Της Ταξιαρχίας Κοζπή,
Όλα ξεκίνησαν το 1912, όταν ο Άγγλος νευρολόγος Samuel Alexander Kinnier Wilson περιέγραψε για πρώτη φορά μία σπάνια κληρονομική νόσο, την ηπατοφακοειδή εκφύλιση (πρωταρχική ονομασία) ή νόσο Wilson (πλέον διαδεδομένη ονομασία). Η συγκεκριμένη νόσος αφορά μία γενετική πάθηση, η οποία χαρακτηρίζεται από την αναποτελεσματικότητα του οργανισμού να αποβάλει τον χαλκό, με συνέπεια την προοδευτική συσσώρευσή του στους ιστούς. Η εναπόθεση χαλκού είναι δυνατό να δράσει τοξικά σε πολλά όργανα, κυρίως όμως επηρεάζει το ήπαρ (συκώτι) και το νευρικό σύστημα του ασθενούς.
Η νόσος Wilson ηλικιακά εμφανίζεται ως επί το πλείστον σε άτομα κάτω των 40 ετών, ενώ η κλινική εικόνα ποικίλλει σε σημαντικό βαθμό. Έρευνες δείχνουν ότι σε παιδιά και εφήβους εκδηλώνεται συχνότερα ως ηπατική δυσλειτουργία, ενώ σε ενήλικους επηρεάζεται το νευρικό σύστημα με αποτέλεσμα την εμφάνιση νευρολογικών και ψυχιατρικών συμπτωμάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντικά ευρήματα έχουν αποδείξει την προσβολή των οφθαλμών, των αρθρώσεων, των οστών, των νεφρών, καθώς και του μυοκαρδίου.
Πώς κληρονομείται η νόσος Wilson;
Η νόσος Wilson υπάγεται στις γενετικές παθήσεις που κληρονομούνται με αυτοσωμικό υπολειπόμενο χαρακτήρα. Στην κλασική αυτοσωμική υπολειπόμενη κληρονομικότητα, κάθε γονέας έχει ένα φυσιολογικό και ένα παθολογικό γονίδιο για κάθε γενετική θέση. Η ύπαρξη ενός παθολογικού και μόνο γονιδίου δεν είναι αρκετή προκειμένου να εμφανιστεί η νόσος και κατά αυτόν τον τρόπο, οι γονείς ονομάζονται φορείς της νόσου. Κάθε απόγονος έχει 50% πιθανότητα να κληρονομήσει το ένα μόνο παθολογικό γονίδιο και να είναι και αυτός φορέας και να μη νοσεί, όπως οι γονείς του. Ωστόσο, έχει και 25% πιθανότητα να μην κληρονομήσει κανένα παθολογικό γονίδιο και να είναι απολύτως υγιής, αλλά και 25% πιθανότητα να κληρονομήσει από κάθε γονέα του από ένα παθολογικό γονίδιο και να έχει στο σύνολο δύο παθολογικά γονίδια, έναντι του ενός που είχε ο κάθε γονέας του. Σε αυτήν την τελευταία περίπτωση, το άτομο νοσεί. Τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία συλλέγονται, αν λάβουμε κάθε κύηση ως ανεξάρτητο και ξεχωριστό γεγονός.
Το γονίδιο που ευθύνεται για τη νόσο ονοματίζεται ATP7B. Το ATP7B γονίδιο κωδικοποιεί φυσιολογικά μία πρωτεΐνη, υπεύθυνη για τη μεταφορά και την απέκκριση του χαλκού από τα ηπατικά κύτταρα στη χολή κι έπειτα στα χοληφόρα, από όπου αυτός αποβάλλεται τελικά από τον οργανισμό μας. Στη νόσο Wilson, υπό το πρίσμα των μεταλλάξεων, οδηγούμαστε στην απώλεια λειτουργικότητας της ATP7B. Ως απότοκο της παραπάνω κατάστασης, ο χαλκός συσσωρεύεται σταδιακά στο ήπαρ και όταν ξεπεραστούν οι αποθηκευτικές του ικανότητες, ο χαλκός αρχίζει να απελευθερώνεται στην κυκλοφορία του αίματος και να προσβάλλει και άλλους ιστούς.
