8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο ναυάγιο του 7ου αι. μ. Χ. κοντά στις ακτές της νησίδας...

Το ναυάγιο του 7ου αι. μ. Χ. κοντά στις ακτές της νησίδας Yassı Ada: Μια πολύτιμη πηγή πληροφοριών


Του Θανάση Κουκόπουλου,

Το ναυάγιο του Yassı Ada ανακαλύφθηκε το 1958 από τον Peter Throckmorton σε κλίση στα 32-39 μ. βάθος μεταξύ της ελληνικής νήσου Ψέριμου και των τουρκικών ακτών και ανασκάφηκε την περίοδο 1961-64 από ομάδα του πανεπιστημίου της Pennsylvania υπό τον George Bass. Τα ευρήματα των υποβρύχιων ανασκαφών έχουν δημοσιευτεί σε ειδικούς τόμους, αλλά και περιοδικά, ενώ έχουν αποτελέσει και αντικείμενο εκτενούς επανεξέτασης.

Με μήκος κάτω από 21 μ. και χωρητικότητα 60 τόνων, το ναυάγιο στη θέση Yassı Ada αποτελεί κατάλοιπο ενός μικρού φορτηγού πλοίου, το οποίο έπλεε παράκτια. Ένα χάλκινο νόμισμα (φόλλις) που ανακαλύφθηκε και κόπηκε στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ Σεπτεμβρίου 625 και Αυγούστου 626 αποτελεί terminus post quem για τη χρονολόγηση του πλοίου. Ο ύφαλος στην περιοχή αυτή είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος. Αυτό το στοιχείο δικαιολογεί την παρουσία και άλλων ναυαγίων στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένου, μάλιστα, και ενός του 4ου αι. μ.Χ.

Το σημείο, στο οποίο βρέθηκε ένας σωρός από άγκυρες, αποτελεί ένδειξη ότι η πλώρη του ναυαγίου κοιτούσε προς τη νησίδα του Yassı Ada, ενώ ένα σύνολο από πήλινα πλακίδια και μαγειρικά σκεύη υποδεικνύουν ότι το μαγειρείο βρισκόταν στο βάθος, προς την πρύμνη. Μάλιστα, ένα από τα πλακίδια που βρέθηκαν έφερε και οπαίο άνοιγμα, προφανώς για τη διαφυγή των ατμών. Το μαγειρείο διέθετε έναν μεγάλο κλίβανο από πλακίδια με εσχάρα από φορητές σιδερένιες ράβδους.

Φωτογραφία από την ανασκαφή. Πηγή εικόνας: nauticalarch.org

Πρέπει να τονιστεί ότι τα κατάλοιπα των ξύλινων μελών ήταν αποσπασματικά. Λόγω αμέλειας δεν ανανεώθηκε το νερό στις ειδικές δεξαμενές, στις οποίες είχαν αποθηκευτεί, με αποτέλεσμα να μετατραπούν σε σκόνη και να μην σώζονται σήμερα.

Είναι αδύνατο να προσδιοριστεί το ναυπηγείο στο οποίο συναρμολογήθηκε το σκάφος. Πάντως, οι ανασκαφείς συμπέραναν πως προτιμήθηκε η παραδοσιακή ελληνο-ρωμαϊκή πρακτική της κατασκευής του κελύφους σε πρώτη φάση. Μάλιστα, διαπιστώθηκε και η χρήση ακόμα και ημιτελών δοκών και σανίδων, γεγονός που φανερώνει τις περιορισμένες οικονομικές και κατασκευαστικές δυνατότητες της εποχής. Δοκοί προεξείχαν του κελύφους σε κάθε πλευρά με τέτοιο τρόπο, ώστε να σχηματίζουν ζεύγη ορθογώνιων διαμορφώσεων, πάνω στις οποίες στηρίζονταν τα κουπιά.

