Του Μανώλη Κουφόπουλου,
Άραγε, ποιο είναι το καλύτερο εργαλείο που διαθέτουμε για να αντιλαμβανόμαστε τα όριά μας, ώστε να συνειδητοποιούμε εγκαίρως αν τα έχουμε ξεπεράσει; Το πιθανότερο είναι ότι καταλήγουμε στον πόνο, που αδιαμφισβήτητα μας προειδοποιεί, όταν τραυματιζόμαστε και μας προστατεύει από περαιτέρω βλάβη. Όλοι μας βιώνουμε πόνο (εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις γενετικής αναλγησίας) και σίγουρα, δεν είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα. Ορισμένες φορές, μάλιστα, αν χτυπήσουμε έντονα, θυμόμαστε το συμβάν και προσπαθούμε να μην ξανασυμβεί.
Αυτό, βέβαια, είναι απολύτως φυσιολογικό. Δυστυχώς, όμως, αρκετοί συνάνθρωποί μας φοβούνται τόσο πολύ να τραυματιστούν και να βιώσουν πόνο, που υιοθετούν υπερβολικές συμπεριφορές. Αποφεύγουν οποιαδήποτε μορφή άσκησης, η σκέψη τους είναι συνεχώς στην ανίχνευση παραγόντων κινδύνου, σε βαθμό που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους. Τελικά, όσο παράδοξο και να ακούγεται, αυτή η υπεράνθρωπη προσπάθεια δεν μειώνει τον πόνο, αλλά τον αυξάνει, εγκαθιδρύοντας έναν φαύλο κύκλο.
Ο λόγος είναι για την κινησιοφοβία. Όπως μπορούμε να φανταστούμε από τα συνθετικά της λέξης, αυτή συνιστά μία φοβία σχετικά με την κίνηση. Συγκεκριμένα, ως φοβία ορίζουμε έναν έντονο παράλογο φόβο προς οτιδήποτε το άτομο αντιλαμβάνεται (λανθασμένα) ως εξαιρετικά απειλητικό για τη ζωή του.
Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να ανοίξουμε μία μικρή παρένθεση σχετικά με τη λέξη «παράλογος». Επισημαίνεται ότι ο όρος χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά ως προς τη «φυσιολογική» αντίδραση, είναι χρήσιμος για να προσεγγίσουμε ορθά το ζήτημα και να αναζητήσουμε τις αιτίες και τη θεραπεία του. Οφείλουμε να συμμεριστούμε αυτά που βασανίζουν τους πάσχοντες και όχι να τους καταδικάσουμε, επειδή εμείς ίσως να μην τους καταλαβαίνουμε. Όπως θα δούμε, αυτό που χρειάζονται είναι κατανόηση και συμπαράσταση.
Φόβος και άγχος : Τα καύσιμα της καταστροφής
Σχετικά με την κινησιοφοβία έχουν γραφτεί πολλά άρθρα και υπάρχει εκτενές ερευνητικό υλικό που την αφορά άμεσα ή έμμεσα. Η πιο σύγχρονη ερμηνεία βασίζεται στο μοντέλο αποφυγής του πόνου (fear avoidance model of pain), που φανερώνει τη σχέση του άγχους και του φόβου για την ανάπτυξή της.
Σύμφωνα με το μοντέλο, ο πόνος μπορεί να εκληφθεί με δυο τρόπους. Είτε να γίνει αντιληπτός ως μη απειλητικός είτε να παρερμηνευθεί ως εξαιρετικά επικίνδυνος. Φυσιολογικά, οι ασθενείς συνεχίζουν την καθημερινότητά τους, αναρρώνοντας όσο το χρειάζονται. Αντίθετα, όταν ο πόνος θεωρείται εξαιρετικά απειλητικός, επάγονται συμπεριφορές αποφυγής και υπερπροστατευτικότητας και εδραιώνονται οι βάσεις της κινησιοφοβίας.
Όσο και να φανεί περίεργο, το άτομο δεν είναι απαραίτητο να βιώσει κάποιο έντονο πόνο ή τραυματισμό για να αναπτύξει τη φοβία, παρόλο που στις περισσότερες περιπτώσεις σχετίζεται με περιόδους έντονου πόνου συχνότερα στη μέση.
Αρχικά, ο φόβος επάγει αμυντικές συμπεριφορές που βραχυπρόθεσμα προστατεύουν από περαιτέρω βλάβη. Σε επιρρεπή άτομα το αίσθημα είναι αρκετά οξύ και προκαλεί αυξημένες αντιδράσεις. Έρευνες δείχνουν μάλιστα ότι ο φόβος του πόνου είναι πιο παραλυτικός από το ίδιο το αίσθημα του πόνου, υποδεικνύοντας τη σοβαρότητα της κατάστασης. Ταυτόχρονα ενεργοποιούνται και αγχώδη μονοπάτια που ενισχύουν τη λάθος ερμηνεία και οδηγούν συνδυαστικά στην εγκαθίδρυση του προβλήματος. Από τη στιγμή αυτή και έπειτα, η φοβία τρέφεται από το άγχος.
