Του Παντελή Κοτζάμπαση,
Σε προηγούμενο άρθρο έγινε αναφορά στην Επανάσταση του 1922 και τα διάφορα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει η Επαναστατική Επιτροπή μετά την κατάληψη της εξουσίας. Ένα από αυτά ήταν και η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία του Κεμάλ Ατατούρκ. Σε αυτό το άρθρο θα αναλυθεί το διπλωματικό παρασκήνιο της παραχώρησης της Ανατολικής Θράκης ύστερα από την ανακωχή των Μουδανιών.
Μετά την ήττα και την υποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία, ο τούρκικος στρατός πλησίαζε την περιοχή Τσανάκ Καλέ, που βρισκόταν στην ουδέτερη ζώνη από την ανατολική πλευρά των Στενών και απειλούσε το καθεστώς των τελευταίων. Τα Στενά βρίσκονταν υπό την προστασία των Συμμάχων, κυρίως της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία διέθετε μικρότερο στράτευμα σε σχέση με τους Τούρκους και είχε μείνει ακάλυπτη μετά την υποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία.
Καθημερινά σημειώνονταν επεισόδια μεταξύ βρετανικών και τουρκικών στρατευμάτων, με αποτέλεσμα οι David Lloyd George (Πρωθυπουργός Μεγάλης Βρετανίας), Lord Curzon (Υπουργός Εξωτερικών Μεγάλης Βρετανίας) και Winston Churchill (Υπουργός Αποικιών) να εξετάζουν το σενάριο ενός αγγλοτουρκικού πολέμου, ώστε να κρατήσουν τα Στενά. Μάλιστα, η αγγλική κυβέρνηση έκανε έκκληση προς τις αποικίες της (Καναδάς, Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία και Νότια Αφρική) για στρατιωτική ενίσχυση κατά της Τουρκίας. Οι αποικίες, εκτός από τη Νέα Ζηλανδία, αρνήθηκαν να στείλουν στρατεύματα στα Δαρδανέλια. Η κρίση αυτή ονομάστηκε «υπόθεση Τσανάκ».
Όμως ύστερα από πιέσεις της Γαλλίας, η οποία απέσυρε τα στρατεύματά της από την ουδέτερη ζώνη στις 7 Σεπτεμβρίου 1922, πραγματοποιήθηκαν συσκέψεις στο Παρίσι μεταξύ του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εξωτερικών της Γαλλίας Raymond Poincare από τη μία, και του Υπουργού Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας Lord Curzon από την άλλη. Διήρκεσαν τρεις μέρες (6-9 Σεπτεμβρίου 1922). Αποφασίστηκε η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στον Κεμάλ, ώστε να αποφευχθεί ένας πόλεμος μεταξύ Αγγλίας και Τουρκίας. Στις 10 Σεπτεμβρίου οι τρεις δυνάμεις ζήτησαν με κοινή διακοίνωση, την οποία υπέγραφαν οι Curzon, Poincare και ο πρεσβευτής της Ιταλίας στο Παρίσι Carlo Sforza, από τον Κεμάλ τη συμμετοχή της Τουρκίας σε διάσκεψη ειρήνης, με αντάλλαγμα την παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης.
Πράγματι, στις 16 Σεπτεμβρίου ο Κεμάλ δέχτηκε να διεξαχθεί μια διάσκεψη ειρήνης στα Μουδανιά. Η Διάσκεψη άρχισε στις 20 Σεπτεμβρίου επί του γαλλικού θωρηκτού “Edgar Quinet” και σε αυτήν πήραν μέρος ο Άγγλος Γενικός Διοικητής του Συμμαχικού στρατού κατοχής με έδρα την Κωνσταντινούπολη, στρατηγός Charles Harington, ο Γάλλος στρατηγός Charpy, ο Ιταλός στρατηγός Mombelli και ο Τούρκος στρατηγός Ismet Inonu. Ο Τούρκος αντιπρόσωπος απαίτησε την άμεση εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό. Ο Charpy δέχθηκε την τουρκική πρόταση, ενώ οι άλλοι δύο στρατηγοί ήταν επιφυλακτικοί. Παρόλα αυτά καταρτίστηκε χωρίς την παρουσία της ελληνικής αντιπροσωπείας το περιεχόμενο της ανακωχής.
