Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,
Παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα το ποσοστό εγκατάλειψης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης είναι χαμηλό σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, υπάρχει μέριμνα για την επανένταξη των ατόμων στην εκπαιδευτική διαδικασία. Μεταξύ των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εκπαίδευση και την κατάρτιση, υπάρχει πρόβλεψη «για την αντιμετώπιση του κοινωνικού και εκπαιδευτικού αποκλεισμού των μη προνομιούχων νέων», η οποία παίρνει σάρκα και οστά μέσα από τον θεσμό των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας. Για την ιστορία, το πρώτο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας στην Ελλάδα λειτούργησε για πρώτη φορά το σχολικό έτος 1999-2000 (Σ.Δ.Ε. Περιστερίου). Σήμερα, λειτουργούν 66 Σ.Δ.Ε., εκ των οποίων 12 σε Καταστήματα Κράτησης και 22 τμήματα εκτός έδρας στις 13 Περιφέρειες της χώρας.
Τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας είναι δημόσια σχολεία που απευθύνονται σε ενήλικες. Η φοίτηση αφορά, δηλαδή, ανθρώπους άνω των 18 ετών, οι οποίοι για διάφορους λόγους (οικονομικούς, οικογενειακούς, κοινωνικούς) δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν την υποχρεωτική εκπαίδευση. Μοναδικό προαπαιτούμενο για την εγγραφή τους στις εν λόγω σχολικές μονάδες είναι η κατοχή απολυτηρίου του Δημοτικού Σχολείου. Με την επιτυχή ολοκλήρωση της φοίτησής τους, αποκτούν απολυτήριο ισότιμο με το απολυτήριο του Γυμνασίου, ενώ υπάρχει δυνατότητα να συνεχίσουν τη φοίτησή τους στο Λύκειο και αργότερα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Ιδρύθηκαν με τον Ν. 2525/1997.
Ποιος είναι, όμως, ο σκοπός της λειτουργίας του εν λόγω θεσμού; Τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας αποσκοπούν, όπως προαναφέρθηκε, στην ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ατόμων άνω των 18 ετών. Επίσης, μεριμνούν ώστε να αναπτύξουν οι ενήλικες εκπαιδευόμενοι τις γνώσεις τους σε ορισμένα αντικείμενα, αλλά και να αποκτήσουν δεξιότητες, οι οποίες θα σταθούν χρήσιμες στην προσωπική και επαγγελματική τους πορεία. Με τον τρόπο αυτό, βρίσκουν ένα μέσο για να επανενταχθούν στο εκπαιδευτικό σύστημα και, στη συνέχεια, να διεκδικήσουν εκ νέου τη θέση τους στο κοινωνικό και επαγγελματικό περιβάλλον, έχοντας πλέον στις «αποσκευές» τους νέες γνώσεις και μάλιστα πιστοποιημένες. Ωστόσο, το σημαντικότερο, ίσως, από τα οφέλη που μπορεί να αποκομίσει ο εκπαιδευόμενος-απόφοιτος είναι η οπτική με την οποία αντιμετωπίζει τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς οι καρποί της προσπάθειάς του αποδίδουν, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η αυτοεκτίμησή του.
Υπάρχουν ορισμένες διαφοροποιήσεις στον τρόπο λειτουργίας σε σύγκριση με αυτά που εφαρμόζονται σε ένα γενικό σχολείο. Ειδικότερα, η φοίτηση διαρκεί 2 εκπαιδευτικά έτη, ενώ τα μαθήματα διεξάγονται κατά τις απογευματινές ώρες και συνολικά οι ώρες είναι 25 ανά εβδομάδα.
Όσον αφορά το πρόγραμμα σπουδών, έμφαση δίδεται, μέσω των Γραμματισμών, στην Ελληνική Γλώσσα, τα Μαθηματικά, τα Αγγλικά και την Πληροφορική, μαθήματα χρήσιμα για τη ζωή και την ένταξη στην αγορά εργασίας. Από εκεί και πέρα, ξεχωριστή θέση κατέχουν τα αντικείμενα που διαφέρουν από αυτά που συναντάμε συνήθως στο τυπικό σχολείο, όπως η Κοινωνική Εκπαίδευση. Κάποιες ώρες προσφέρονται ακόμα για Πολιτισμική – Αισθητική Αγωγή, Διαθεματικά Σχέδια Δράσης και Διαθεματικά Εργαστήρια. Αξίζει να σημειωθεί ότι βασικός άξονας των μαθημάτων είναι οι εμπειρίες και τα ενδιαφέροντα των εκπαιδευόμενων.
Σπουδαίο ρόλο για την επίτευξη των στόχων που τίθενται διαδραματίζει ο εκπαιδευτής. Πιο συγκεκριμένα, ο διδάσκων πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει γνώσεις, αλλά, ταυτόχρονα, να διακρίνει τις δεξιότητες των εκπαιδευόμενων και να τους κινητοποιεί, να τους προσφέρει κίνητρα, ώστε να συνεχίσουν την προσπάθειά τους. Εκτός από την απόκτηση γνώσεων, ιδιαίτερα σημαντική είναι η παρουσία και η παροχή υπηρεσιών από Συμβούλους Σταδιοδρομίας και Ψυχολόγους.
Οι λόγοι για τους οποίους επιλέγει κανείς να επιστρέψει στα θρανία ποικίλλουν: άλλοι έχουν ως όνειρο ζωής να αποκτήσουν το πολυπόθητο απολυτήριο και να ολοκληρώσουν έναν κύκλο, ο οποίος έμεινε ημιτελής˙ άλλοι το αντιμετωπίζουν ως μια ευκαιρία να διεκδικήσουν μια νέα ζωή. Με τη γνωστοποίηση της ύπαρξης και των δράσεων του θεσμού η «αγκαλιά» των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας μπορεί να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο.
Το βέβαιο είναι ότι οι εκπαιδευόμενοι επιλέγουν συνειδητά να αποκτήσουν γνώσεις και δεξιότητες, να δημιουργήσουν νέους δεσμούς και να θέσουν «εκτός κάδρου» για λίγο τα προσωπικά τους προβλήματα. Η συνεργασία σχολείου, εκπαιδευτικών και εκπαιδευομένων μόνο οφέλη μπορεί να επιφέρει. Η υπομονή και η επιμονή που επιδεικνύουν οι άνθρωποι οι οποίοι εκμεταλλεύονται τη δεύτερη ευκαιρία που τους δόθηκε αποτελεί το πιο αισιόδοξο μήνυμα: αξίζει πάντα να προσπαθούμε και να μην εγκαταλείπουμε!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, inedivim.gr, διαθέσιμο εδώ