Γιατί κάποιοι ακολουθούν το λάθος μονοπάτι και πέφτουν στην παγίδα;
Ορισμένα χαρακτηριστικά των ασθενών φαίνεται να τους αφήνουν ευάλωτους. Εύφορο έδαφος καλλιεργούν αυξημένα επίπεδα γενικευμένου άγχους, σε συνδυασμό με μία ασταθή προσωπικότητα. Σε αυτά, ας προσθέσουμε την τάση καταστροφολογίας για το μέλλον και την αντίληψη ακόμα και ουδέτερων ερεθισμάτων ως απειλητικών, κάτι που συμβαίνει και σε άλλες διαταραχές. Σημειώνεται ότι δεν είναι συνήθως ο πόνος που προκαλεί την κινησιοφοβία. Αυτή απλώς αναπτύσσεται πάνω στο έδαφος που προετοίμασαν οι αδυναμίες του ασθενούς. Ο πόνος, δηλαδή, δίνει το έναυσμα και δεν είναι ούτε η κύρια ούτε η αποκλειστική αιτία.
Είναι αξιοσημείωτο και μάλιστα απόλυτο λογικό ότι ιδιαίτερα επιρρεπείς είναι όσοι κάνουν χειρωνακτικές εργασίες ή αθλούνται συστηματικά (κυρίως σε επίπεδο πρωταθλητισμού). Συγκεκριμένα, ο πόνος για τα άτομα αυτά σημαίνει ότι δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους και να εργαστούν. Παρόλο που συχνά λαμβάνουν κατάλληλη περίθαλψη και σωστή καθοδήγηση για να ανακάμψουν, είναι αρκετά εύκολο να αγχώνονται για νέο τραυματισμό, μιας και αυτό θα έχει αυξημένες επιπτώσεις στη ζωή τους.
Η παράδοξη αύξηση του πόνου και η «παράλυση» του ατόμου
Ένας συνδυασμός από σκέψεις και συμπεριφορές που ακολουθεί ο ασθενής δρουν συνεργικά, ώστε ο πόνος να γίνει μόνιμη σκέψη και να επέλθει μία βίαιη αναστάτωση στη ζωή του, που ακόμα και απλές καθημερινές εργασίες θα φαίνονται μαρτύριο.
Αρχικά, το άτομο θα αρχίσει να αποφεύγει δραστηριότητες που θεωρεί ότι θα του προκαλέσουν πόνο. Επίσης, λόγω του άγχους, όλη η ενέργεια και η προσοχή αναλώνονται σε πιθανές απειλές. Άμεσο επακόλουθο είναι η αδυναμία επεξεργασίας ερεθισμάτων του περιβάλλοντος, πέρα από τον πόνο και αίσθημα ανικανότητας απέναντι στις υποχρεώσεις του. Σταδιακά, το άτομο εισέρχεται σε μία κατάσταση ατονίας και καταστολής, που το απομυζούν ψυχολογικά και το εξασθενούν μυϊκά (ατροφία). Ορισμένοι, μάλιστα, φτάνουν σε κατάσταση που θυμίζει αναπηρία. Η ουδός του πόνου μειώνεται, με αποτέλεσμα το αίσθημα φυσικού πόνου να προκαλείται ακόμα και από τη σκέψη για διενέργεια δραστηριοτήτων. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου και την προσκόλληση του μυαλού στον πόνο. Νομίζω σε όλους μας έχει τύχει να πονάμε και το αίσθημα να υποχωρήσει όταν απασχοληθούμε με κάτι άλλο. Ταυτόχρονα, ο εξωτερικός κόσμος φαντάζει απειλητικός και η απομόνωση μοναδική λύση. Τελικά, ο φαύλος κύκλος αυτοτροφοδοτείται και καταστρέφει τη ζωή του ατόμου.
