Της Χρυσοβαλάντου Μανουσαρίδου,
Στην αθηναϊκή κοινωνία της κλασικής εποχής, η θέση των παιδιών ήταν πολύ διαφορετική σε σχέση με σήμερα. Όλη αυτή η αγάπη, η προσοχή και το ενδιαφέρον που δείχνουν οι σημερινοί γονείς στα παιδιά τους είναι απόρροια μιας εντελώς διαφορετικής κουλτούρας και νοοτροπίας, που δίνει στο παιδί μεγαλύτερη σημασία. Στην αρχαιότητα, τα παιδιά αποτελούσαν μία αναγκαία προϋπόθεση για έναν επιτυχημένο γάμο, η σχέση τους όμως με τους γονείς και η αντιμετώπισή τους από αυτούς διαφέρουν κατηγορηματικά από αυτή του σύγχρονου κόσμου.
Ας δούμε τη σημασία της απόκτησης παιδιών για την αθηναϊκή κοινωνία. Η ευγονία ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να μην διαλύσει ένας σύζυγος τον γάμο του. Αν η γυναίκα δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει -διότι φυσικά πίστευαν πως η γυναίκα ήταν στείρα και δεν απέδιδαν ποτέ το πρόβλημα της ατεκνίας στον άνδρα-, τότε εκείνος είχε κάθε δικαίωμα να τη διώξει από το σπίτι και να παντρευτεί μια άλλη γυναίκα με σκοπό την εξασφάλιση τέκνων. Ακόμη και αν η σύζυγος μπορούσε να προσφέρει παιδιά στον οίκο, η απόκτηση αρσενικών τέκνων ήταν πιο σημαντική από αυτή των θηλυκών. Τα παιδιά επρόκειτο να γηροκομήσουν τους γονείς, να φροντίσουν για τις ανάγκες τους και τέλος να τους θάψουν σύμφωνα με τα παραδοσιακά λατρευτικά έθιμα, καθώς και να συνεχίσουν μετά τον θάνατο των γονιών το όνομα της οικογένειας και την οικογενειακή λατρεία.
Τα παιδιά μαζί με τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους αποτελούσαν το 1/3 του «άχρηστου» πληθυσμού. Ουσιαστικά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είχαν καμία απολύτως αξία, αλλά σίγουρα δεν θεωρούνταν το ίδιο σημαντικά με τους ενήλικους Αθηναίους πολίτες. Η κατωτερότητά τους έγκειται στη σωματική τους αδυναμία, την ηθική αδεξιότητα και την πνευματική ανικανότητα. Ο Αριστοτέλης τόνιζε πως τα παιδιά δεν θεωρούνται ολοκληρωμένοι άνθρωποι. Έχουν μεν ελεύθερη βούληση αλλά όχι προαίρεση, συνεπώς δεν μπορούν να είναι αληθινά χαρούμενα ή ηθικά. Ο Πλάτων συμπληρώνει, αναφέροντας πως τα παιδιά γνωρίζουν ελάχιστα πράγματα, ότι μπορούν να καταλάβουν μόνο τα πιο απλοϊκά λόγια, είναι εύπιστα και μιλάνε χωρίς κανένα νόημα.
Η ανατροφή τους ήταν αποκλειστικό μέλημα της μητέρας και της τροφού (εάν υπήρχε οικονομική δυνατότητα να προσληφθεί). Οι άνδρες είχαν πολλές υποχρεώσεις εκτός σπιτιού, οπότε η ενασχόληση με τα παιδιά ήταν σπάνιο φαινόμενο. Η μητέρα φρόντιζε για όλες τις ανάγκες του νοικοκυριού και φυσικά των παιδιών. Στην προσχολική ακόμη ηλικία τους μαθαίνει τραγούδια (νανουρίσματα κυρίως) και κάποιους μύθους του Αισώπου.
