Της Ειρήνης Τσαρούχα,
Το φαινόμενο τουλάχιστον της αμφισβήτησης, συχνότερα δε της ολοκληρωτικής απαξίωσης των δικαστικών κρίσεων σε υποθέσεις που προσελκύουν την κοινή γνώμη και συναντούν το ενδιαφέρον των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης είναι γεγονός. Το ζήτημα αυτό, που δεν είναι απλά επίκαιρο, αλλά διαχρονικό, είναι απόρροια μιας θεμελιώδους σύγκρουσης, αυτής των επιταγών του κράτους δικαίου με το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Ως κράτος δικαίου εννοείται το κράτος στο οποίο η κρατική εξουσία οριοθετείται από το Σύνταγμα και τα διεθνή κείμενα, λογοδοτώντας για τις αποφάσεις της. Η εξουσία είναι, με άλλα λόγια, υπόλογη του νόμου. Δύο από τις νομικές εγγυήσεις του κράτους δικαίου αποτελούν η προστασία ατομικών δικαιωμάτων και η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, η οποία δύναται να αποφασίζει ελεύθερα αλλά και αμερόληπτα, υπακούοντας στην αρχή της νομιμότητας. Κράτος δικαίου δεν είναι το «κράτος του νόμου», αλλά το κράτος που λειτουργεί σύμφωνα με τον νόμο. Η αρχή του κράτους δικαίου κατοχυρώνεται στη χώρα μας στο άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος.
Από την άλλη, μια οριοθέτηση της έννοιας του κοινού περί δικαίου αισθήματος είναι κατά γενική ομολογία πιο περίπλοκη λόγω της ρευστότητας και της δυναμικότητας που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες αξίες. Εν συντομία, το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι η κοινή ηθική, η αντίληψη για το τι είναι δίκαιο ή άδικο, τι θεωρεί μια κοινωνία για το τι είναι σωστό. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα συναντάται στο νομικό μας σύστημα στον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων και στη θεμελίωση των δικαστικών κρίσεων του ποινικού δικαίου και αντιπροσωπεύεται ιδιαίτερα με τον θεσμό των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων.
Αν και φαινομενικά κράτος δικαίου και κοινό περί δικαίου αίσθημα λειτουργούν αλληλεπιδραστικά και συμπληρωματικά –δεδομένου ότι ο νομοθέτης ασπάζεται την κοινή γνώμη για να παράγει νόμους– στις ποινικές δικαστικές υποθέσεις εμφανίζεται συχνά η μεγάλη αντίθεση. Και αυτό, γιατί η ποινική δίκη είναι η μόνη στιγμή που ο δικαστής κρίνει και κατά συνείδηση και δύναται να «επηρεαστεί» από το κοινό περί δικαίου αίσθημα εξαιτίας της αρχής της ελεύθερης εκτίμησης των αποδείξεων. Τότε, ο δικαστής έχει μεν διακριτική ευχέρεια ως την επιβαλλόμενη ποινή εκτιμώντας τις δικαιικές αντιλήψεις της κοινωνίας και ισοσταθμίζοντας πραγματικά δεδομένα, θα πρέπει, ωστόσο, να συμπεριλάβει με πλήρη και ειδική αιτιολογία επακριβώς τις διατάξεις του νόμου από τις οποίες άντλησε τη σκέψη του. Τη στιγμή αυτή είναι και που το κοινό περί δικαίου αίσθημα αντιδρά χαρακτηρίζοντας πολλές φορές ως «άδικη» την κρίση του δικαστή και διαμαρτύρεται.
Η μεγαλύτερη αιτία της ρήξης αυτής βρίσκεται στις αρχές και την ιδεολογία που το κράτος δικαίου εγγυάται. Η κοινή γνώμη απορρίπτει κατά κύριο λόγο τις επιταγές του δυτικού νομικού πολιτισμού που ταυτίζονται με τις νομικές εγγυήσεις του δικαιικού κράτους. Ενδεικτικά, η κοινή γνώμη δεν αποδέχεται την παραγραφή, η οποία έχει επιλεγεί από τον νομοθέτη για να διατηρεί την ισορροπία στις κοινωνικές σχέσεις. Επίσης, δεν αποδέχεται τα χρονικά όρια των ποινών, τα οποία θεωρεί μειωμένα. Δεν μπορεί να διανοηθεί ότι ένας δράστης δύναται να συγχωρεθεί εάν και προκάλεσε κάποιο «κακό» (π.χ. στην περίπτωση δράστη μη δεκτικού καταλογισμό). Πολλές φορές δεν τηρεί το τεκμήριο της αθωότητας ή ασπάζεται ακόμα και ακραίες απόψεις περί θανατικής ποινής. Προτιμά τις παραδειγματικές τιμωρίες των δραστών, αγνοώντας την αρχή της τυποποίησης του ποινικού φαινομένου (άρθρο 7 παρ. 1 Συντ. και 7 της ΕΣΔΑ), την αρχή της αναλογικότητας και κυρίως της επιείκειας. Η κοινή γνώμη, με άλλα λόγια, είναι πάντα δημοκρατική εκ των πραγμάτων, όχι, όμως, πάντα φιλελεύθερη. Καθ’ υπερβολή θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η κοινή γνώμη είναι θέσει δικαιοκρατική και διαρκώς εξελίσσεται.
Σε αντίθεση με το κοινό περί δικαίου αίσθημα, ένας δικαστής δεν μπορεί να αγνοήσει τις παραπάνω δικαιοκρατικές εγγυήσεις. Ο δικαστής δεν είναι, ούτε ακόμα και στην περίπτωση που λειτουργεί κατά συνείδηση, –όπως έχει ήδη ειπωθεί– φορέας προσωπικής ηθικής, αλλά υπόλογος του νόμου. Οι αποφάσεις αντιπροσωπεύουν τον λαό, αλλά προστατεύουν και το εφαρμοστέο κοινωνικό συμβόλαιο δικαιοσύνης. Οι φορείς της δικαιοσύνης οφείλουν να αφουγκράζονται την κοινή γνώμη, με γνώμονα, όμως, πάντοτε τις συνταγματικές επιταγές και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Είναι σχεδόν βέβαιο πως έχουν υπάρξει και θα υπάρξουν στο μέλλον «κακές» δικαστικές αποφάσεις και «κακοί» δικαστικοί λειτουργοί. Η κοινή γνώμη οφείλει να αντιδρά, γιατί αυτό σημαίνει δημοκρατία. Ωστόσο, θα πρέπει να διαμορφώνει ορθά την κρίση της και να μην παρασύρεται από επιπόλαιες και «αντεκδικητικές» απόψεις που χάνουν την ουσία του νομικού μας πολιτισμού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ:
- Ε. Βενιζέλος, Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα, 2021
- Ομιλία Ε. Βενιζέλου στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών: «Κοινό περί δικαίου αίσθημα vs κράτος δικαίου, Το δύσκολο τρίγωνο: Δικαιοσύνη- Κοινή γνώμη-Πολιτική», διαθέσιμη εδώ