Της Ιωάννας Λυμιώτη,
Ως ένα από τα βασικότερα συναισθήματα, η μοναξιά συνοδεύει τον άνθρωπο σε διάφορα στάδια της ζωής του και συνδέεται κατά κύριο λόγο με την ψυχολογική του κατάσταση και όχι με βιολογικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, όσο ο άνθρωπος οδεύει προς την τρίτη ηλικία, το αίσθημα μοναξιάς, το οποίο στη νεότητα παρουσιάζεται περιοδικά, αρχίζει να αποκτά μια πιο μόνιμη θέση στην καθημερινότητά του.
Για την καθιέρωση της μοναχικής αίσθησης ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό οι αλλαγές που βιώνει ο καθένας μας στο πέρασμα των χρόνων. Συγκεκριμένα, η είσοδος του ατόμου στην τρίτη ηλικία σηματοδοτεί επιπλέον ορισμένες σωματικές φθορές και μείωση των φυσικών ικανοτήτων, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της εκτεταμένης κοινωνικής συναναστροφής και την αφιέρωση περισσότερου χρόνου στο σπίτι και σε χαλαρές, μην εξαντλητικές δραστηριότητες. Ταυτόχρονα, πρόκειται για μια ηλικία στην οποία το άτομο αρχίζει να βιώνει ορισμένες απώλειες, οι οποίες με τον καιρό αυξάνονται, περιορίζοντας ακόμα περισσότερο τον περίγυρό του και δημιουργώντας του την αίσθηση ότι η γενιά του και όλο το περιβάλλον συναναστροφής του γίνεται παρελθόν, ανοίγοντας την πόρτα σε ένα μέλλον στο οποίο το ίδιο το άτομο δεν συμπεριλαμβάνεται. Ιδίως η απώλεια του συντρόφου δρα καταλυτικά στην ψυχοσύνθεση του ατόμου, καθώς η ακούσια λήξη ενός μακροχρόνιου δεσμού και η μετάβαση από τη φάση της συγκατοίκησης στη νέα πραγματικότητα εντείνει τη μοναχικότητα.
Ακόμη και για τις νεότερες ηλικίες άλλωστε, το να ζει κανείς μόνος του δεν αποτελεί μια εύκολη και —πολύ συχνά— ευχάριστη συνθήκη. Ειδικότερα, όμως, για τους ηλικιωμένους που έχουν να αντιμετωπίσουν όχι μόνο τη μεταβολή μιας σταθερής διαρκούς πραγματικότητας (όπως με την απώλεια του συντρόφου που προαναφέρθηκε, και τον χαμό φίλων και γνωστών, ή ακόμη και με την απομάκρυνση της στενής τους οικογένειας), αλλά και την έλλειψη της καθημερινής βοήθειας που λόγω κινητικών και λοιπών προβλημάτων χρειάζονται, η καθημερινότητα μπορεί να γίνει ιδιαίτερα δύσκολη. Η αίσθηση της μοναξιάς σύντομα οδηγεί σε μια προσωπική παραίτηση, καθώς η έλλειψη συναναστροφής δεν δίνει κίνητρο για προσωπική περιποίηση, καλλωπισμό, ενασχόληση με την επικαιρότητα, εύρεση ενδιαφερόντων και νέων δραστηριοτήτων. Έτσι, ο ηλικιωμένος δεν απομακρύνεται μόνο από τον περίγυρό του και την κοινωνία, αλλά και από οποιαδήποτε επαφή είχε προηγουμένως με τον ίδιο του τον εαυτό.
Η παραίτηση αυτή, προσωπική και κοινωνική, οδηγεί πολύ σύντομα σε ψυχολογική κατάπτωση. Τα αρνητικά συναισθήματα κυριαρχούν και το άτομο κατακλύζεται από θλίψη και απογοήτευση, με αποτέλεσμα να εμφανίζει συχνά σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης. Και καθώς η ψυχική υγεία βρίσκεται σε άμεση αλληλεπίδραση με τη φυσική, οι σωματικές επιπτώσεις δεν αργούν να εκδηλωθούν. Ήδη γνωρίζουμε ότι το άγχος και γενικότερα τα αρνητικά συναισθήματα μπορούν να σωματοποιηθούν ακόμη και σε νέους ανθρώπους με ακμαία φυσική κατάσταση. Οι ηλικιωμένοι, επομένως, που πιθανόν έχουν επιβαρυμένη υγεία ή έστω εξασθενημένη λόγω ηλικίας, έχουν να αντιμετωπίσουν πολύ σημαντικούς κίνδυνους. Πράγματι, ήδη υπάρχοντα προβλήματα υγείας μπορεί να παρουσιάσουν ταχεία επιδείνωση λόγω κακής ψυχολογικής κατάστασης, ενώ δεν αποκλείεται να εκδηλωθούν θέματα που δεν είχαν στο παρελθόν απασχολήσει το άτομο.
