15 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμός“Onassis - The Richest Man in the World” (1988): Μια ζωή που...

“Onassis – The Richest Man in the World” (1988): Μια ζωή που μοιάζει με μυθιστόρημα


Του Χρήστου Χατζηκωνσταντίνου,

Είναι πραγματικά ιδιαίτερα συναρπαστικό να σκεφτούμε τη ζωή του Αριστοτέλη Ωνάση από την αρχή μέχρι την τελευταία πνοή του. Ο λόγος είναι ότι εκτός από ίσως τον πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο, ήταν και η φιγούρα που πάντα ήθελε να τα έχει όλα, χωρίς να είναι απαραίτητα δεσμευμένος με αυτά. Η ταινία είναι μια αμερικανo-ισπανική παραγωγή που αποτελούνταν από δύο μέρη. Στόχος της ήταν να διαμορφώσει μια σφαιρική εικόνα για τον Έλληνα Κροίσο, τον Αρίστο, τον γιο, τον σύζυγο, τον επιχειρηματία, τον πατέρα και πάνω από όλα τον εραστή.

Με πρωταγωνιστές τον Ραούλ Τσούλια, Τζέιν Σέιμουρ και φυσικά τον Άντονι Κουίν, που τους γνωρίζουμε περισσότερο από την οικογένεια Άνταμς, την ταινία Τζειμς Μποντ και τον βίο και την πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά αντίστοιχα. Η ταινία έχει στο πηδάλιό της τον Ουάρις Χουσείν, έναν Βρετανό-Ινδό σκηνοθέτη που στην καριέρα του αποτέλεσε τον νεότερο σκηνοθέτη που προσλήφθηκε από το BBC. Ο Ουάρις είχε στα χέρια του το βιβλίο Ωνάσης του Πίτερ Έβανς, Βρετανού δημοσιογράφου που εκείνη την περίοδο το είχε δημοσιεύσει και είχε γίνει αντικείμενο συζήτησης. Βέβαια σε αυτό το σημείο αξίζει να επισημανθεί ότι για να παραμείνει αντικειμενική, η ταινία προσπαθεί να αντλήσει στοιχεία και από άλλα άρθρα και γεγονότα της ζωής και του κύκλου του μεγιστάνα.

Πηγή Εικόνας: notrecinema.gr

Στην αρχή, προσεγγίζουμε τον Ωνάση ως έφηβο, γιο επιχειρηματία που ζει στη Σμύρνη. Η σχέση με τον πατέρα του ήταν σκληρή, απρόσωπη, με καθαρά βιωματική πρόκληση από τον Σωκράτη Ωνάση (Άντονι Κουίν) ως προς τον πρωτότοκο γιο του. Αυτό όχι μόνο του έμαθε να αντιλαμβάνεται την έννοια του κέρδους, αλλά του έδωσε και την εντύπωση ότι χρέος του άνδρα είναι να δημιουργεί για να χαίρεται η οικογένειά του. Από την άλλη πλευρά, έχουμε τον αδερφό του πατέρα του Αλέξανδρο, τη φιγούρα που ήταν ο καταλύτης για να διαμορφωθεί ο χαρακτήρας του Ωνάση στα επόμενα χρόνια.

Χαρακτηριστικά έλεγε: «ο πατέρας μου έδειξε πώς να βγάζω λεφτά, ο θείος μου έδειξε πώς να ζω μέσα από αυτά». Μετά την υποχώρηση των Ελλήνων στον Σαγγάριο ποταμό (1921), ο θείος του ως ριζοσπαστικός αποφάσισε να πάει να πολεμήσει με το πλευρό της Ελλάδος, όπου και εν τέλει κρεμάστηκε από τον τακτικό στρατό του Κεμάλ για παραδειγματισμό μαζί με ομοϊδεάτες του. Η ξαφνική απώλεια του θείου του θα τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή. Μάλιστα, ονόμασε τον γιο του Αλέξανδρο ως ένδειξη αγάπης.