Οι κλινικές εκδηλώσεις συνιστούν ένα πολυσχιδές φαινόμενο. Η ετερογένεια των συμπτωμάτων είναι φυσιολογικό να υπάρχει, ακόμα και σε άτομα της ίδιας οικογένειας. Εξαιτίας αυτής της ετερογένειας, οι πάσχοντες με νόσο Wilson είναι δυνατό να απευθύνονται, τουλάχιστον στα πρώιμα στάδια, σε διαφορετικές ιατρικές ειδικότητες για τα συμπτώματά τους. Ορισμένα συχνά εμφανιζόμενα συμπτώματα παρατίθενται παρακάτω:
Νευρολογικά συμπτώματα
- Δυστονία: Αφορά ανώμαλες θέσεις των μελών του σώματος και επαναλαμβανόμενους μυϊκούς σπασμούς. Σε περιπτώσεις που προσβάλλονται μύες του προσώπου, μπορεί να οδηγηθούμε στον χαρακτηριστικό «σαρδόνιο γέλωτα»
- Τρέμουλο: Κυρίως σε περιοχές των άνω άκρων
- Δυσαρθρία και κάποιες φορές δυσφαγία
- Παρκινσονισμός: Συμπτώματα ανάλογα της νόσου Parkinson, όπως μυϊκή δυσκαμψία και αργές κινήσεις
- Χορεία: Αφορά ταχύρρυθμες κινήσεις μικρής χρονικής διάρκειας που μπορούν να εμφανιστούν σε διάφορα μέρη του σώματος
- Διαταραχές στην ισορροπία και στη βάδιση του ασθενούς
- Ελάττωση της γνωστικής λειτουργίας.
Συμπεριφορικά και Ψυχιατρικά συμπτώματα
- Κατάθλιψη
- Επιδείνωση σχολικών επιδόσεων
- Ευερεθιστότητα ή επιθετικότητα
- Ψυχωτικές εκδηλώσεις, όπως εκδηλώσεις σχιζοφρένειας
- Αλλαγή της προσωπικότητας.
Συνειδητοποιεί κανείς ότι η εκδήλωση ψυχιατρικών ή νευρολογικών συμπτωμάτων υποδηλώνει ότι ο χαλκός έχει συσσωρευτεί στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, αφού προηγουμένως το ήπαρ έχει υπερβεί τις αποθηκευτικές του ικανότητες και ο χαλκός έχει εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος. Στα άτομα, λοιπόν, με νευροψυχιατρική συμπτωματολογία υπάρχει ήδη ηπατική βλάβη, ενώ στην πλειονότητα των περιπτώσεων, τα παραπάνω συμπτώματα συνυπάρχουν και με μία χαρακτηριστική οφθαλμολογική εκδήλωση που ονομάζεται δακτύλιος Kayser-Fleischer, η παρουσία του οποίου επιβεβαιώνει τη διάγνωση της ασθένειας.
Όσον αφορά τις ηπατικές και λοιπές εκδηλώσεις παρουσιάζονται τα εξής:
- Δακτύλιος Kayser-Fleischer στον κερατοειδή χιτώνα των ματιών
- Καταρράκτης με χαρακτηριστικό σχήμα ηλιοτροπίου
- Αναιμία
- Νεφρολογικές διαταραχές
- Διαταραχές στη λειτουργία του καρδιακού ρυθμού
- Οστεοπόρωση και αρθροπάθειες
- Μπλε απόχρωση νυχιών
- Διευρυμένο συκώτι και σπλήνας
- Εξανθήματα
- Χαμηλός αριθμός αιμοπεταλίων και λευκού αίματος.
Σοβαρές επιπλοκές της νόσου Wilson είναι η κίρρωση του ήπατος, η ηπατική ανεπάρκεια, ο καρκίνος του ήπατος, η νεφρική νόσος και τα νευρολογικά προβλήματα.
