Της Ιωάννας Μπινιάρη,
Μια νέα απόφαση-σταθμός για τη συνταγματικότητα του υποχρεωτικού εμβολιασμού εκδόθηκε πρόσφατα από το Συμβούλιο της Επικρατείας, η οποία αφορά τον υποχρεωτικό εμβολιασμό που επιβλήθηκε με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος σε όσους υπηρετούν στις Ειδικές Μονάδες Αντιμετώπισης Καταστροφών (Ε.Μ.Α.Κ.). Στην εν λόγω υπόθεση, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο εξέτασε ποικίλα νομικά ζητήματα συνταγματικού ενδιαφέροντος, τόσο τυπικά όσο και ουσιαστικά.
Αρχικά, η προσβαλλόμενη πράξη προς τον σκοπό της εξασφάλισης της αδιάλειπτης επιχειρησιακής λειτουργίας των ΕΜΑΚ, με το πρώτο σκέλος της θέτει μία προσωρινή, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, πρόσθετη προϋπόθεση (απαίτηση) για τη λειτουργία των ανωτέρω υπηρεσιών τον εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού Covid-19 του πυροσβεστικού προσωπικού, συνεπαγόμενη από τη διαλαμβανόμενη σ’ αυτήν έναρξη ισχύος της και για όσο χρόνο διαρκεί η πανδημία, την άρνηση μετακίνησης στις ανωτέρω υπηρεσίες ή την απομάκρυνση από αυτές όσων υπαλλήλων δεν έχουν εμβολιαστεί. Με το δε δεύτερο σκέλος της θέτει μία ρύθμιση μεταβατικού χαρακτήρα για τους ήδη υπηρετούντες στις ανωτέρω υπηρεσίες, καθορίζοντας απώτατη προθεσμία προγραμματισμού του εμβολιασμού τους, προκειμένου να μην απομακρυνθούν από τις υπηρεσίες αυτές.
Ενόψει τούτων, με την προσβαλλόμενη πράξη εισάγεται, με κριτήριο τον εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού, άμεση διάκριση μεταξύ του ένστολου προσωπικού του πυροσβεστικού σώματος, η οποία έχει συνέπειες στην υπηρεσιακή του κατάσταση (άρνηση μετακίνησης/απομάκρυνση από τις ΕΜΑΚ) και επηρεάζει τις αποδοχές του, εφόσον στους υπηρετούντες στις ΕΜΑΚ χορηγείται ειδικό μηνιαίο επίδομα 6/26 του ν. 4472/2017. Συνεπώς, ως εκ του ρυθμιστικού της αντικειμένου, η προσβαλλόμενη πράξη κατά το ως άνω μέρος της δεν έχει χαρακτήρα μέτρου εσωτερικής τάξης ή εσωτερικής ενέργειας της Διοίκησης στερούμενη εκτελεστού χαρακτήρα, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η Διοίκηση με το έγγραφο των απόψεων προς το Δικαστήριο, αλλά συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη κανονιστικού χαρακτήρα, η οποία παραδεκτώς προσβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Εν συνεχεία, το Συμβούλιο της Επικρατείας προέβη σε μία εκτενή νομική ανάλυση του δικαιώματος στην υγεία, τόσο ως ατομικού όσο και ως κοινωνικού, και έκρινε πως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η δημόσια υγεία, όπως είναι η κατάσταση πανδημίας λόγω της εμφάνισης νέου μολυσματικού ιού, που διακρίνεται για την υψηλή και ταχεία μεταδοτικότητά του και την πιθανότητα πρόκλησης σοβαρών προβλημάτων υγείας στα άτομα τα οποία προσβάλλει, δημιουργώντας ακόμα και κίνδυνο για τη ζωή τους, το Κράτος οφείλει να λάβει όλα τα κατάλληλα και απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της διάδοσης της ασθένειας και, κατ’ επέκταση, τη μείωση της πίεσης των υπηρεσιών υγείας, οι δε πολίτες έχουν δικαίωμα να απαιτήσουν την πραγμάτωση της σχετικής υποχρέωσης του Κράτους. Τα μέτρα αυτά μπορεί μεν να συνιστούν ακόμα και σοβαρή επέμβαση στην απόλαυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως είναι η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, η ελευθερία κίνησης και η ιδιωτική του ζωή, πλην η επέμβαση αυτή είναι συνταγματικώς ανεκτή τηρουμένης και της αρχής της αναλογικότητας, όταν τούτο επιβάλλεται από αποχρώντες λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας.
