Της Μαριτίνας Γκίνη,
Συνηθίζουμε να λέμε πως κάθε αρχή είναι δύσκολη, δύσκολη, όμως, είναι και η διαδρομή, αλλά και το τέλος. Το τέλος… Mια λέξη με μόνο πέντε γράμματα, αλλά τόσο δύσκολη να την προφέρεις κάποιες φορές, τόσο βαθιά η σημασία της που την καθιστά πραγματικά βαριά. Για να την πει κανείς χρειάζεται σκέψη, ψυχραιμία και πολλή σιγουριά. Άλλες φορές πονάει την ώρα που τη λες, άλλες λειτουργεί ως το πιο ισχυρό αναλγητικό και σε ανακουφίζει.
Έχει κανείς μας, άραγε, αναλογιστεί ποτέ πώς νιώθει ο απέναντί μας, όταν του ανακοινώνουμε πως κάτι τελειώνει; Πώς αυτή η τόσο μικρή λέξη ξαφνικά δημιουργεί μεγάλα συναισθήματα, ακαθόριστα, ανάμεικτα, αδύνατο να ειπωθούν εκείνη τη στιγμή; Μπορεί να λέμε πως κάθε τέλος είναι και μια νέα αρχή, αλλά όσο δύσκολο είναι να γίνει αυτή η αρχή, τόσο δύσκολο είναι και να τελειώσει. Κάθε φορά που τελειώνει κάτι, νιώθουμε πως μεγαλώνουμε, πως κλείνει μια εποχή και κάτι καινούριο ξεκινάει, όταν εμείς είμαστε έτοιμοι να το ξεκινήσουμε.
Πόσο δεκτικοί είμαστε, όμως, με το τέλος; Αν ρωτούσε κανείς εμένα προσωπικά, θα έλεγα πως ο καθένας μας θέλει τον δικό του χρόνο για να συνειδητοποιήσει πως κάτι τέλειωσε, πως όσα θεωρούσε δεδομένα άλλαξαν. Όπως το ξεκίνημα, έτσι και το τέλος, θέλουν τον χρόνο τους για να υπάρξουν, να μεγαλώσουν και να γίνουν αποδεκτά. Το ακαριαίο τέλος, ο ξαφνικός θάνατος, όπως λένε κάποιοι, είναι αυτό που μας στοιχίζει περισσότερο από όλα, έρχεται ξαφνικά και κάνει τόσο θόρυβο που δεν προλαβαίνεις να κατανοήσεις τι συμβαίνει, αφού αυτό έχει ήδη συμβεί.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως υπάρχουν διάφορες κατηγορίες στο τέλος. Υπάρχει το προδιαγεγραμμένο τέλος, αυτό που από την αρχή γνωρίζουμε ότι ακολουθεί, ότι ο κύκλος που άνοιξε θα ολοκληρωθεί, άλλοτε σύντομα και άλλοτε σε μεγαλύτερο διάστημα. Υπάρχει το τέλος που προειδοποιεί για την άφιξή του, δείχνει διάφορα σημάδια που κάποιες φορές γίνονται αντιληπτά μόλις λήξει κάτι, ενώ κάποιες άλλες είναι πολύ εμφανή από την αρχή. Σε αυτή την περίπτωση, έχει κανείς τον χρόνο να προετοιμαστεί. Δυστυχώς, υπάρχει και το αιφνίδιο τέλος, εκεί όπου όλα μένουν μετέωρα, αναπάντητα, αφού κανείς δεν το περιμένει και κανείς δεν έχει προετοιμαστεί για αυτό.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, το τέλος αποτελεί και πηγή έμπνευσης. Πόσα τραγούδια έχουν γραφτεί με αφορμή το τέλος μιας σχέσης, μιας φιλίας… αμέτρητα. Πόσα ποιήματα έχουν αφιερωθεί σε αυτήν τη λέξη, πόσος πόνος του τέλους ή χαρά του τέλους έχει κλειστεί μέσα σε λόγια και μελωδίες. Ακόμα και εμείς οι ίδιοι έχουμε γίνει εφευρετικοί, μιας και έχουμε βρει πολλούς διαφορετικούς τρόπους να χρησιμοποιούμε τη λέξη τέλος. Άλλοι το αποκαλούν φινάλε, άλλοι λένε πως η αυλαία έπεσε, άλλοι το λένε τέλος ιστορίας. Το τέλος επηρεάζει την τέχνη και η τέχνη το τέλος.
Με όποιον τρόπο και να ανακοινώσει κανείς πως κάτι τελειώνει, ο πόνος είναι ίδιος, το συναίσθημα του κενού παραμένει και περιμένει να γεμίσει ξανά. Άλλες φορές είναι αναγκαίο και άλλες επιπόλαιο, σημασία έχει να είναι αποτέλεσμα συγκροτημένης και συνειδητοποιημένης σκέψης. Κάποτε είχα ακούσει κάποιον να λέει πως το τέλος και το πάντα είναι δύο πολύ μεγάλες λέξεις για να χρησιμοποιούνται επιπόλαια και για μικροπράγματα.
Ίσως κάποια στιγμή μιλήσουμε και για το πάντα…