14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ ιστορία κι η εξέλιξη του τζαμιού μέσα στον χρόνο (7ος–20ος αιώνας)

Η ιστορία κι η εξέλιξη του τζαμιού μέσα στον χρόνο (7ος–20ος αιώνας)


Του Σπύρου Βαλαβάνη,

Το τζαμί ή τέμενος αποτελεί τον τόπο λατρείας της ισλαμικής θρησκείας. Μέσα σε αυτόν τον ιερό χώρο οι πιστοί εισέρχονται για να προσευχηθούν, ενώ κάθε Παρασκευή πραγματοποιείται η ομαδική προσευχή της κοινότητας. Ως πρώτο τζαμί στην ιστορία θεωρείται το σπίτι του Μωάμεθ στη Μεδίνα, όπου ο Προφήτης καλούσε τους οπαδούς του, προκειμένου να τους κηρύξει τον Λόγο του Θεού. Από τότε ως και σήμερα οι μουσουλμάνοι ακολουθούν το παράδειγμα του Μωάμεθ μέσω της ομαδικής προσευχής στον χώρο του τζαμιού. Στο παρών άρθρο θα αναλυθεί η εξελεγκτική ιστορία του τζαμιού  από τους πρώτους αιώνες του Ισλάμ ως και σήμερα.

Αρχικά, θα πρέπει να τονίσουμε πως λίγα τζαμιά διατηρούνται από τους πρώτους αιώνες του Ισλάμ. Ένα από τα παλαιότερα δείγματα, τo οποίο βρίσκεται ακόμα εν λειτουργεία είναι ο λεγόμενος Θόλος του Βράχου στην Ιερουσαλήμ. Το τέμενος χτίστηκε το 692 από τον Ομμευάδη χαλίφη Αμπντ αλ-Μάλικ πάνω στον όρο του Ναού, στην παλαιά πόλη, ο οποίος αποτελεί ιερό τόπο και για τις τρεις Αβρααμικές θρησκείες, καθώς στο σημείο αυτό, σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, είχε λάβει χώρα η Θυσία του Αβραάμ, καθώς και η ανέγερση του Πρώτου Ναού από τον βασιλιά Σολομώντα. Αργότερα, σύμφωνα με το Κοράνι, από αυτό το σημείο, ο Προφήτης Μωάμεθ ανελήφθη στους ουρανούς, όπου ήρθε σε επαφή με τον Θεό. Ο Θόλος έχει οκταγωνική κάτοψη με δύο κιονοστοιχίες στο εσωτερικό, εκ των οποίων η μία διαμορφώνεται στο οκταγωνικό σχήμα του τεμένους, ενώ η άλλη σχηματίζει κύκλο πάνω στην οποία στηρίζεται ο τρούλος. Μαρτυρείται επίσης πως ο χαλίφης είχε αναλάβει σε Βυζαντινούς ψηφοθέτες για τη δημιουργία των ψηφιδωτών του Θόλου.

Ακολουθεί το Μεγάλο Τέμενος της Δαμασκού, της πρωτεύουσας της Συρίας και έδρας της δυναστεία των Ομμευάδων. Το τέμενος κτίστηκε πάνω στα ερείπια ρωμαϊκού ναού του 4ου αιώνα, ο οποίος αργότερα μετατράπηκε σε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, για να μετατραπεί σε τέμενος μετά τη κατάκτηση της πόλης από τους Άραβες το 635. Η σταδιακή αυτή μετατροπή έγινε στα χρόνια του χαλίφη Ουαλίντ Α΄ (705-715), ωστόσο παραμένει αξιοθαύμαστο πως μέσα στο πέρασμα των αιώνων διατηρήθηκαν τόσο τα λείψανα του αρχαίου ναού, όσο και τα αρχιτεκτονικά μέλη της χριστιανικής φάσης του μνημείου, καθώς και το προσκύνημα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Το τέμενος αποτελείται από μία μεγάλη αυλή και μία ξυλόστεγη αίθουσα διαστάσεων 150 x 40 μέτρα στο εσωτερικό, όπου φυλάσσεται και το προσκύνημα του αγίου. Το Μέγα Τέμενος της Δαμασκού αποτελεί ένα μοναδικό παράδειγμα μνημείου, όπου συνυπάρχουν η αρχαία ελληνική με τη χριστιανική και τη μουσουλμανική αρχιτεκτονική.