Λόγω της καθοριστικής αυτής επίδρασης που η αίσθηση μοναξιάς μπορεί να έχει στη φυσική και ψυχική υγεία των ατόμων, είναι απαραίτητο σαν κοινωνία αλλά και ειδικότερα εμείς οι νέοι, να συμβάλλουμε στην αντιμετώπισή της. Πιο άμεση δράση μπορεί να ληφθεί ως προς την οργάνωση των χώρων φιλοξενίας ηλικιωμένων, οι οποίοι όλο και πληθαίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο. Σημαντικό είναι οι χώροι αυτοί να προσφέρουν μια ποικιλία δραστηριοτήτων με έντονα ομαδικό και συνεργατικό χαρακτήρα, μέσω των οποίων οι συμμετέχοντες να είναι σε θέση να εξασκήσουν τις κοινωνικές τους δεξιότητες και να έρθουν σε επαφή με άλλα άτομα. Ταυτόχρονα, έμφαση πρέπει να δίνεται στην ατομική πρωτοβουλία των ατόμων, προκειμένου να μην διατηρούν μια παθητική στάση που οδηγεί στην αποδυνάμωση του πνεύματός τους, αλλά να εκδηλώνουν δυναμικά τις επιθυμίες τους και να διαμορφώνουν τις δραστηριότητές τους με βάση τον τρόπο που τους ταιριάζει. Μόνο μέσα από την κινητοποίηση και τη συνεχή συμμετοχή στο κοινωνικό περιβάλλον που βρίσκονται, θα αποκτήσουν τα άτομα αυτά την αίσθηση της συντροφικότητας και της ένταξης.
Από την άλλη, στο πλαίσιο του οικογενειακού περιβάλλοντος μπορεί οι δυνατότητες προσφοράς βοήθειας να μην είναι εξίσου ορατές, βρίσκονται όμως περισσότερο στο χέρι μας. Πρωταρχική υποχρέωσή μας είναι να δείχνουμε υπομονή και κατανόηση απέναντι σε άτομα του περίγυρού μας που λόγω ηλικίας μπορεί να δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν μαζί μας με τον προσδοκώμενο από εμάς τρόπο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως για κάποιον που αισθάνεται μοναξιά, το να αναζητήσει τη βοήθειά μας δεν είναι σε καμία περίπτωση εύκολο κι εφόσον το αντιληφθούμε, οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα ασφαλές περιβάλλον στο οποίο θα αισθανθεί άνετα να μας «ανοιχθεί». Το να αφιερώσουμε άλλωστε λίγο χρόνο προκειμένου να επισκεφθούμε ή έστω να συνομιλήσουμε με κάποιον που αισθάνεται μοναχικά, ενώ σε εμάς ίσως φαίνεται πρακτικά ασήμαντο, για τον άλλον μπορεί να αποτελεί τη μοναδική ευκαιρία επαφής μέσα στην ημέρα του.
Επομένως, μέσα από μικρές, καθημερινές, συμβολικές κινήσεις μπορούμε να συμβάλλουμε στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της ψυχικής κατάστασης των ατόμων της τρίτης ηλικίας. Είτε πρόκειται για άτομα του στενού συγγενικού μας περίγυρου είτε ακόμα και αγνώστους που τυχαία συναναστρεφόμαστε, χρειάζεται τουλάχιστον να δείχνουμε ευγένεια και κατανόηση ως προς την επιθυμία τους για επικοινωνία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Τρίτη ηλικία και μοναξιά, psychology.gr, διαθέσιμο εδώ
- Depression in Older Adults: Signs, Symptoms, Treatment, helpguide.org, διαθέσιμο εδώ
- Loneliness in older people, nhs.uk, διαθέσιμο εδώ