Το δίλημμα όσον αφορά τη διάγνωση έγκειται στο αν θα τεθούν υποψίες για αυτήν. Για παράδειγμα, άτομα νεαρής ηλικίας με ακατανόητες κινητικές διαταραχές, ειδικά όταν συνυπάρχουν με το φαινόμενο της δυσαρθρίας, θα πρέπει να εξετάζονται με το ενδεχόμενο πρώιμων σταδίων νόσου Wilson. Η εξακρίβωση και η έγκυρη διάγνωση επιτυγχάνονται μέσω ενός συνδυασμού εξετάσεων, όπως είναι:
- Μέτρηση επιπέδων χαλκού και μίας ειδικής πρωτεΐνης με το όνομα σερουλοπλασμίνη (στο αίμα)
- Οφθαλμολογικός έλεγχος για παρουσία χαρακτηριστικού δακτυλίου Kayser-Fleischer ή καταρράκτη
- Μέτρηση της ποσότητας χαλκού που περιέχεται σε ένα 24ωρο δείγμα ούρων
- Βιοψία ήπατος
- Μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου για την αναζήτηση αλλοιώσεων από τη συσσώρευση του χαλκού, ιδίως στα βασικά γάγγλια και τους θαλάμους
- Σε ορισμένες περιπτώσεις, γενετικός έλεγχος, ιδίως σε περιπτώσεις που η διάγνωση αμφισβητείται παρά τις υπόλοιπες εξετάσεις
- Ευρύτερος εργαστηριακός έλεγχος, όπως αιματολογικές εξετάσεις, ηπατικός, νεφρικός αλλά και καρδιολογικός έλεγχος.
Υπάρχει, άραγε, οριστική θεραπεία για την ασθένεια; Η θεραπεία έγκειται στην απομάκρυνση του χαλκού και στην αποτροπή της επανασυσσώρευσής του. Αυτό πετυχαίνεται με τη χορήγηση φαρμάκων. Η θεραπεία κρίνεται απαραίτητο να συνεχίζεται σε όλη τη ζωή του ατόμου, εκτός ορισμένων εξαιρέσεων (μεταμόσχευση ήπατος, όμως και σε αυτήν την περίπτωση ο ασθενής λαμβάνει φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό του σύστημα, προς αποφυγή απόρριψης του μοσχεύματος). Τα φάρμακα που λαμβάνει ο ασθενής που πάσχει από τη νόσο Wilson είναι η D-πενικιλλαμίνη και η τριεντίνη.
Εκτός από αυτές, είναι εφικτό να χρησιμοποιηθεί και ο ψευδάργυρος, κυρίως σε ασυμπτωματικά άτομα (πρόληψη νόσησης ή κατά τη μακροχρόνια συντήρηση μετά από χορήγηση D-πενικιλλαμίνης και τριεντίνης). Οι ασθενείς που λαμβάνουν τη θεραπευτική αυτή αγωγή οφείλουν να τίθενται κάτω από περιοδικό έλεγχο για την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και αν τελικά αποκρίνεται ο οργανισμός τους στη θεραπεία. Έλεγχος πραγματοποιείται, επίσης, και για την εμφάνιση πιθανών παρενεργειών. Αναμφίβολα, η βελτίωση δεν είναι εμφανής από τα αρχικά στάδια της θεραπείας, αλλά διαθέτει προοδευτικό χαρακτήρα.
Το εργαστήριο Ιατρικής Γενετικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών άρχισε τον μοριακό έλεγχο σε «ύποπτους» ασθενείς το 1997 και έκτοτε συντελεί την κεντρική βάση για τη συγκεκριμένη νόσο στην Ελλάδα, έχοντας ελέγξει το σύνολο των ασθενών. Επιδημιολογικά, σε παγκόσμιο επίπεδο η συχνότητα εμφάνισης της νόσου εκτιμάται σε 1 στις 30.000 γεννήσεις και η συχνότητα των φορέων 1 στους 90. Στην Ελλάδα, κάθε χρόνο οι νέοι ασθενείς κυμαίνονται από 1 έως 5. Αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι σε περιοχές όπως η ορεινή Κρήτη και η Κάλυμνος (κλειστή γονιδιακή δεξαμενή των νησιών, μικρός πληθυσμός), η συχνότητα παρουσιάζεται αυξημένη. Και το χάλκινο μετάλλιο απονέμεται στη νόσο Wilson.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Νόσος Wilson – Ηπατοφακοειδής εκφύλιση: Γενετική, πρόληψη, θεραπεία, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Διαθέσιμο εδώ
- Wilson’s disease, Patient Care & Health Information, Diseases & Conditions, Mayo Clinic. Διαθέσιμο εδώ