Το Μέγα Τέμενος της Δαμασκού. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Στη συνέχεια μεταφερόμαστε στην άλλη άκρη της Μεσογείου στην Ιβηρική χερσόνησο, η οποία είχε κατακτηθεί από τους Άραβες το 711. Το 756 ο Ομμευάδης Απντ αλ-Ραχμάν Α΄ ανεξαρτητοποιήθηκε από τους Αββασίδες, που στο μεταξύ είχαν ανατρέψει τη δυναστεία, δημιουργώντας δικό του εμιράτο με έδρα την Κόρδοβα. Το Μεγάλο Τέμενος, κόσμημα της πόλης ακόμη και σήμερα, ξεκίνησε να οικοδομείται κατά τον 8ο αιώνα και ύστερα από πολλές φάσεις και προσθήκες από τους εκάστοτε ηγέτες της να λάβει την τελική του μορφή κατά τον 11ο αιώνα. Την οικοδόμηση του ναού ξεκίνησε ο Αμπτ αλ-Ραχμάν Α΄, για να επεκταθεί αργότερα από τους Αμπντ αλ-Ραχμάν Β΄, Αλ-Χακάμ Β΄ και τέλος από τον Αλ-Μανσούρ. Το τέμενος στην τελική του μορφή αποτελείται από μία αυλή και μία υπόστυλη αίθουσα 179×128 μέτρα, με 19 κλίτη. Μετά τη Ρεκονκίστα το τέμενος μετατράπηκε σε καθολική εκκλησία. Ένα άλλο γνωστό τέμενος της Ισπανίας είναι και το Bib al Marmud ή San Cristo de la Luz στο Τολέδο, που χρονολογείται στα τέλη του 10ου αιώνα.

Το Μέγα Τέμενος της Σαμάρα στο Ιράκ κτίστηκε το 832 από τον Αββασίδη χαλίφη Αλ-Μουταουάκιλ και πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση ισλαμικό τέμενος του κόσμου, αφού καλύπτει συνολικά 38 στρέμματα. Η κατασκευή του τεμένους είχε γίνει αποκλειστικά με τούβλα, ενώ ξεχωρίζει ο ιδιαίτερος μιναρές του ελικοειδούς σχήματος, που στέκεται σε πολύ καλή κατάσταση απέναντι από το τέμενος. Σήμερα το τέμενος βρίσκεται σε κακή κατάσταση και λειτουργεί μόνο ως αρχαιολογικός χώρος.

Από τον 8ο αιώνα και μετά αρχίζει η διάσπαση του αραβικού κόσμου σε διάφορα κράτη και δυναστείες. Στην Αίγυπτο, που τον 10ο αιώνα διοικούνταν από τη δυναστεία των Φατιμιδών κτίστηκε το 972 το Τέμενος Al Azhar στο Κάιρο, την πρωτεύουσα του χαλιφάτου, λίγο μετά την ίδρυση της πόλης. Πρόκειται για μνημείο μοναδικής ομορφιάς και αισθητικής, καθώς το χαρακτηρίζουν οι εντυπωσιακές ανάγλυφες διακοσμήσεις με φυτικά θέματα και κουφικές επιγραφές. Την οικοδόμηση του τεμένους είχε αναλάβει ο Jawhar al-Ṣiqillī, ένας ελληνικής καταγωγής στρατηγός του χαλίφη al-Mu’izz. Μερικούς αιώνες αργότερα, κατά τη περίοδο των Μαμελούκων, χτίζεται, το 1356-1363, το Τέμενος του Χασάν από τον ομώνυμο σουλτάνο, που θεωρείται επίσης ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία της πόλης.

Το Al-Azhar στο Κάιρο. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Εν τω μεταξύ στην Περσία, η οποία αποτελούσε τα έσχατα εδάφη του αββασιδικού χαλιφάτου στην Ανατολή, η αρχιτεκτονική των τζαμιών συνδύαζε την αραβική με την τοπική κληρονομία. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι το Μέγα Τέμενος του Ισπαχάν. Το εν λόγω τέμενος χτίστηκε αρχικά τον 8ο αιώνα από τους Αββασίδες, αλλά με το πέρασμα των αιώνων υπέστη πολλές επεκτάσεις και προσθήκες από τις διάδοχες δυναστείες. Ένα τεράστιο έργο ανακαίνισης πραγματοποιήθηκε κατά τον 11ο αιώνα, όταν η πόλη ήταν πρωτεύουσα της αχανούς σελτζουκικής αυτοκρατορίας.