Στα μέτρα αυτά εντάσσεται και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ο οποίος διενεργείται με σκοπό τον περιορισμό της διάδοσης του ιού, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, και τη βαθμιαία εξάλειψή του, την προστασία και διατήρηση των παρεχόμενων δημοσίων υπηρεσιών υγείας για τη θεραπεία των ασθενών και την εξασφάλιση της λειτουργίας νευραλγικών υπηρεσιών από την αναταραχή λόγω των συνεπειών από την εξάπλωση της μόλυνσης, πάντοτε χάριν της προστασίας την υγείας και, εντεύθεν, της ζωής των πολιτών. Το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού, καθ’ εαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στο δικαίωμα του αυτοκαθορισμού, πλην η παρέμβαση αυτή είναι συνταγματικώς ανεκτή, εφόσον: α) προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, η οποία λαμβάνει υπόψη τα κρατούντα σχετικώς έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα, προσδιορίζει την κατηγορία των προσώπων στους οποίους αφορά ο εμβολιασμός και τις συνέπειες σε περίπτωση μη συμμόρφωσής τους, β) επιβάλλεται χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις, είτε αφορά κατηγορία πολιτών ή τον γενικό πληθυσμό, γ) παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης, στις περιπτώσεις όπου ο εμβολιασμός και δ) το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού λαμβάνεται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα και επανεξετάζεται περιοδικώς από τα αρμόδια κρατικά όργανα υπό το φως των επίκαιρων επιδημιολογικών δεδομένων και την εξέλιξη των έγκυρων επιστημονικών παραδοχών.
Η ως άνω παρέμβαση εφ’ όσον δεν θίγει τον πυρήνα του θεμελιώδους δικαιώματος του αυτοκαθορισμού και κρίνεται, σύμφωνα με τις κρατούσες επιστημονικές παραδοχές, κατάλληλη, αναγκαία και εν στενή εννοία ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό κατόπιν στάθμισης του κόστους και του οφέλους, είναι σύμφωνη με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Κατά τον καθορισμό των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, κατά τη λήψη των οποίων σταθμίζονται ιατρικής φύσεως δεδομένα, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της πανδημίας και των λαμβανομένων μέτρων στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Χώρας, ο νομοθέτης (κοινός και κανονιστικός) διαθέτει ευρύ περιθώριο εκτίμησης ως προς την καταλληλότητα και την αναγκαιότητά τους, που, κατά τα ανωτέρω, οφείλει να στηρίζεται σε επιστημονικά δεδομένα και, συνεπώς, ο δικαστικός έλεγχος της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας περιορίζεται στην κρίση εάν η θεσπιζόμενη ρύθμιση είτε είναι προδήλως απρόσφορη είτε υπερβαίνει προδήλως το απαραίτητο για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρο.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εκ μέρους του διοικητικού δικαστηρίου ήταν και η εξέταση του ζητήματος του εξουσιοδοτικού ερείσματος της προσβαλλόμενης κανονιστικής πράξης του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος βάσει του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος. Εν προκειμένω, κρίθηκε ότι από τη συστηματική ερμηνεία των εξουσιοδοτικών διατάξεων των άρθρων 79 παρ. 12, 79 παρ. 13 εδ. α και 80 παρ. 3 του ν. 4662/2020, οι οποίες αφορούν το Πυροσβεστικό Σώμα, συνάγεται ότι με τη διάταξη του άρθρου 79 παρ. 13 εδ. α’ παρέχεται εξουσιοδότηση στον Αρχηγό του Πυροσβεστικού Σώματος να ρυθμίσει θέματα εσωτερικής διάρθρωσης και λειτουργίας, δύναμης προσωπικού, άσκησης καθηκόντων των λοιπών, πλην των κεντρικών, υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος, όπως των Ειδικών Περιφερειακών Υπηρεσιών, στις οποίες περιλαμβάνονται οι ΕΜΑΚ.
Η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 79 παρ. 13 εδ. α του ν. 4662/2020 είναι ειδική και ορισμένη, κατά την έννοια του άρθρου 43 παρ. 2 εδ. α’ του Συντάγματος, διότι, αφενός, καθορίζεται το συγκεκριμένο θέμα, της λειτουργίας των ειδικών περιφερειακών υπηρεσιών των ΕΜΑΚ, το οποίο είναι δυνατόν να ρυθμίσει ο κανονιστικός νομοθέτης και, αφετέρου, από το νομοθετικό πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται παρέχονται οι γενικές κατευθύνσεις και αρχές για το περιεχόμενο των προς θέσπιση κανονιστικών ρυθμίσεων. Μάλιστα, λόγω της φύσεως και της αποστολής των υπηρεσιών αυτών και της ιδιαιτερότητας των ειδικών καθηκόντων, επιβάλλεται ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των υπηρετούντων στις ΕΜΑΚ, τον οποίο οφείλουν αυτοί να ανέχονται ως μέρος της υποχρέωσής τους να διατηρούν καλή την κατάσταση της υγείας τους για την επιτέλεση της ιδιαίτερης αποστολής τους, όταν η πιθανότητα εξάπλωσης μεταδοτικής νόσου μπορεί να υπονομεύσει σημαντικά την επιχειρησιακή ετοιμότητα και, εντεύθεν, την εύρυθμη λειτουργία των εν λόγω νευραλγικής σημασίας μονάδων.
Επομένως, γίνεται αντιληπτό ότι ακόμα και μετά από τα δύο χρόνια πανδημίας, ζητήματα, όπως ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρα και αξίζει τον κόπο, είτε είναι κάποιος νομικός είτε όχι, να ανατρέξει στις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για να κατανοήσει τη νομική προσέγγιση αυτού του τόσο σοβαρού για τη δημόσια υγεία ζητήματος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Απόφαση υπ’ αριθμ. 1400/2022 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, διαθέσιμη εδώ