της διφθερίτιδας είναι μια πρωτεΐνη που εισέρχεται στα κύτταρά μας και αναχαιτίζει την πρωτεϊνοσύνθεση, οδηγώντας το κύτταρο προς τον κυτταρικό θάνατο. Ανάλογα με τη θέση της λοίμωξης, η διφθερίτιδα διακρίνεται σε αναπνευστική και δερματική μορφή.
Στην αναπνευστική μορφή, το βακτήριο αποικίζει τα επιθηλιακά κύτταρα του φάρυγγα. Για τον λόγο αυτό, παρουσιάζονται μη ειδικά συμπτώματα όπως φαρυγγίτιδα, τραχηλική αδενίτιδα, κακουχία και πυρετός. Χαρακτηριστικό αυτής είναι η παρουσία μιας ψευδομεμβράνης στον φάρυγγα, η οποία αποτελείται από βακτήρια, κύτταρα του ανοσοποιητικού και νεκρά κύτταρα και η οποία δύναται να οδηγήσει σε απόφραξη. Στη δερματική μορφή, το βακτήριο ουσιαστικά έχει αποικίσει το δέρμα και η λοίμωξη εκδηλώνεται με τον σχηματισμό ενός έλκους που συχνά καλύπτεται από μια γκρι μεμβράνη.
Δυστυχώς, φαίνεται πως η διφθερίτιδα δεν περιορίζεται μόνο στη λοίμωξη του δέρματος και του αναπνευστικού συστήματος. Αν δεν εξαχθεί γρήγορα η διάγνωση, έτσι ώστε να εφαρμοστεί έγκαιρα η κατάλληλη θεραπεία, η τοξίνη της διφθερίτιδας θα εισέλθει στη συστηματική κυκλοφορία, με μια πληθώρα επιπλοκών να παραμονεύει. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τις επιπλοκές που αφορούν την καρδιακή και τη νευρική λειτουργία, όπου ελλοχεύει ο κίνδυνος να προκύψει καρδιακή ανεπάρκεια και τοξική περιφερική νευροπάθεια αντίστοιχα. Μάλιστα, αναφορικά με τη νευρική λειτουργία, είναι πιθανόν να παραλύσουν οι μύες της αναπνοής, με συνέπεια να χρειάζεται να προβούμε σε μηχανική υποστήριξη της αναπνευστικής λειτουργίας.
Σχετικά με τη θεραπεία, εφαρμόζεται συγκεκριμένο σχήμα αντιβιοτικής αγωγής, το οποίο αποτελείται από πενικιλίνη και ερυθρομυκίνη (σε περίπτωση αλλεργίας στην πενικιλίνη). Ακόμα, απαιτείται η έγκαιρη χορήγηση της διφθεριτικής αντιτοξίνης. Πρόκειται ουσιαστικά για αντισώματα κατά της τοξίνης της διφθερίτιδας, τα οποία ενίενται στον ασθενή για την εξουδετέρωση του λοιμογόνου αυτού παράγοντα.
Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε στον πρόλογο του άρθρου, η διφθερίτιδα αποτελεί μια νόσο «ξεχασμένη» χάρη στην ανακάλυψη του εμβολίου. Σπανίως στον αναπτυγμένο κόσμο εφαρμόζονται θεραπευτικά σχήματα για αυτήν, εφόσον δεν απαντώνται κρούσματα. Μάλιστα, στη χώρα μας το εμβόλιο ενάντια στη διφθερίτιδα διατίθεται ως ένα τριδύναμο εμβολιαστικό παρασκεύασμα (DTaP), το οποίο συνδυάζει την παροχή προστασίας απέναντι σε 3 νόσους: τον τέτανο, τη διφθερίτιδα και τον κοκκύτη. Η χορήγησή του ξεκινά τον δεύτερο μήνα ζωής του βρέφους, με πολλές επαναληπτικές και αναμνηστικές δόσεις να έπονται.
Τελικά, λαμβάνοντας υπόψη τις προαναφερθείσες πληροφορίες, χρειάζεται τόσο η επιστημονική κοινότητα όσο και ο απλός πολίτης να θορυβηθούν από την είδηση του μεμονωμένου θανάτου ενός μικρού παιδιού από τη νόσο στη χώρα μας; Οι επιστήμονες προβάλλονται καθησυχαστικοί. Δεδομένης της αποτελεσματικότητας του ισχυρότερου όπλου που έχουμε στη φαρέτρα μας –του εμβολίου– και δεδομένου του γεγονότος πως παραμένει ασαφές το αν το παιδί ολοκλήρωσε τις απαιτούμενες δόσεις του εμβολίου, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Διφθερίτιδα: Ποια είναι η «εξαφανισμένη» ασθένεια από την οποία πέθανε ο 8χρονος, protothema.gr. Διαθέσιμο εδώ
- Diphtheria, betterhealth.vic.gov.au. Διαθέσιμο εδώ
- Diphtheria, mayoclinic.org. Διαθέσιμο εδώ