Με την άνοδο και την εδραίωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά τον 14ο–16ο αιώνα στο μεγαλύτερο μέρος του μουσουλμανικού κόσμου της Μεσογείου, εγκαινιάστηκε μία νέα χρυσή εποχή στην αρχιτεκτονική των τζαμιών, την οποία για πρώτη φορά συναντάμε και στην περιοχή των Βαλκανίων. Καθώς στα Βαλκάνια δεν είχαν αναπτυχθεί μουσουλμανικές κοινότητες πριν την οθωμανική κατάκτηση, τα περισσότερα τζαμιά χρονολογούνται από εκείνη την περίοδο και μετά. Μεγάλα τεμένη χτίστηκαν στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, πολλά από αυτά πάνω στα ερείπια των βυζαντινών μνημείων. Ένα από αυτά είναι και το Σουλεϊμανιγιέ Τζαμί, που χτίστηκε από τον σουλτάνο Σουλεϊμάν Α΄ τον Μεγαλοπρεπή σε σχέδια του μεγάλου αρχιτέκτονα της εποχής Μιμάρ Σινάν. Καλύπτει μία έκταση 250×350 μέτρων και αποτέλεσε τόπος ενταφιασμού του σουλτάνου, της οικογένειάς του, καθώς και αρκετών διαδόχων του. Επίσης, το Sultanahmet τζαμί, γνωστό και ως Μπλε τζαμί, χτίστηκε το 1609 από τον σουλτάνο Αχμέτ Α΄ σε σχέδια του  Σεντεφχάρ Μεχμέτ Αγά, μαθητή του Σινάν. Πρόκειται για το μεγαλύτερο τέμενος της Κωνσταντινούπολης, που μαζί με την Αγία Σοφία αποτελούν τα διασημότερα μνημεία της πόλης.

Το Σουλεϊμανιγιέ Τζαμί στη Κωνσταντινούπολη. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Τέλος, στην Ελλάδα τα τζαμιά είχαν μικρότερο μέγεθος και επαρχιακό χαρακτήρα. Επιπλέον, αρκετά υπέστησαν μεγάλες καταστροφές κατά τη διάρκεια των ελληνοτουρκικών πολέμων, λόγω των αρνητικών συνειρμών που προκαλούσαν. Σήμερα, τα περισσότερα από αυτά λειτουργούν ως μουσειακοί κα εκθεσιακοί χώροι. Το Τζαμί του Μεχμέτ Α΄ Τζελεμπί στο Διδυμότειχο χτίστηκε το 1420 από τον τοπικό καδή Σεγίτ Αλή Εφέντη και τους αρχιτέκτονες Νταγάν και Χατζή Ιβάζ για λογαριασμό του σουλτάνου Μεχμέτ Α΄. Επρόκειτο για το μεγαλύτερο οθωμανικό τέμενος της Ελλάδας, ώσπου το 2017 μία πυρκαγιά κατέστρεψε εντελώς τη σκεπή. Πρόσφατα ξεκίνησαν τα έργα αποκατάστασης του μνημείου. Επίσης, στην Αθήνα διατηρούνται μόνο δύο τεμένη. Το ένα είναι το Φετιχιέ τζαμί στη Ρωμαϊκή Αγορά, που χτίστηκε το 1670 πιθανόν για να εορταστεί η κατάκτηση της Κρήτης, ενώ το άλλο είναι το λεγόμενο Τζαμί του Τζισδαράκη στην πλατεία Μοναστηρακίου που χτίστηκε το 1759, από τον ομώνυμο Οθωμανό διοικητή.


 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Κονδύλη, Ελένη (2016), Αραβικός Πολιτισμός, Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο
  • Μπούρας, Χάραλαμπος (2001), Ιστορία της Αρχιτεκτονικής: Αρχιτεκτονική στο Βυζάντιο, το Ισλάμ και τη Δυτική Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Μέλισσα
  • Συλλογικό έργο (2009), Η Οθωμανική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού-Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων
  • Buresi, Pascal (2007), Ο κόσμος του Ισλάμ: Μία πίστη, πολλοί πολιτισμοί, Μτφ: Φώτη Νάσσου, Αθήνα: Εκδόσεις Κασταλιά

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σπυρίδων Βαλαβάνης
Σπυρίδων Βαλαβάνης
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1998. Είναι επί πτυχίω φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει συμμετάσχει εθελοντικά σε ανασκαφές στη Ραφήνα και τον Μαραθώνα και έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την Ιστορία και τους αρχαίους πολιτισμούς. Είναι γνώστης της αγγλικής και στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με την μουσική και την πεζοπορία.