Η ελληνική αντιπροσωπεία, η οποία απαρτιζόταν από τον Νικόλαο Πλαστήρα, τον στρατηγό Αλέξανδρο Μαζαράκη, συνταγματάρχη Πτολεμαίο Σαρηγιάννη και είχε ως βοηθητικά μέλη τον Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών Οικονόμου Γκούρα και τον Λοχαγό Αλέξανδρο Μελά, έφτασε στα Μουδανιά στις 21 Σεπτεμβρίου. Την επομένη πραγματοποιήθηκε επί του αγγλικού θωρηκτού “HMS Iron Duke” νέα συνδιάσκεψη μεταξύ των τριών συμμαχικών στρατηγών και της ελληνικής αντιπροσωπείας. Οι σύμμαχοι έδωσαν στην ελληνική αντιπροσωπεία το σχέδιο της ανακωχής, το οποίο προέβλεπε την απόσυρση του ελληνικού στρατού από την Ανατολική Θράκη πίσω από τον ποταμό Έβρο μέχρι τα βουλγαρικά σύνορα, ενώ το τρίγωνο Καραγάτς θα παραδινόταν στους συμμάχους. Η εκκένωση θα ολοκληρωνόταν το πολύ σε δεκαπέντε μέρες. Οι ελληνικές αρχές θα αντικαθίσταντο από τις συμμαχικές, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα παρέδιδαν τη διοίκηση στις τούρκικες αρχές την ίδια μέρα. Για να τηρηθεί η τάξη οι τούρκικες αρχές θα συνοδεύονταν από τη χωροφυλακή και από τάγματα του στρατού των συμμάχων. Η ελληνική αντιπροσωπεία αρνήθηκε να αποδεχθεί το σχέδιο της ανακωχής.
Στις 23 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε νέα συνδιάσκεψη επί του αγγλικού θωρηκτού μεταξύ συμμάχων και ελληνικής αντιπροσωπείας, η οποία τους δήλωσε ότι η στάση τους παραμένει ίδια, καθώς δεν είχαν λάβει κάποια οδηγία από την κυβέρνηση των Αθηνών. Στις 24 Σεπτεμβρίου η ελληνική αντιπροσωπεία έλαβε τηλεγράφημα από την Αθήνα, με το οποίο την εξουσιοδοτούσε να υποχωρήσει, αν οι σύμμαχοι συμφωνούσαν για στρατιωτική μόνο εκκένωση της Ανατολικής Θράκης υπό τον όρο συμμαχικής συγκατοχής με την Ελλάδα ή και απλώς συμμαχικής κατοχής με ελληνική διοίκηση και χωροφυλακή.
Την επόμενη μέρα ο Μαζαράκης έλαβε νέες οδηγίες από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία τον εξουσιοδότησε να υπογράψει το σχέδιο της ανακωχής με ορισμένες επιφυλάξεις, καθώς είχε ακολουθήσει και τηλεγράφημα του Ελευθερίου Βενιζέλου από το Παρίσι, ο οποίος είχε αναλάβει την εκπροσώπηση του επαναστατικού καθεστώτος στο εξωτερικό, αναφέροντας ότι η ελληνική αντιπροσωπεία θα μπορούσε να δεχθεί την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης, αλλά μόνο μέχρι τη συνοριακή γραμμή μεταξύ Τουρκίας και Βουλγαρίας, η οποία είχε καθοριστεί το 1915.
