14.3 C
Athens
Σάββατο, 16 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΠαναγία Χαλκέων: Η κόκκινη εκκλησία της Θεσσαλονίκης

Παναγία Χαλκέων: Η κόκκινη εκκλησία της Θεσσαλονίκης


Της Άννας-Μαρίας Παρασκευοπούλου,

Η Παναγία των Χαλκέων είναι μία εκκλησία του 11ου αιώνα που βρίσκεται νότια της αρχαίας αγοράς της Θεσσαλονίκης, κοντά στο κέντρο της παλαιάς πόλης. Είναι ένα από τα 15 Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά Μνημεία της Θεσσαλονίκης που συμπεριλήφθηκαν στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1988.

Το βυζαντινό όνομα της Παναγίας Χαλκέων δεν είναι γνωστό. Το όνομα αυτό απηχεί την τουρκική ονομασία Kazancilar Camii, η οποία οφείλεται στην παρουσία εργαστηρίων χαλκωματάδων από τα βυζαντινά ακόμα χρόνια μέχρι σήμερα. Η βυζαντινή εκκλησία πιθανότατα ονομαζόταν Παναγία των Χαλκοπρατείων, όπως και ένα πολύ σημαντικό θεομητορικό προσκύνημα της Κωνσταντινούπολης.

Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή στο υπέρθυρο της δυτικής εισόδου, ο ναός κτίστηκε το 1028 από τον βασιλικό Πρωτοσπαθάριο Χριστόφορο, Κατεπάνω της Λαγουβαρδίας, και την οικογένειά του, σε μέρος που πριν ήταν «βέβηλο», δηλαδή σε τόπο στον οποίο προηγουμένως υπήρχε ειδωλολατρικός οίκος λατρείας. Σύμφωνα με την αρχαιολογική έρευνα, ο «ιερός χώρος» της αρχαίας Θεσσαλονίκης βρισκόταν βορειοδυτικά του βυζαντινού ναού. Στην περιοχή αυτή βρισκόταν πιθανότατα και το διοικητικό κέντρο, αν κρίνουμε από τα ευρήματα από τα μεγάλα δημόσια κτίρια και πιο πρόσφατα από τον αρχαιολογικό χώρο στην πλατεία Διοικητηρίου.

Κάτοψη του ναού. Πηγή εικόνας: archaiologia.gr

Ο ναός της Παναγίας των Χαλκέων είναι πλέον βυθισμένος κάτω από το επίπεδο της σύγχρονης πόλης, κυρίως ως αποτέλεσμα των επιχώσεων που συσσωρεύτηκαν μετά την πυρκαγιά του 1917. Ο ναός είναι εγγεγραμμένος τετρακιόνιος σταυροειδής μετά τρούλου. Ο διώροφος νάρθηκας καλύπτεται, επίσης, από δύο τρούλους. Στην κάτοψη, οι γωνίες του σταυρού διαμορφώνονται ως μικρά τετράγωνα διαμερίσματα, στεγασμένα με αβαθείς τρουλίσκους (=φουρνικά).

Στο μέσο του βόρειου τοίχου του κυρίως ναού βρίσκεται το αρκοσόλιο (ταφικό μνημείο) του κτήτορα, το οποίο προβάλλει από τον τοίχο ως ορθογώνια κατασκευή. Στα ανατολικά του ναού βρίσκεται τριμερές ιερό με τρίπλευρη κύρια αψίδα. Στο σημείο αυτό υπάρχει ένα ασυνήθιστο αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό που αποδίδεται στην επιρροή της κωνσταντινουπολίτικης αρχιτεκτονικής: η καμάρα πάνω από τον ανατολικό βραχίονα του σταυρού δε συνεχίζει μέχρι την αψίδα του ιερού, υπάρχει και μια άλλη, χαμηλότερη.

Οι εξωτερικές όψεις του ναού παρουσιάζουν ενδιαφέρουσα άρθρωση. Η τοιχοποιία είναι κατεργασμένη αποκλειστικά με την τεχνική της «κρυμμένης πλίνθου», στην οποία εναλλασσόμενες σειρές τούβλων εισέχουν και επικαλύπτονται με σοβά. Ένα μαρμάρινο γείσο περιτρέχει την εκκλησία. Οι λεπτοί θόλοι, τα αετώματα και τα τόξα που τονίζονται με οδοντωτές ταινίες, η ποικιλία των παραθύρων και των αψίδων και οι πλίνθινοι ημικίονες διαφορετικών διαμέτρων συμβάλλουν στη δημιουργία ενός αρμονικού συνόλου. Κάτω από το γείσο στη νότια πλευρά σώζονται εφυαλωμένες κεραμικές πλάκες με κουφική διακόσμηση που σχημάτιζαν ζωφόρο. Το κτίριο είναι δομημένο με ερυθρούς πλίνθους και γι’ αυτό ονομάστηκε και «Κόκκινη Εκκλησία».

Η παράσταση της Ανάληψης στον κεντρικό τρούλο. Πηγή εικόνας: archaiologia.gr

Οι κίονες στον κυρίως ναό έχουν τεκτονικά κιονόκρανα, τα άκρα των οποίων είναι διακοσμημένα με ανάγλυφο σχέδιο σχοινιού και κάθε όψη με σταυρούς, ρόδακες και πυροστρόβιλους εντός κυκλικών πλαισίων από ανάγλυφες ταινίες με κόμβους. Παρόμοια διακοσμητικά μοτίβα υπάρχουν στα μαρμάρινα υπέρθυρα πάνω από τις εισόδους.

