10.4 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟ προσηλυτισμός ως φραγμός της θρησκευτικής ελευθερίας

Ο προσηλυτισμός ως φραγμός της θρησκευτικής ελευθερίας


Της Κωνσταντίνας Λάμπου,

Η θρησκευτική ελευθερία αποτελεί ατομικό δικαίωμα και είναι από τα πρώτα που διεκδικήθηκαν από τον 16ο αιώνα ήδη, κατόπιν μακρόχρονων θρησκευτικών πολέμων που έγιναν για λόγους αντίδρασης στην απολυταρχική εξουσία του ηγεμόνα, που δεν δίσταζε να επιβάλλει τη θρησκεία στους υπηκόους του. Βέβαια, η ελευθερία αυτή δεν είναι ανεξέλεγκτη, καθώς έχει και κάποιους φραγμούς, όταν παραβιάζονται τα αναγκαία όρια. Ένας από αυτούς είναι ο προσηλυτισμός.

Στο άρθρο 13 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι «ο προσηλυτισμός απαγορεύεται». Αυτή η διάταξη αποτελεί καινοτομία του ισχύοντος Συντάγματος στις σχέσεις του Κράτους και της Εκκλησίας. Η απαγόρευση, λοιπόν, του προσηλυτισμού αφορά σε κάθε «γνωστή» θρησκεία, που όχι μόνο δεν περιορίζεται στον επιχειρούμενο κατά της επικρατούσας θρησκείας προσηλυτισμό, αλλά, από την άλλη, δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε άλλη «επέμβαση» κατά της τελευταίας.

Έτσι, για να εφαρμοστεί η συνταγματική απαγόρευση, κρίσιμο μέγεθος αποτελεί η έννοια του προσηλυτισμού, ενόψει και της συνταγματικώς κατοχυρωμένης θρησκευτικής ελευθερίας. Στη σημασία του προσηλυτισμού δεν περιλαμβάνεται καμία έννοια σχετικά με τον περιορισμό της θρησκευτικής ελευθερίας. Συνεπώς, δεν αποτελεί προσηλυτισμό η πώληση, ή η αποστολή ή η απλή διανομή εντύπων και διαφημιστικών φυλλαδίων, με την προϋπόθεση ότι δεν επιχειρείται με αθέμιτα μέσα.

Πηγή Εικόνας: www.pare-dose.net

Οι διατάξεις περί προσηλυτισμού που δεν βρίσκονται στον Ποινικό Κώδικα, αλλά σε προγενέστερα νομοθετήματα της δικτατορίας του Μεταξά, ορίζουν στο άρθρο 4 παρ. 2 Α.Ν 1363/1938, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 Α.Ν 1672/1939, την έννοια του προσηλυτισμού. Πιο συγκεκριμένα, ως προσηλυτισμός νοείται η χρησιμοποίηση αθέμιτων μέσων, ώστε να διεισδύσει κάποιος στη θρησκευτική συνείδηση άλλου προσώπου. Μόνο με μια τέτοια σημασία θα μπορούσε να εισαχθεί στις διατάξεις του Συντάγματος.

Ο προσηλυτισμός πραγματοποιείται με την προϋπόθεση ότι ένα και μόνο από τα μέσα που ενδεικτικώς αναφέρονται στη νομοθεσία είναι αρκετό για να τελειοποιηθεί. Δύναται, επίσης, να συντελεστεί από οποιονδήποτε κατά οποιουδήποτε, και όχι μόνο κατά «ετεροδόξου», αλλά εν γένει κατά αλλοδόξου και αλλοθρήσκου. Η τιμωρία που επιβάλλεται είναι ποινή φυλακίσεως και χρηματική ποινή και αυτό διότι οι παρεπόμενες ποινές της αστυνομικής επιτήρησης, με την προϋπόθεση ότι ο δράστης είναι Έλληνας, και της απελάσεως, εφόσον ο δράστης είναι αλλοδαπός, οδηγήθηκαν στην κατάργηση με το άρθρο 463 παρ. 5 του νέου Ποινικού Κώδικα. Ούτως ή άλλως, ο προσηλυτισμός ανήκει στα τυπικά εγκλήματα και εάν πραγματοποιήθηκε ο σκοπός που επιδιωκόταν ή αν τα μέσα για τον στόχο αυτό ήταν πρόσφορα, ο προσηλυτισμός δεν ασκεί επιρροή.