Στο τελευταίο του ταξίδι, το πλοίο που ναυάγησε στο Yassı Ada μετέφερε περίπου 900 αμφορείς. Η κατάταξή τους σε ομάδες είναι προβληματική. O Bass τους χώρισε, καταρχάς, σε δύο κύριους τύπους: τον 1 και τον 2. Τα βασικά χαρακτηριστικά του τύπου 1 συνίστανται, πάντα σύμφωνα με τον ίδιο μελετητή, στο σχεδόν κυλινδρικό σώμα, σε μία ελαφρά στένωση προς τη βάση, στην ασυμμετρική τοποθέτηση των λαβών και στον πορτοκαλο-καφέ, σε γενικές γραμμές, πηλό, ο οποίος, ωστόσο, παρουσιάζει διάφορες προσμίξεις (π.χ. λευκά ή μαύρα χαλίκια) και αποχρώσεις. Υπογραμμίζεται ότι διαφέρουν έντονα και τα μεγέθη των αμφορέων.

Νομίσματα που βρέθηκαν στο ναυάγιο. Πηγή εικόνας: nauticalarch.org

Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να τονιστεί ότι ο λεγόμενος «τύπος 1» κατά Bass αντιστοιχεί στον γνωστό τύπο LRA1, ονομασία που έχει επικρατήσει στις μέρες μας. Αυτού του είδους οι αμφορείς παράγονται από τις αρχές του 5ου μέχρι τα τέλη του 7ου αι. και οι τόποι προέλευσης είναι η Κιλικία (στη σημερινή νότια Τουρκία), η Κύπρος, η Ρόδος και η Καρία. Η διασπορά τους τεράστια.

Μεγάλο ζήτημα είναι ο χωρισμός σε «υπο-ομάδες». Ο Van Alfen επανεξέτασε αυτούς τους αμφορείς, χωρίζοντάς τους αυτήν τη φορά σε 11 «υπο-τύπους» (καθένας από αυτούς, μάλιστα, διακρινόταν σε υποδιαιρέσεις), χωρίς, ωστόσο, να έχει τη δυνατότητα να προβεί σε πετρογραφική ανάλυση, ώστε να εξετάσει με λεπτομέρεια τη σύστασή τους. Επομένως, η προσπάθειά του δεν είχε νόημα.

Εγχάρακτα σημεία (graffiti) εντοπίζονται συχνά στους αμφορείς LRA1. Στην περίπτωση του Yassı Ada αυτά είναι πολύ λίγα. Η ερμηνεία τους είναι δύσκολη υπόθεση. Ενδέχεται να φανερώνουν είτε τον έμπορο, είτε το περιεχόμενο, είτε τη χωρητικότητα, αν θεωρηθούν αριθμοί. Πάντως, η γραφή ΕΛΕ ίσως να υποδεικνύει την ύπαρξη λαδιού (ἔλαιον). Σε τουλάχιστον έναν αμφορέα LRA1 βρέθηκε πυρήνας από σταφύλι. Σε κάποιους άλλους η ανίχνευση επένδυσης ρητίνης υποδηλώνει την ύπαρξη κρασιού ή κάποιου άλλου αλκοολούχου προϊόντος. Υπάρχουν και ενδείξεις για επανάχρηση ορισμένων (π.χ. σε έναν βρέθηκε οπαίο άνοιγμα στο ύψος της λαβής, ενώ ένα τμήμα του χείλους έλειπε˙ οι ακανόνιστες ρωγμές σε αυτά τα σημεία φαίνεται ότι χάρη σε εσκεμμένες επεμβάσεις απέκτησαν μια κανονικότητα).

Αμφορέας «τύπου 1». Πηγή εικόνας: nauticalarch.org

Ο δεύτερος κύριος τύπος αφορά σφαιρικούς αμφορείς, τους οποίους ο Bass χωρίζει σε δύο «υπο-τύπους». Ο 2a περιλαμβάνει αμφορείς με μία συνεχόμενη ζώνη από στενές και μερικές φορές κυματοειδείς αυλακώσεις. Στον υπο-τύπο 2b το σώμα διακοσμείται με πολλές διαφορετικές ζώνες αυλακώσεων. Τέτοιου είδους αμφορείς είναι πολύ δημοφιλείς από τα μέσα του 7ου μέχρι και τα τέλη του 8ου ή και τον 9ο αι. Υπόψιν ότι στο ναυάγιο του Yassı Ada υπερέχουν κατά πολύ αριθμητικά.

