Της Μυρτώς Μανωλούδη,
«Εξάλλου, από τότε που ξεκίνησε ο κόσμος, τρώμε ο ένας τον άλλον. Αν όχι συμβολικά, τότε κυριολεκτικά περιδρομιάζουμε ο ένας τον άλλον. Η Μετάβαση μάς έδωσε τη δυνατότητα να είμαστε λιγότερο υποκριτικοί… Ακολούθησέ με, καβαλάρη. Ας χαρούμε τη θηριωδία.»
Ο Μάρκο Τέχο (Marcos Tejo) είναι το δεξί χέρι του ιδιοκτήτη μιας ευυπόληπτης μονάδας επεξεργασίας κρέατος. Πιο συγκεκριμένα, μιας –εξαιρετικά νόμιμης– μονάδας επεξεργασίας ανθρώπινου κρέατος. Η εμφάνιση ενός ιού που μολύνει τα ζώα και τα κάνει θανατηφόρα για τους ανθρώπους έχει σπείρει τον τρόμο στην κοινωνία του. Η «Μετάβαση», όπως την ονόμασαν μετά το γεγονός, περιλαμβάνει τη μαζική εξολόθρευση ζώων και τη σταθερή στροφή προς τον κανιβαλισμό, για να εκπληρωθεί η επιθυμία του κόσμου για κρέας.
Σιγά-σιγά, ο κανιβαλισμός καθιερώθηκε, εκβιομηχανίστηκε και κανονικοποιήθηκε πλήρως. Η παρουσία στις αγορές «ειδικού κρέατος» είναι απολύτως φυσιολογική πια. Παράλληλα, η σκοτεινή πλευρά των ανθρώπων βγαίνει όλο και περισσότερο στην επιφάνεια, με τις αγριότητες μεταξύ τους να εντείνονται. Ένας καλός πολίτης έχει τώρα τη δυνατότητα να αποκτήσει τον ολόδικό του άνθρωπο ή «κεφάλι» για προσωπική κατανάλωση! Το κυνήγι υπάρχει ακόμα φυσικά, με λεία, όμως, ανθρώπους. (Είναι, άλλωστε, τα πιο επικίνδυνα θηράματα, όπως λέει και ο Ρίτσαρντ Κόνελ). Η εσωτερική διαμάχη του Μάρκο σχετικά με την ηθική και τις σχέσεις της με τη δουλειά του και την κατάσταση του κόσμου έχει κεντρικό ρόλο στην ιστορία και είναι πανταχού παρούσα. Οι συγκρούσεις και τα διλήμματα αυτά κλιμακώνονται, όταν στη ζωή του εισέλθει ένα θηλυκό «κεφάλι» της ύψιστης ποιότητας, δώρο από έναν προμηθευτή του αφεντικού του. Ένα ενίοτε αχώνευτο βιβλίο (υπερβολικό;) που αντικατοπτρίζει τα ελαττώματα της σύγχρονης κοινωνίας, τα οποία ενδυναμώνουν τα χειρότερα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης.
Οι μεταφορές σχετικά με τις συνέπειες του καπιταλισμού και του καταναλωτισμού είναι ξεκάθαρες καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Και η βία που γεννιέται από την αδιάντροπη εκμετάλλευση ανθρώπων στοχεύει πρώτα φυσικά στις γυναίκες, τις μειονότητες, τους φτωχούς, τους ανθρώπους του περιθωρίου και οποιονδήποτε κρίνεται «διαφορετικός». Οι άνθρωποι εδώ καταναλώνουν μεταφορικά και κυριολεκτικά ο ένας τον άλλον – τη σάρκα τους, τον ψυχισμό τους, τον χρόνο και την ενέργειά τους. Αυτό το υπαγορεύει η κοινωνία τους και το ενθαρρύνει με κάθε τρόπο.
Όλοι σε κάποιο βαθμό συμμετέχουν στις φρικαλεότητες, είτε άμεσα, μέσω των πράξεών τους, είτε έμμεσα, με την πλήρη αδιαφορία τους για τα συμβάντα που εξελίσσονται παντού γύρω τους. Δεν τους επιτρέπεται καν να είναι ολοκληρωμένοι χαρακτήρες και αντ’ αυτού μετατρέπονται σε καρικατούρες ανθρώπων που ωθήθηκαν στα άκρα, έρμαια των συνθηκών. Η υποκρισία δε λείπει από αυτή τη συγκέντρωση. Ο Μάρκο, αν και σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας υποδύεται τον ανώτερο ηθικά, κατατάσσοντας τον εαυτό του ως καλύτερο των υπολοίπων σε μια φασματική κλίμακα ηθικής δικής του δημιουργίας, είναι ένας υποκριτής και τελείως αναξιόπιστος. Οι εσωτερικοί του μονόλογοι περί καλού και κακού δε σημαίνουν απολύτως τίποτα και δεν αναιρούν τις κτηνωδίες που προκάλεσε ο ίδιος ή στις οποίες συμμετείχε.
Η ειρωνεία που έγκειται στην υποκρισία όλων, στην αποφυγή της αναγνώρισης των σκληρών πράξεών τους για αυτό που είναι πραγματικά είναι ηχηρή. Η διάκριση ανάμεσα στο «εμείς» και το «αυτοί» είναι γι’ αυτούς ζωτικής σημασίας. «Εμείς» είμαστε άνθρωποι. «Αυτοί» είναι ζώα. Προϊόντα. Κατώτερα από «εμάς», ανίκανα να σκεφτούν όπως «εμείς», επομένως πρέπει να φυλακιστούν, χρησιμοποιηθούν, βιαστούν, θανατωθούν. Σε αυτό το παράλογο και αποτροπιαστικό πλαίσιο σκέψης, το επόμενο φυσικό βήμα είναι μόνο ένα: να φαγωθούν επίσης. Δε γίνεται καμία απολύτως αναφορά σε κανιβαλισμό, γιατί ο κανιβαλισμός αφορά αποκλειστικά την κατανάλωση μιας ζωντανής οντότητας από μια άλλη, όμοια και ίση με αυτή. Πώς ορίζεται η ομοιότητα και η ισότητα; Ποιος έχει το δικαίωμα να τις ορίσει;
Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφονται οι θηριωδίες είναι απίστευτα ουδέτερος, ψυχρός και ανατριχιαστικά καθαρός, σχεδόν αποστειρωμένος. Η συνεχής έκθεση σε αυτές απευαισθητοποιεί τόσο τους χαρακτήρες όσο και, στο τέλος, τον αναγνώστη. Όλοι είναι διατεθειμένοι να κλείσουν τα μάτια και να βυθιστούν στη γαλήνη που προσφέρει η υποτιθέμενη άγνοια. Δε θέλουν να αναλάβουν ευθύνη για τίποτα, να νοιαστούν για τίποτα. Στην πραγματικότητα, κανένας δε θέλει να μάθει από τι είναι φτιαγμένα τα λουκάνικα.