Ο ζωγραφικός διάκοσμος του ναού δε διατηρείται σε καλή κατάσταση. Παρόλα αυτά παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί το μεγαλύτερο μέρος των τοιχογραφιών φιλοτεχνήθηκε ταυτόχρονα με την ίδρυση του ναού, σύμφωνα με δεύτερη κτητορική επιγραφή, που αποτελεί μέρος του ζωγραφικού διακόσμου στο εσωτερικό της θριαμβικής αψίδας στο ιερό και αναφέρεται στους ίδιους κτήτορες. Ο αρχικός ζωγραφικός διάκοσμος της εκκλησίας αντιπροσωπεύει δύο τεχνοτροπίες που έχουν τις ρίζες τους στην Κωνσταντινούπολη.

Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού περιλαμβάνει σκηνές από τη ζωή του Χριστού (το Δωδεκάορτον και τα Πάθη) και έχει ενδιαφέρον ότι η Ανάληψη τοποθετείται στον κύριο τρούλο. Οι πλαϊνοί τοίχοι του ιερού περιλαμβάνουν δύο σκηνές, στις οποίες εικονίζεται η Θεία Ευχαριστία. Ο αρχικός ζωγραφικός διάκοσμος του 11ου αιώνα στο κάτω μέρος του βόρειου και νότιου τοίχου και στη δυτική πλευρά του ναού φαίνεται να έχει αντικατασταθεί κατά την παλαιολόγεια περίοδο. Από αυτές τις παραστάσεις το μόνο που σώζεται είναι μερικά υπολείμματα από την Κοίμηση της Θεοτόκου, μερικές μεμονωμένες μορφές αγίων και τρεις από τις 24 στροφές του Ακάθιστου Ύμνου. Η Τελική Κρίση είναι ζωγραφισμένη στον θόλο και σε τμήματα του ανατολικού και δυτικού τοίχου του νάρθηκα. Πρόκειται αναμφισβήτητα για μία μεγαλοπρεπή σύνθεση. Ανήκει και αυτή στον αρχικό διάκοσμο του ναού.

Ο Χριστός της Τελικής Κρίσης. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Μολονότι το αρχιτεκτονικό σχέδιο και σημαντικά μορφολογικά στοιχεία της Παναγίας Χαλκέων απαντούν σε προγενέστερα ή σχεδόν σύγχρονα μνημεία της Κωνσταντινούπολης, όπως στη μονή Μυρελαίου (Bodrum Camii) και στο Κιλισέ τζαμί (Vefa Kilise Camii), η παράλληλη παρουσία στον ναό στοιχείων που απαντώνται στην τοπική αρχιτεκτονική παράδοση της Θεσσαλονίκης δημιουργεί μια σύνθεση που, εκτός του ότι αποτελεί γέννημα τοπικό, έχει ενσωματώσει και στοιχεία προερχόμενα από το ελλαδικό και το κωνσταντινουπολίτικο αρχιτεκτονικό «ιδίωμα». Τα παραπάνω ερμηνεύουν και τη μοναδικότητα της μορφής της Παναγίας Χαλκέων.

Παρά την κεντρική του θέση, το κτίσμα δεν αποτέλεσε πόλο έλξης για τους περιηγητές. Φαίνεται πως από τα μέσα του 19ου αι. εγκαταλείφθηκε σε ημιερειπιώδη κατάσταση, αφού πρώτα είχε απωλέσει τον νότιο τρούλο του νάρθηκα και μέρος της ανωδομής του. Το 1912, με την απελευθέρωση της πόλης, το κτίριο αποδόθηκε ξανά στην ορθόδοξη λατρεία με το όνομα Παναγία Χαλκέων, η πατρότητα του οποίου οφείλεται στον Μιχαήλ Χατζηιωάννου, ο οποίος μετέφρασε το τουρκικό όνομα Kazancilar Camii. Το 1933, μετά τους σεισμούς της Χαλκιδικής, αναστηλώθηκε και αποκαταστάθηκε η αρχική βυζαντινή του μορφή με την ανακατασκευή του νοτιοδυτικού τρούλου και της σταυρόσχημης ανωδομής. Το 1940 αποχωματώθηκε και απέκτησε τη μορφή που πραγματικά του αξίζει. Η επίσκεψη στον ναό είναι επιβεβλημένη για κάθε περιηγητή της πόλης!


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, Ευτυχία & Τούρτα, Αναστασία (1997), Περίπατοι στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, Αθήνα: Εκδ. Καπόν
  • Τάντσης, Αναστάσιος (2012), Η αρχιτεκτονική σύνθεση στο Βυζάντιο: Εισαγωγή, Θεσσαλονίκη: Εκδ. University Studio Press

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Άννα-Μαρία Παρασκευοπούλου
Άννα-Μαρία Παρασκευοπούλου
Είμαι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, με κατεύθυνση την Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης. Ο επιστημονικός κλάδος με τον οποίο ασχολούμαι είναι η Αιγυπτιολογία, καθώς ήταν και ο λόγος που επέλεξα αυτή τη σχολή. Στο μέλλον θα ήθελα να ακολουθήσω ακαδημαϊκή πορεία. Επίσης, είμαι ερασιτέχνης φωτογράφος με γνώσεις στη φωτογραφία φύσης και τοπίου. Στον ελεύθερό μου χρόνο μου αρέσει να κάνω βόλτες με την κάμερά μου, να κάνω πεζοπορία στο βουνό και να ακούω μουσική.