Ο Van Alfen αποπειράθηκε να επανεξετάσει και αυτούς, δεδομένης της ύπαρξης διαφοροποιήσεων, όσον αφορά το ακριβές σχήμα τους. Αν και ο Van Doorninck τους είχε χωρίσει από πριν σε τέσσερις «υπο-τύπους», ο van Alfen εντόπισε πολλούς άλλους, οι οποίοι αντιπροσωπεύονται από λίγα παραδείγματα και τους οποίους για πρακτικούς λόγους ενέταξε σε μία γενική ομάδα, την οποία ονόμασε “S”. Βέβαια, το πολύ σοβαρό λάθος του έγκειται στη σύγχυση του σφαιρικού αμφορέα με τον τύπο LRA2. Οι μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν απέδειξαν την ύπαρξη τυποποίησης της παραγωγής τέτοιων αγγείων, σε μεγάλο βαθμό τουλάχιστον. Είναι δυνατή η χρονολόγησή τους ακόμη και στο β΄ μισό του 7ου αι. Αυτό το στοιχείο θα πρέπει, προφανώς, να οδηγήσει και σε μια οψιμότερη χρονολόγηση της στιγμής που ναυάγησε το σκάφος και όχι κοντά στο 625/6.

Οι περιπτώσεις εγχάρακτων σημείων πάνω στους σφαιρικούς αμφορείς είναι περισσότερες από ότι στους LRA1. Όπως είναι φυσικό, η χάραξη στους περισσότερους πραγματοποιούταν πριν την όπτηση. Μελετώντας συνολικά τα graffiti από τους αμφορείς του ναυαγίου ο Van Doorninck διατύπωσε την άποψη ότι κάποιοι θα μπορούσαν να υποδεικνύουν κάποια συγκεκριμένη χρονολογία, αν και, όπως παραδέχεται ο ίδιος, πρόκειται για υπόθεση. Υπάρχουν, επίσης, αναφορές στη χριστιανική πίστη, όπως Χριστογράμματα και σταυροί. Το εγχάρακτο ΓΛΥ ενδέχεται να σημαίνει γλυκύς ή γλυκέλαιον, με το τελευταίο να χρησιμοποιείται για θρησκευτικούς σκοπούς.

Πλακίδια από το μαγειρείο του πλοίου. Πηγή εικόνας: nauticalarch.org

Σε 30 σφαιρικούς αμφορείς βρέθηκαν σπόροι που διαπιστώθηκε ότι προέρχονται από ένα ακανθώδες και θαμνώδες φυτό, το Sarcopolerium spinosum, το οποίο πιστεύεται ότι χρησιμοποιήθηκε ως υπόστρωμα για τη συγκράτηση των αμφορέων κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Βρέθηκαν, επίσης, 1380 πυρήνες από σταφύλια σε συνολικά 69 αμφορείς, σε 31 αποσαθρωμένοι πυρήνες ελιών και σε ορισμένους άλλους ακόμα και φακές.

Στα άλλα ευρήματα συμπεριλαμβάνονται δείγματα εφυαλωμένης κεραμικής σε λευκό πηλό GWW I, πώματα αγγείων, συχνά με επένδυση ρητίνης, πινάκια, κούπες και οινοχόες, μερικά άλλα είδη αμφορέων, μεταξύ των οποίων και τα λεγόμενα σπαθία, μία εργαλειοθήκη που περιείχε γύρω στα 40 εργαλεία, καρφιά και ένα μεγάλο φύλλο μόλυβδου κ.ά.

Μία ζυγαριά διέθετε την εξής επιγραφή: «ΓΕΟΡΓΙΟΥ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΝΑΥΚΛΕΡΟΥ». Αυτή υποδηλώνει προφανώς σχέση με την Εκκλησία, παρά την ηλικία του, δεδομένου ότι έχουν καταγραφεί και άλλες περιπτώσεις ιερέων-ναυκλήρων. Τέλος, και οι άγκυρες που ανακαλύφθηκαν είναι πολύ σημαντικές.

