Του Κώστα Νωτούδα,
Σε κάθε εποχή, η εκάστοτε νέα γενιά έχει και τους δικούς της προβληματισμούς. Στην Ελλάδα, μετά την λήξη του Eμφυλίου πολέμου, το 1949, δημιουργήθηκε στους νέους ανθρώπους η ανάγκη της συμμετοχής στην πολιτική. Το φαινόμενο αυτό εντάθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και κορυφώθηκε μετά την Mεταπολίτευση με την νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 1981. Είτε διαφωνεί είτε συμφωνεί κάποιος με το βασικό κόμμα που εκπροσώπησε το «αντιδεξιό ρεύμα» για αρκετά χρόνια, δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει ότι ήταν αυτό που προέτρεψε την μαζική συμμετοχή στην πολιτική, ιδίως των νέων ανθρώπων. Ωστόσο, επειδή οι εποχές άλλαξαν, οι νέοι που ασχολούνται με την πολιτική είναι πλέον ελάχιστοι.
Οι περισσότεροι εξ αυτών δεν πηγαίνουν ούτε να ψηφίσουν στις εκλογικές αναμετρήσεις. Κάτι τέτοιο οφείλει να προβληματίσει όλους τους πολίτες, αλλά και το πολιτικό σύστημα συνολικά. Το πρόβλημα των νέων ανθρώπων δεν είναι μόνο η οικονομική κρίση, αλλά και τα σκάνδαλα που έχουν προκύψει στην πολιτική ζωή όλα αυτά τα χρόνια, με την αναξιοκρατία, την ατιμωρησία και την κοινωνική αδικία να κυριαρχεί. Οι νέοι σήμερα, όμως, διακατέχονται και από έλλειψη «πολιτικής κουλτούρας», την οποία δεν διδάχθηκαν μέσα στην οικογένεια, το σχολείο και την κοινωνία, με συνέπεια να μην συνειδητοποιούν την πολιτική ευθύνη και να γίνονται έρμαια της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας. Ο σύγχρονος άνθρωπος προτάσσει το ατομικό του συμφέρον πάνω από το συλλογικό, βαλλόμενος από το σύγχρονο καταναλωτικό πρότυπο που προτάσσει την οικονομική ευρωστία ως την μόνη αξία που μετράει. Συνεπώς, αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνει κοινωνικά ανάλγητος.
Επιπλέον, η τάση της εποχής θέλει τους νέους να μην είναι τόσο προσκολλημένοι στις πολιτικές ιδεολογίες. Βέβαια, κάτι τέτοιο έχει δύο όψεις, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη πολιτική αδιαφορία. Επίσης, οι ραγδαία μεταβαλλόμενοι ρυθμοί ζωής δεν δίνουν την ευκαιρία στους νέους να αναπτύξουν στον πλήρη βαθμό την κριτική τους σκέψη για την πολιτική. Εξάλλου, οι περισσότεροι αγωνίζονται για την οικονομική τους επιβίωση. Μέσα σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο οι πολιτικές παρατάξεις, προκειμένου να συνεχίσουν να πρωταγωνιστούν, τοποθετούν στα ψηφοδέλτια τους ανθρώπους κοινωνικά προβεβλημένους, οι οποίοι όμως μπορεί να έχουν αμφιλεγόμενες πολιτικές ικανότητες.
Ένας πολίτης που δεν ενδιαφέρεται για τα κοινά δίνει το δικαίωμα σε κάθε πολιτικό να παγιώσει ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, αφού ξέρει ότι δεν θα συναντήσει αντίδραση. Η απουσία κοινωνικού προβληματισμού, η υιοθέτηση παθητικής στάσης, η αδιαφορία που καταπατά κάθε έννοια υπευθυνότητας και ελευθερίας των ανθρώπων, ανοίγει τον δρόμο για δημαγωγία. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχει διάλογος και έλεγχος, καθώς οι πολίτες δεν συμμετέχουν στα κοινά παρά μόνο στις εκλογικές αναμετρήσεις και η πολιτική ηγεσία από την ώρα που δεν ελέγχεται παύει να εκφράζει την λαϊκή βούληση. Η πολιτεία οδηγείται σε πλήρη στασιμότητα, ενώ δεν προωθείται το συλλογικό συμφέρον.
Επιλογικά, όλοι οι παραπάνω λόγοι οδηγούν τους νέους μακριά από την πολιτική ζωή. Ένας πολίτης που επιδιώκει να έχει θετική παρουσία στην πολιτική ζωή είναι απαραίτητο να κατανοήσει την ύπαρξη ηθικής και αξιών και να νιώσει ότι βρίσκεται σε ένα δίκαιο κράτος, το οποίο θα του παρέχει ασφάλεια και κυρίως θα τον αντιμετωπίζει με ισονομία. Θα πρέπει να αισθανθεί πως ο ίδιος συμμετέχει στην διαδικασία λήψης αποφάσεων και στην εφαρμογή αυτών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η απολιτικοποίηση των νέων, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ
- Oι ζωές των νέων, σε μια α-πολιτική εποχή, protothema.gr, διαθέσιμο εδώ