Από την άλλη πλευρά, πέρα από ποινικές, ο προσηλυτισμός έχει και διοικητικές κυρώσεις, καθώς αν δεν ασκείται, αποτελεί προϋπόθεση της ελευθερίας της λατρείας. Άρα, η Διοίκηση για να λειτουργήσει ναός, ευκτήριος οίκος και τόπος λατρείας εν γένει, υποχρεούται να δώσει άδεια, υπολογίζοντας τη γενική δραστηριότητα των μελών της συγκεκριμένης θρησκευτικής κοινότητας και όχι μεμονωμένα περιστατικά.

Όλη η νομοθεσία για τον προσηλυτισμό έχει προκαλέσει σημαντικό και καθόλου μονοδιάστατο προβληματισμό, τόσο ως προς την ισχύ του όσο και ως προς τη συνταγματικότητά του, πολύ παραπάνω. Αυτό συμβαίνει, καθώς η ένταξη της απαγόρευσης του προσηλυτισμού στο άρθρο 13 και όχι στο άρθρο 3 του Συντάγματος δεν εμποδίζει την εφαρμογή της άποψης με την οποία δεν συμφωνεί η νομολογία του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, δηλαδή ότι η απαγόρευση αναφέρεται στον προσηλυτισμό που στρέφεται κατά όλων των θρησκειών και όχι μόνο της επικρατούσας θρησκείας.

Ύστερα από μακρόχρονη επιστημονική συζήτηση, τείνει να επικρατήσει η γνώμη ότι οι διατάξεις περί προσηλυτισμού του Α.Ν 1363/1938 και 1672/1939, που αναφέρονται στην κατοχύρωση των διατάξεων των άρθρων 1 και 2 του Συντάγματος που ίσχυε το 1911, καταργήθηκαν αυτόματα με την εφαρμογή σε ισχύ της διάταξης του άρθρου 111 παρ. 1 του Συντάγματος, διότι αντίκεινται στο άρθρο 13 παρ. 2 του Συντάγματος που προστατεύει την ακώλυτη άσκηση της λατρείας κάθε γνωστής θρησκείας.

Πηγή Εικόνας: dikaiosyni.com

Συμπερασματικά, ο προσηλυτισμός είναι αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου και αποτελεί έναν από τους πολυσυζητημένους περιορισμούς της θρησκευτικής ελευθερίας. Ο νομοθετικός καθορισμός του γέννησε πολλά ερωτήματα στο παρελθόν και έδωσε έδαφος στη διατύπωση πολλών ερμηνευτικών θεωριών που απασχολούν τον κόσμο των επιστημόνων μέχρι σήμερα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ: 
  • Κονιδάρης Μ. Ιωάννης, Μαθήματα Εκκλησιαστικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα- Θεσσαλονίκη, 2020
  • Ο προσηλυτισμός ως ποινικό αδίκημα, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Λάμπου
Κωνσταντίνα Λάμπου
Γεννήθηκε το 2002 στη Ναύπακτο και σήμερα είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στη Νομική σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά, ενώ έχει πάρει μέρος σε διάφορα συνέδρια προσομοίωσης διεθνών και εθνικών οργανισμών. Της αρέσει να ασχολείται με τον εθελοντισμό, για αυτό και είναι ενεργό μέλος σε διάφορες φοιτητικές οργανώσεις. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων και παρακολουθεί σχετικά σεμινάρια με τον τομέα των σπουδών της. Η αρθρογραφία για αυτήν αποτελεί νέο εγχείρημα.