Την περαιτέρω διδασκαλία φυσικά αναλαμβάνει ο παιδαγωγός. Η διδασκαλία βέβαια αφορούσε αποκλειστικά τα αγόρια, καθώς τα κορίτσια δεν μορφώνονταν (ενίοτε μάθαιναν από τον παιδαγωγό ή τη μητέρα τα βασικά: γραφή και ανάγνωση). Η ζωή τους περιοριζόταν στο σπίτι, όπου μάθαιναν από τη μητέρα πώς να φροντίζουν το νοικοκυριό, πώς να υφαίνουν, να μεγαλώνουν τα μικρότερα αδέρφια τους. Η συναναστροφή με αγόρια ήταν αδύνατη και απαγορευμένη. Μπορούσαν να βγαίνουν έξω και να συναναστρέφονται με άλλους ανθρώπους, κυρίως συμμετέχοντας σε θρησκευτικές εορτές.
Η ζωή των αγοριών ήταν σαφώς διαφορετική και περισσότερο δραστήρια. Η διαπαιδαγώγησή τους ξεκινούσε από την ηλικία των 7 ετών, όταν ο παιδαγωγός συνόδευε το παιδί στο σχολείο όπου το αναλάμβανε ο εκάστοτε δάσκαλος. Τα σχολεία δεν ήταν δημόσια, επομένως μόρφωση λάμβαναν μόνο τα παιδιά των εύπορων οικογενειών. Τις αποφάσεις για τα μαθήματα που θα έκανε ένα παιδί έπαιρνε ο πατέρας και η φοίτηση διαρκούσε μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας του. Από εκεί και πέρα, το ίδιο το παιδί όριζε τι θα κάνει με τη ζωή του.
Δεν μιλήσαμε, όμως, καθόλου για τη διαπαιδαγώγηση των άτακτων παιδιών. Φυσικά, όλα τα παιδιά δεν είναι ήσυχα και φρόνημα. Πολλά είναι ανυπάκουα και δύσκολα στον χειρισμό. Είναι γνωστό ότι στη νηπιακή ηλικία οι μητέρες φρόντιζαν να «φοβίζουν» τα παιδιά με διάφορες ιστορίες με «μπαμπούλες», όπως ο λύκος από τους μύθους του Αισώπου. Αργότερα, οι παραβάσεις και η ανυπακοή τιμωρούνταν με ξυλιές και διάφορες μορφές βίας. Σε αγγεία παριστάνονται εικόνες όπου μητέρες χτυπούν τα παιδιά με τα σανδάλια τους. Η χρήση βίας φαίνεται πως ήταν δημοφιλής τρόπος επιβολής των γονιών και πειθαρχίας των παιδιών.
Συνοψίζοντας, έγινε φανερό πως οι αρχαίες αντιλήψεις σχετικά με την αντιμετώπιση και διαπαιδαγώγηση των παιδιών πόρρω απέχουν από τις σημερινές. Ωστόσο, η παλαιότερη άποψη ότι οι συναισθηματικές σχέσεις γονιού-παιδιού ήταν επιφανειακές έχει τεθεί υπό σοβαρή αμφισβήτηση. Είναι φανερό πως οι γονείς απέφευγαν τις εκδηλώσεις λατρείας προς τα παιδιά τους, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως δεν υπήρχε αγάπη ή προσφορά στα παιδιά. Ο ορισμός, όμως, της αγάπης τους ήταν πολύ διαφορετικός από αυτόν που έχουμε στο μυαλό μας σήμερα και δε μπορούμε να τον κρίνουμε σύμφωνα με τις δικές μας προσλαμβάνουσες. Η συμπεριφορά προς τα παιδιά ήταν διαφορετική, όπως και η κοινωνία ήταν διαφορετική. Δεν μπορούμε να έχουμε ως μέτρο σύγκρισης τη δική μας κοινωνία, αλλά μια εντελώς ξεχωριστή κοινωνία του 4ου αιώνα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Fraceliere, Robert (1990), Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των αρχαίων Ελλήνων, Αθήνα: Εκδόσεις Δημ. Παπαδήμα
- Μανακίδου, Ελένη και Φλώρα (2016), Εν οίκω και εν δήμω, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Συγγράμματα και Βοηθήματα