Ο Μαζαράκης στις 26 Σεπτεμβρίου επέδωσε υπόμνημα στον Harington, αναφέροντας ότι θα δεχτεί να υπογράψει το σχέδιο της εκκένωσης της Ανατολικής Θράκης μέχρι την τουρκοβουλγαρική συνοριακή γραμμή του 1915 και τη λήξη των εχθροπραξιών την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας της ανακωχής, ενώ απαιτούσε να αλλάξει η προθεσμία της εκκενώσεως, καθώς θεωρούσε ανεπαρκή τη διάρκειά της. Επιπρόσθετα, ζήτησε και την προστασία του πληθυσμού της Ανατολικής Θράκης, ώστε να διευκολυνθεί η εκκένωση. Ο Harington βρήκε το υπόμνημα μετριοπαθές, αλλά και πάλι η ελληνική αντιπροσωπεία αρνήθηκε να υπογράψει, καθώς δεν είχε κάποια νεότερη οδηγία από την ελληνική κυβέρνηση. Τελικά, στις 27 Σεπτεμβρίου η ελληνική αντιπροσωπεία έλαβε τηλεγράφημα από την ελληνική κυβέρνηση, με το οποίο η τελευταία την εξουσιοδοτούσε να υπογράψει το σχέδιο της ανακωχής. Έτσι, τα μεσάνυκτα της 27ης προς 28ης Σεπτεμβρίου οι αντιπρόσωποι της Ελλάδας υπέγραψαν το κείμενο της ανακωχής.
Το μεσημέρι της 30ης Σεπτεμβρίου συστάθηκε στο Υπουργείο Στρατιωτικών υπουργικό συμβούλιο, στο οποίο εκτός από τα μέλη της κυβέρνησης πήραν μέρος και οι Γονατάς, Μαζαράκης και Πλαστήρας. Το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να αποδεχτεί τις συστάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, υπογράφοντας το πρωτόκολλο της ανακωχής, κάνοντας, παράλληλα, έκκληση προς αυτές να δοθεί παράταση για την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης. Επιπλέον, η Κυβέρνηση εξουσιοδότησε τον Ύπατο Αρμοστή της Κωνσταντινούπολης, Χαράλαμπο Σιμόπουλο, να υπογράψει το πρωτόκολλο της ανακωχής. Τέλος, ο Υπουργός Εξωτερικών Ευθύμιος Κανελλόπουλος ενημέρωσε τους πρεσβευτές της Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας για τις αποφάσεις της κυβέρνησης.
Έτσι, στις 2 Οκτωβρίου 1922, ύστερα από έκδοση διαταγής του Στρατηγού Κωνσταντίνου Νίδερ, άρχισε η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τους 250.000 Έλληνες, οι οποίοι κατέφυγαν στην ελληνική πλευρά δυτικά του ποταμού Έβρου, όπως είχε συμφωνηθεί στα Μουδανιά. Η εκκένωση έγινε με υποδειγματικό τρόπο, γεγονός που έκανε τον Βενιζέλο να γράψει προς τον Νίδερ: «Φίλτατε στρατηγέ, επιθυμώ να σας συγχαρώ δια την επιτυχίαν μ΄ ής εξετελέσατε την θλιβεράν εντολήν της εκκενώσεως της Α. Θράκης. Θέλω να σας είπω πόσην αληθή υπερηφάνειαν ησθάνθην, όταν εις το υπουργείον των εξωτερικών εν Αγγλία μου ανακοίνωσαν σχετικόν τηλεγράφημα του στρατηγού Χάριγκτον, εκφράζοντος την εκτίμησίν του δια τον τρόπον καθ΄όν εγένετο η εκκένωσις…».
Η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης αποτέλεσε μια μικρογραφία της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922 και προοίμιο της Συνθήκης της Λωζάνης, ενώ η υπόθεση του Τσανάκ είχε οδυνηρές συνέπειες για την κυβέρνηση του Lloyd George, η οποία παραιτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 1922.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Αναστασάκος, Σέφης (2009), Ο Πλαστήρας και η εποχή του, τ. Γ΄, Αθήνα: Εκδ. Επικαιρότητα
- Γιανουλόπουλος, Γιάννης (2003), Η ευγενής μας τύφλωσις, Αθήνα: Εκδ. Βιβλιόραμα
- Δασκαρόλης, Ιωάννης, Η Ανακωχή των Μουδανιών και η παράδοση της Ανατ. Θράκης, in.gr. Διαθέσιμο εδώ
- Δαφνής, Γρηγόριος (1997), Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων (1923-1940), Αθήνα: Εκδ. Κάκτος
- Μαζαράκης-Αινιάν, Αλέξανδρος (1948), Απομνημονεύματα, Αθήνα: Εκδ. Ίκαρος