Μετά την καταστροφή (1922), ο Ωνάσης και η οικογένειά του γυρίζουν στην Ελλάδα. Με αφορμή τη συνεχή αποδοκιμασία από το πρόσωπο του πατέρα του καταλήγει ως μετανάστης, μόνος, βρίσκοντας καταφύγιο στην Αργεντινή, όπου και παράγει γυναικεία τσιγάρα από τον τούρκικο καπνό που εισάγει ως έμπορος ο πατέρας του στην επιχείρησή του στην Ελλάδα. Γρήγορα, ο Ωνάσης μετά τον εμπορικό του θρίαμβο θέλει να μπει στη ναυτιλία, μα ο κύκλος των εφοπλιστών στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα στενός και δε μπορεί να εισέλθει σε αυτόν. Μετά την αγορά κάποιων μικρών τάνκερ με χωρίς ιδιαίτερη εμπειρία στον χώρο, έπρεπε να αποκτήσει μια σωστή επωνυμία στους κύκλους του θαλάσσιου εμπορίου. Έτσι, προσπαθεί να παντρευτεί με τη μικρή Τίνα, μόλις 17 χρονών, κόρη του Λιβανού, του μεγαλύτερου ονόματος στην Ελλάδα στον χώρο της ναυσιπλοΐας, ενώ ο Αριστοτέλης ήταν 40 χρόνων. Μετά από αρκετή προσπάθεια τα καταφέρνει και μέσα σε λίγα χρόνια διευθύνει τη μεγαλύτερη εμπορική αρμάδα σε όλο τον κόσμο.

Το κομμάτι στο οποίο αφοσιώθηκε περισσότερο στη ζωή του ο Ωνάσης ήταν οι γυναίκες που επέλεγε ο ίδιος για τη ζωή του. Ως άνθρωπος της εποχής του θεωρούσε ότι ένας πετυχημένος γάμος δεν είναι μόνο αυτοσκοπός, αλλά και ένα σωστό ταίρι μπορεί να παρουσιαστεί και ως τρόπαιο. Οι αιθέριες υπάρξεις του Ωνάση κατά κύριο λόγο ήταν τρεις, όχι μόνο γιατί αυτές είδαν τα φώτα της δημοσιότητας δίπλα του, αλλά γιατί ήταν πασίγνωστα ονόματα της υψηλής κοινωνίας.

Η Τίνα Λιβανού, πρώτη γυναίκα του από καθαρό συμφέρον, γιατί το όνομά της και όχι η ίδια ήταν μια συνεργασία πλούτου και σεβασμού που του έδωσε την ώθηση για τη γρήγορη επιτυχία. Η επόμενη επίσημη σύζυγός του, Τζάκι Κένεντι, την οποία η ταινία επιλέγει να την παρουσιάσει ως μια κακομαθημένη χήρα που έψαχνε προστασία και μια ισχυρή ανδρική παρουσία για να συνεχίσει να έχει πρόσβαση στη μεγάλη ζωή, ήταν η μεγαλύτερη νίκη του Αρίστου στον διεθνή χώρο. Ένας Έλληνας μπορεί να πάρει τη διασημότερη χήρα στον κόσμο ως σύζυγο. Ο Ωνάσης θεωρούσε ότι μέχρι τελευταία στιγμή όλα είναι πιθανά. Τέλος, τη Μαρία Κάλλας, τη διασημότερη πριμαντόνα στην Ελλάδα και ίσως στον κόσμο που χρονικά τοποθετείται ανάμεσα από τις άλλες δύο επίσημες συζύγους του, ήταν το πρόσωπο που του στάθηκε περισσότερο από κάθε άλλο άνθρωπο. Ο λόγος ήταν ότι η Μαρία προσέγγισε τον άνθρωπο Αριστοτέλη και όχι τον μύθο που επέλεγε να παρουσιάζει αυτός. Μάλιστα, ο Ωνάσης ήταν η αφορμή να τερματίσει την προηγουμένη σχέση που είχε με τον ατζέντη της αλλά και την εκπληκτική καριέρα της και να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στον μεγιστάνα.

Πηγή Εικόνας: notrecinema.com

Μετά τη δολοφονία του Κένεντι, ο Ωνάσης επικεντρώθηκε στην Τζάκι. Παράλληλα διατηρούσε δεσμό με την Κάλλας, ενώ ο ίδιος δεν ήθελε να παραδεχθεί τη σχέση του δημόσια, ονομάζοντάς την ως «μια φιλική σχέση». Μετά την απόπειρα δολοφονίας και του αδερφού του εκλιπόντα συζύγου της, καταφεύγει στην αγκαλιά του Ωνάση με έναν γάμο που συζητήθηκε αρκετά και σε θρησκευτικό επίπεδο αλλά και σε πολιτικό.