Πώς οι γιατροί και εμείς είμαστε μέρος του προβλήματος;
Οι ασθενείς που πάσχουν από κινησιοφοβία συχνά αδυνατούν να βρουν λύση με συμβατικές θεραπείες και οι συστάσεις των γιατρών μπορεί όχι μόνο να μην είναι αποτελεσματικές, αλλά και να επιδεινώνουν την κατάσταση. Οι ίδιοι οι γιατροί συχνά προτείνουν στους ασθενείς να αποφεύγουν δραστηριότητες που προκαλούν πόνο –δικαιολογημένα φυσικά– κάτι που στην προκειμένη περίπτωση τρέφει το άγχος. Ταυτόχρονα, οι ιατρικοί όροι φοβίζουν και η δυσκολία διάγνωσης (λόγω ασαφών και γενικευμένων συμπτωμάτων) απογοητεύει περαιτέρω. Έτσι, συχνά θα παρατηρήσουμε αναζήτηση λύσεων αλλού και έντονη απόγνωση.
Στα παραπάνω μπορούμε να προσθέσουμε την καθημερινή δυσπιστία που βιώνουν οι ασθενείς από συγγενείς και φίλους που δεν μπορούν να καταλάβουν το πρόβλημα. Παράλληλα, οι ίδιοι βλέποντας τον πάσχοντα να υποφέρει, προσπαθούν να βοηθήσουν προτείνοντας λύσεις που δεν λειτουργούν, κάτι που πιθανώς να του προκαλεί εκνευρισμό. Όλα αυτά οδηγούν στην απομόνωση και οι τελευταίες ελπίδες χάνονται. Αν η κατάλληλη βοήθεια δεν έρθει σύντομα, ο φαύλος κύκλος θα εδραιωθεί μαζί με όλες τις αρνητικές σκέψεις.
Υπάρχει θεραπεία!
Σε ένα τόσο πολύπλοκο πρόβλημα, οι θεραπευτικές λύσεις είναι πολλές και θα πρέπει να συνδυαστούν διαφορετικά σε κάθε περίπτωση. Αναμφίβολα, αυτό μπορεί να φοβίσει στην αρχή, οπότε οφείλουν να ικανοποιηθούν ορισμένες προϋποθέσεις. Ο ασθενής πρέπει να καθοδηγηθεί από άτομα που εμπιστεύεται, μιας και το ταξίδι δεν θα είναι δίχως εμπόδια. Για τη διάγνωση του ασθενούς και την εκτίμηση της σοβαρότητας υπάρχει η “Tampa Scale of Kinesiophobia (TSK)”, που θα βοηθήσει στα επόμενα στάδια. Είναι απαραίτητο ο ίδιος να έρθει σταδιακά αντιμέτωπος με τους φόβους του με κατάλληλες ασκήσεις, αφού μόνο έτσι θα καταφέρει να τους ξεπεράσει. Οι φυσικοθεραπευτές είναι οι πλέον κατάλληλοι για την αρχική ενδυνάμωση και τη μείωση του φόβου και αργότερα, η συνεργασία τους με έναν γυμναστή μπορεί να διατηρήσει τη μυϊκή ανάπτυξη ψηλά. Παράλληλα, η ψυχοθεραπεία θα μπορούσε να επιταχύνει την ανάρρωση και να εντοπίσει τη βαθύτερη αιτία του προβλήματος (πρακτικά η κινησιοφοβία συνιστά μία αγχώδη διαταραχή). Επίσης, η ενημέρωση της οικογένειας και η σωστή στάση του θεράποντα ιατρού είναι καθοριστικές για τη στήριξη του ασθενούς.
Τέλος, το πιο σημαντικό είναι να μην είμαστε επικριτικοί, αλλά συμπονετικοί απέναντι στους συνανθρώπους μας, αφού η συμπεριφορά μας μπορεί να αλλάξει τελείως τη ζωή τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Leeuw, M., Goossens, M.E.J.B., Linton, S.J. et al. The Fear-Avoidance Model of Musculoskeletal Pain: Current State of Scientific Evidence. J Behav Med 30, 77–94 (2007). Διαθέσιμο εδώ
- Larsson C, Ekvall Hansson E, Sundquist K, Jakobsson U. Kinesiophobia and its relation to pain characteristics and cognitive affective variables in older adults with chronic pain. BMC Geriatr. 2016 Jul 7;16:128. Διαθέσιμο εδώ
- Xu Y, Song Y, Sun D, Fekete G, Gu Y. Effect of Multi-Modal Therapies for Kinesiophobia Caused by Musculoskeletal Disorders: A Systematic Review and Meta-Analysis. Int J Environ Res Public Health. 2020 Dec 16;17(24):9439. Διαθέσιμο εδώ
- Turk DC, Wilson HD. Fear of pain as a prognostic factor in chronic pain: conceptual models, assessment, and treatment implications. Curr Pain Headache Rep. 2010 Apr;14(2):88-95. Διαθέσιμο εδώ
- Rachman S, Grüter-Andrew J, Shafran R. Post-event processing in social anxiety. Behav Res Ther. 2000 Jun;38(6):611-7. Διαθέσιμο εδώ