Αντίβαρο που αποδίδει μάλλον τη θεά Αθηνά. Δείγμα της επιβίωσης του κλασικού πολιτισμού στα βυζαντινά χρόνια. Πηγή εικόνας: nauticalarch.org

Αμφορείς LRA1 ανακαλύπτονται συχνά σε μεγάλες ποσότητες σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Είναι γνωστό ότι η Εκκλησία έπαιζε σημαντικό ρόλο στον ανεφοδιασμό των βυζαντινών στρατευμάτων (annona militaris). Μάλιστα, στη Σάμο ανακαλύφθηκαν μοναστηριακές εγκαταστάσεις, οι οποίες περιελάμβαναν, μεταξύ άλλων, και πιεστήρια σταφυλιών και ελιών, καθώς και 120 αμφορείς LRA 1. Έτσι, θεωρήθηκε ότι το εν λόγω μοναστήρι συνδεόταν με την annona militaris και αυτή με τους πολέμους της εποχής του Ηρακλείου κατά των Περσών.

Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, το κεραμικό υλικό οδηγεί μάλλον στην απόρριψη της κρατούσας μέχρι τώρα άποψης, καθώς το πλοίο πρέπει να ναυάγησε προς τα τέλη 7ου αι. Ίσως μια σύνδεση με τις αλλεπάλληλες αραβικές εκστρατείες της περιόδου 660-680 και, πιο συγκεκριμένα, με την προσπάθεια του Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Δ΄ (668-685) να αποκρούσει τον ισλαμικό κίνδυνο, είναι πιο ρεαλιστική. Σύμφωνα με μια άλλη ερμηνεία, το φορτίο θα μπορούσε να αποτελεί φόρο σε είδος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Poulou-Papadimitriou, Natalia, “The Aegean during the ‘transitional’ period of Byzantium: the archaeological evidence”, στο: J. Crow & D. Hill (επιμ.), Naxos and the Byzantine Aegean: Insular Responses to Regional Change, τ. 7, Αθήνα 2018, 29-50
  • Van Alfen, Peter, “New light on the 7th-c. Yassi Ada shipwreck: capacities and standard sizes of LRA 1 Amphoras”, Journal of Roman Archaeology 9 (1996), 189-213
  • Van Alfen, Peter, “The Restudy of LRA 2 Amphoras from the Seventh-Century Yassiada Shipwreck”, στο: D. Carlson, S. M. Kampbell, J. Leidwanger (επιμ.), Maritime Studies in the Wake of the , Byzantine Shipwreck at Yassıada, Turkey, Texas 2015, 17-34
  • Van Doorninck, Frederick, “The Cargo Amphoras on the 7th century Yassı Ada and 11th century Serçe Limanı Shipwrecks: Two Examples of a reuse of Byzantine amphoras as transport jars”, Bulletin de Correspondance Hellénique XVIII (1989), 247-257
  • Van Doorninck, Frederick, “Byzantine Shipwrecks”, στο: Α. Ε. Laiou (επιμ.), The Economic History of Byzantium: From the Seventh through the Fifteenth Century, Washington 2002, 899-905
  • Van Doorninck, Frederick, “The Seventh-Century Byzantine Ship at Yassıada and her final voyage: Present Thoughts”, στο: D. Carlson, S. M. Kampbell & J. Leidwanger (επιμ.), Maritime Studies in the Wake of the Byzantine Shipwreck at Yassıada, Turkey, Texas 2015, 205-216

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Κουκόπουλος
Θανάσης Κουκόπουλος
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ με ειδίκευση στην αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης. Γνωρίζει πολύ καλά αγγλικά και μαθαίνει γερμανικά και ρωσικά. Αγαπάει πολύ την αρχαιολογία, την ιστορία της τέχνης και την ιστορία γενικότερα και ιδιαίτερα τον βυζαντινό πολιτισμό, αλλά και την μπαρόκ τέχνη. Όνειρό του είναι να γίνει θεράπων της βυζαντινολογίας.