Η Κάλλας, ταυτόχρονα, δε μπορεί να αποδεχθεί την υποκρισία του Ωνάση, αφού διατηρούν δεσμό ακόμα και μετά τον γάμο του. Η Τζάκι, δύο χρόνια πριν τον θάνατο του Ωνάση, ζητάει διαζύγιο με τεράστια αποζημίωση από τον Αριστοτέλη και χωρίς να έχει άλλη επιλογή, ενδίδει σε ένα διαζύγιο που δε βγήκε ποτέ, αφού εν τέλει η Τζάκι χήρευσε πριν εκδοθεί. Στις 15 Μαρτίου του 1975, μόλις στα 69 του, ο Αριστοτέλης Ωνάσης του Σωκράτη αφήνει την τελευταία του πνοή δύο χρόνια μετά το τραγικό ατύχημα που είχε ο γιός του ο Αλέξανδρος σε μια πτήση ρουτίνας με το υδροπλάνο της οικογένειας.

Η ταινία έχει μια πολύ προσεγμένη και κομψή οπτική, δεν υπερβάλλει σκηνοθετικά και προσπαθεί να είναι πολύ ρεαλιστική. Οι τοποθεσίες των γυρισμάτων είναι πολύ αληθοφανείς, από το ρετιρέ στην Αθήνα μέχρι και το καμπαρέ στο Παρίσι, όλα φαίνονται εποχής, με χαρακτήρα και ζωντάνια, ακόμα και ο Λευκός Οίκος. Επιπλέον, εξαιτίας του φιλμ εντυπωσιάζει με την επιλογή του σκηνοθέτη για την επιλογή του μονοκάμερου, που δίνει στους ηθοποιούς κίνηση και  βοηθάει τις σκηνές να μπορούν να αφομοιωθούν εύκολα από τον θεατή ακόμα και σήμερα.

Ο σκηνοθέτης προσπαθεί να προβάλει αυτή την ταινία ως μια παραγωγή με μεγάλο κεφάλαιο και ομολογουμένως, χάρη στα πολύ έξυπνα τρικ είτε σεναριακά, είτε φωτογραφικά, αισθάνεσαι ότι έχει σωστά επίπεδα δράσης χωρίς να κουράζει και πάνω από όλα, δε μπερδεύεσαι με τους χαρακτήρες και τα γεγονότα στη ζωή του πρωταγωνιστή. Σε αυτό το σημείο, ας δούμε λίγο τους ηθοποιούς, προσωπικά έχω μελετήσει αρκετά τη ζωή του Ωνάση από ατομικό ενδιαφέρον. Σε αυτήν την ταινία, η παραγωγή με τη διαλογή του καστ κατάφερε να φέρει στη ζωή όλους τους χαρακτήρες με σεβασμό αλλά και με αληθοφάνεια. Μικρά αρνητικά, όπως το ύψος, για παράδειγμα, του Ωνάση (Ραούλ Τσούλια) ήταν λίγο άστοχο, γιατί απείχε από την πραγματικότητα πολύ, αλλά στην ουσία η ταινία κατάφερε να σου δείξει όχι μόνο τα απαραίτητα, αλλά να κάνει μια τρομερή αφήγηση για αυτήν την προσωπικότητα.

Τι ήταν τελικά ο Ωνάσης; Μια λαμπρή φιγούρα, το υπέρτατο αρσενικό για πολλούς ή ένας πολύ μεγαλομανής κοινός άνθρωπος;


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Ωνάσης: Ο θρύλος, imdb.com, διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρήστος Χατζηκωνσταντίνου
Χρήστος Χατζηκωνσταντίνου
Γεννήθηκε το 2000 στην Θες/νίκη, έχει κατοικήσει στην Πάτμο, την Καβάλα, την Καστοριά, στο Μάνχαϊμ και τους Λειψούς. Είναι τεταρτοετής φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και το Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τα διεθνή δρώμενα, την πεζογραφία, Ιστορία και τους πολιτισμούς. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με την μουσική καθώς παίζει ακορντεόν και κιθάρα, το διάβασμα, τον κινηματογράφο και την ζωγραφική.